Subject | Greek | Spanish |
gen. | ασφαλιστική σύμβαση | contrato de seguro |
gen. | Δεύτερη Σύμβαση ΑΚΕ-ΕΟΚ η οποία υπεγράφη στο Λομέ στις 31 Οκτωβρίου 1979 | Segunda Convención ACP-CEE de Lomé |
relig. | Δεύτερο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση της Χάγης του 1954 για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης | Segundo Protocolo de la Convención de La Haya de 1954 para la protección de los bienes culturales en caso de conflicto armado |
gen. | Δεύτερο Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση εκδόσεως | Segundo Protocolo Adicional al Convenio Europeo de Extradición |
gen. | Δεύτερο συμπληρωματικό πρωτόκολλο στη γενική σύμβαση περί προνομίων και ασυλιών του Συμβουλίου της Ευρώπης | Segundo Protocolo Adicional al Acuerdo General sobre Privilegios e Inmunidades del Consejo de Europa |
gen. | δημόσια σύμβαση | contrato de las Administraciones Públicas |
gen. | δημόσια σύμβαση παροχής υπηρεσιών | contrato de servicios |
gen. | δημόσια σύμβαση παροχής υπηρεσιών | contrato público de servicios |
gen. | δημόσια σύμβαση παροχής υπηρεσιών | contrato de prestación de servicios |
gen. | δημόσια σύμβαση στον τομέα των τηλεπικοινωνιών | compra pública de material de telecomunicaciones |
gen. | δημόσια σύμβαση υπηρεσιών | contrato de servicios |
gen. | δημόσια σύμβαση υπηρεσιών | contrato público de servicios |
gen. | δημόσια σύμβαση υπηρεσιών | contrato de prestación de servicios |
chem., el. | διακοπτόμενη σύμβαση | contrato interrumpible |
gen. | διαπραγματεύομαι μία σύμβαση | negociar un contrato |
nat.sc., environ. | Διεθνής σύμβαση για τη βιοποικιλότητα | Convenio mundial sobre diversidad biológica |
min.prod. | Διεθνής Σύμβαση για τη ναυτική έρευνα και διάσωση | Convenio internacional sobre búsqueda y salvamento marítimos |
tax. | Διεθνής σύμβαση για την απλούστευση και εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων | Convenio internacional para la simplificación y armonización de los regímenes aduaneros |
tax. | Διεθνής σύμβαση για την απλούστευση και εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων | Convenio de Kyoto |
tax. | διεθνής σύμβαση για την απλούστευση και την εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων | Convenio internacional para la simplificación y armonización de los regímenes aduaneros |
tax. | διεθνής σύμβαση για την απλούστευση και την εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων | Convenio de Kyoto |
agric., tech. | Διεθνής Σύμβαση για την Ασφάλεια των Αλιευτικών Πλοίων | Convenio internacional sobre la seguridad de los barcos de pesca |
gen. | Διεθνής Σύμβαση για την εναρμόνιση των ελέγχων των εμπορευμάτων στα σύνορα | Convenio internacional sobre armonización de los controles de mercancías en las fronteras |
gen. | Διεθνής Σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές | Convenio internacional para la unificación de ciertas reglas en materia de conocimientos marítimos |
min.prod. | Διεθνής Σύμβαση για την επιθαλάσσια αρωγή | Convenio Internacional sobre salvamento marítimo |
med. | Διεθνής Σύμβαση για την Καταστολή της Παράνομης Διακίνησης Επικινδύνων Ναρκωτικών | Convención Internacional para la Represión del Tráfico Ilícito de Drogas Peligrosas firmada en Ginebra el 26-6-1936 |
gen. | Διεθνής σύμβαση για την προστασία νέων φυτικών ποικιλιών | Convenio internacional para la protección de obtenciones vegetales |
life.sc., patents. | Διεθνής Σύμβαση για την προστασία των νέων ποικιλιών φυτών ; Σύμβαση UPOV | Convenio internacional para la protección de las obtenciones vegetales |
gen. | Διεθνής Σύμβαση για την προστασία των πτηνών | Convenio internacional sobre protección de las aves |
med. | Διεθνής Σύμβαση Οπίου | convencion internacional del opiofirmada en La Haya el 23-1-1912 |
gen. | Διεθνής Σύμβαση οπίου 1912 | Convención Internacional del Opio 1912 |
gen. | Διεθνής Σύμβαση "περί απαγορεύσεως της αναπτύξεως, παραγωγής και αποθηκεύσεως βακτηριολογικών βιολογικών και τοξινικών όπλων και καταστροφής αυτών" | Convención sobre la prohibición del desarrollo, la producción y el almacenamiento de armas bacteriológicas biológicas y toxínicas y sobre su destrucción |
gen. | Διεθνής Σύμβαση "περί απαγορεύσεως της αναπτύξεως, παραγωγής και αποθηκεύσεως βακτηριολογικών βιολογικών και τοξινικών όπλων και καταστροφής αυτών" | Convencion sobre armas bacteriológicas y toxínicas |
min.prod., UN | Διεθνής Σύμβαση "περί αποφυγής ρυπάνσεως της θαλάσσης διά πετρελαίου" | Convenio internacional para la prevención de la contaminación del mar por hidrocarburos |
