DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Energy industry containing φορέας | all forms
GreekSpanish
φορέας εκμετάλλευσης των συστημάτων μεταφοράς; διαχειριστής συστήματος μεταφοράς' διαχειριστής δικτύου μεταφοράςoperador de red de transmisión
φορέας εκμετάλλευσης των συστημάτων μεταφοράς; διαχειριστής συστήματος μεταφοράς' διαχειριστής δικτύου μεταφοράςgestor de red de transporte
φορέας ενέργειαςvector energético
φορέας ενέργειαςportador de energía
φορέας θερμότηταςvector térmico
φορέας θερμότηταςportador térmico