min.prod. | Διεθνής Σύμβαση "περί ενοποιήσεως κανόνων τινών αφορώντων εις τα αρμόδια διά την επίλυσιν ιδιωτικών διαφορών εκ συγκρούσεως πλοίων δικαστήρια" | Convenio internacional para la unificación de ciertas reglas relativas a la competencia civil en materia de abordajes |
gen. | Διεθνής Σύμβαση "περί ενοποιήσεως κανόνων τινών αφορώντων εις την ευθύνην των πλοιοκτητών" | Convenio Internacional para la unificación de ciertas reglas relativas a la limitación de la responsabilidad de los propietarios de buques |
gen. | Διεθνής Σύμβαση "περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων" | Convenio internacional para la unificación de ciertas reglas relativas al embargo preventivo de buques de navegación marítima |
agric. | Διεθνής Σύμβαση "περί ενοποιήσεως των μεθόδων αναλύσεως και ποιοτικής κατατάξεως των οίνων" | Convenio internacional para la unificación de los métodos de análisis y de valoración de los vinos |
gen. | Διεθνής Σύμβαση "περί πιστοποιήσεως ωρισμένων θανάτων" | Convenio relativo a la constatación de ciertas defunciones |
nat.sc. | διεθνική σύμβαση με συμμετοχή πολλών εταίρων | contrato transnacional entre distintos socios |
tax. | διμερής σύμβαση κατά της διπλής φορολογίας | convenio bilateral contra la doble imposición |
gen. | Εθνική Οικολογική Σύμβαση | Convención nacional ecológica |
gen. | Εθνική Σύμβαση | Convención nacional |
gen. | Tελωνειακή Σύμβαση για τα εμπορευματοκιβώτια containers | Convenio aduanero sobre contenedores |
gen. | Tελωνειακή Σύμβαση για την προσωρινή εισαγωγή εμπορικών οδικών οχημάτων | Convenio aduanero para la importación temporal de vehículos comerciales de carretera |
gen. | επανάληψη του διαγωνισμού για τη σύμβαση | nueva adjudicación del contrato |
gen. | επεξεργάζομαι μία σύμβαση | elaborar un contrato |
gen. | Επιτροπή για τη Σύμβαση σχετικά με τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα | Comité del Convenio relativo a la utilización de la tecnologia de la información a efectos aduaneros |
gen. | Ευρωπαϊκή Συμφωνία της 16ης Σεπτεμβρίου 1950 που συμπληρώνει τη Σύμβαση του 1949 για την οδική κυκλοφορία και το Πρωτόκολλο του 1949 σχετικά με την οδική σήμανση και σηματοδότηση | Acuerdo Europeo de 16 de septiembre de 1950 por el que se completa el Convenio sobre circulación por carretera, así como el Protocolo de 1949 relativo a la señalización de las carreteras |
med. | Ευρωπαϊκή σύμβαση για βιοϊατρική και βιοτεχνολογία του ανθρώπου | Convención europea sobre biomedicina y biotecnología humana |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα προξενικά καθήκοντα | Convenio Europeo sobre las Funciones Consulares |
life.sc. | ευρωπαϊκή σύμβαση για τη βιοδεοντολογία | convención europea de bioética |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τη διεθνή ταξινόμηση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας | Convenio europeo sobre clasificación internacional de patentes de invención |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την άσκηση των δικαιωμάτων των παιδιών | Convenio Europeo sobre el ejercicio de los derechos de los menores |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα επιμέλειας των τέκνων και για την αποκατάσταση της επιμέλειάς τους | Convenio Europeo relativo al reconocimiento y la ejecución de decisiones en materia de custodia de menores, así como al restablecimiento de dicha custodia |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την αναγνώριση της νομικής προσωπικότητας των διεθνών μη κυβερνητικών οργανισμών | Convenio europeo sobre reconocimiento de la personalidad jurídica de las organizaciones no gubernamentales internacionales |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την απόκτηση και την κατοχή πυροβόλων όπλων από ιδιώτες | Convenio europeo relativo al control sobre la adquisición y la tenencia de armas de fuego por particulares |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την εγκατάσταση των εταιριών | Convenio Europeo sobre la Creación de Empresas |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την εγκατάσταση των εταιριών | Convención Europea de Establecimiento de Sociedades |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την ειρηνική επίλυση των διαφορών | Convenio Europeo para el arreglo pacífico de los litigios |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την ειρηνική επίλυση των διαφορών | Convención Europea para la Solución Pacífica de las Controversias |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την ευθύνη των ξενοδόχων όσον αφορά τα αντικείμενα που φέρουν οι πελάτες τους | Convenio sobre la responsabilidad de los hoteleros en lo relativo a los objetos que los huéspedes traigan consigo |
agric. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων συντροφιάς | Convenio europeo para la protección de los animales de compañía |
life.sc., environ., R&D. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των σπονδυλωτών ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς ή άλλους επιστημονικούς σκοπούς | Convenio Europeo sobre protección de los animales vertebrados utilizados con fines experimentales y otros fines científicos |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το απαράγραφο των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των εγκλημάτων πολέμου | Convenio europeo sobre la imprescriptibilidad de los delitos de lesa humanidad y los crímenes de guerra |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το νομικό καθεστώς των τέκνων που γεννήθηκαν χωρίς γάμο των γονέων τους | Convenio europeo sobre el estatuto jurídico de los hijos nacidos fuera del matrimonio |
patents. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση επί θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της διασυνοριακής μετάδοσης μέσω δορυφόρου | Convenio Europeo sobre aspectos de los derechos de autor y derechos afines en el ámbito de la radiodifusión transfronteriza vía satélite |
agric. | ευρωπαϊκή σύμβαση καλλιέργειας | contrato de cultivo europeo |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση "περί εγκαταστάσεως" | Convención Europea de Establecimiento |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση "περί καταργήσεως της επικυρώσεως των εγγράφων των συνταχθέντων υπό διπλωματικών ή προξενικών πρακτόρων" | Convenio Europeo relativo a la supresión de la legalización de documentos extendidos por los Agentes diplomáticos y consulares |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί παλιννοστήσεως ανηλίκων | Convenio europeo sobre la repatriación de menores |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση "περί πληροφορήσεως επί του αλλοδαπού Δικαίου" | Convenio Europeo acerca de la Información sobre el Derecho Extranjero |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση "περί της υιοθεσίας παιδιών" | Convenio Europeo en materia de adopción de menores |
gen. | Ευρωπαϊκή σύμβαση περί της υιοθεσίας παιδιών αναθεωρημένη | Convenio Europeo en materia de adopción de menores revisado |
gen. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση σχετικά με την αποζημίωση των θυμάτων των εγκλημάτων βίας | Convenio Europeo sobre Indemnización a las Víctimas de Delitos Violentos |
agric. | η σύμβαση επί του εμπορίου των σιτηρών και η σύμβαση που αφορά την επισιτιστική βοήθεια, οι οποίες συνιστούν τη Διεθνή Συμφωνία περί των συμβάσεων επί των σιτηρών του 1995 | el Convenio sobre el comercio de cereales y el Convenio sobre ayuda alimentaria que constituyen el Acuerdo internacional sobre cereales de 1995 |
social.sc. | κοινωνική σύμβαση για το φύλο | contrato social de género |
gen. | κρατική σύμβαση | Tratado de Estado |
gen. | κύρια σύμβαση | contrato principal |
gen. | λύνω σύμβαση | rescindir un contrato |
gen. | μικτή σύμβαση | contratación mixta |
construct. | Ομάδα "Χάρτης"' Ομάδα "Ενσωμάτωση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων / Προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ΕΣΑΔ" | Grupo "Integración de la Carta y Adhesión al CEDH" |
construct. | Ομάδα "Χάρτης"' Ομάδα "Ενσωμάτωση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων / Προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ΕΣΑΔ" | Grupo "Integración de la Carta y Adhesión al Convenio europeo para la protección de los derechos humanos" |
construct. | Ομάδα "Χάρτης"' Ομάδα "Ενσωμάτωση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων / Προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ΕΣΑΔ" | Grupo "Carta" |
patents. | Παγκόσμια Σύμβαση περί πνευματικής ιδιοκτησίας | Convención Universal sobre los Derechos de Autor |
gen. | Παγκόσμια Ταχυδρομική Σύμβαση | Convenio Postal Universal |
tax. | πολυμερής φορολογική σύμβαση | convenio multilateral de doble imposición |
gen. | προσλαμβάνω με σύμβαση | contratar |
gen. | Πρωτόκολλο αριθ. 3 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση πλαίσιο για τη διασυνοριακή συνεργασία των τοπικών ενώσεων και αρχών σχετικά με τους ομίλους διαπεριφερειακής συνεργασίας | Protocolo n.° 3 al Convenio-Marco Europeo sobre cooperación transfronteriza entre comunidades o autoridades territoriales, relativo a las agrupaciones eurorregionales de cooperación AEC |
gen. | Πρωτόκολλο με βάση το άρθρο Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στη Σύμβαση σχετικά με τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα καθώς και σχετικά με την προσθήκη του αριθμού καταχώρησης των μέσων μεταφοράς στη σύμβαση | Protocolo establecido sobre la base del artículo K.3 del Tratado de la Unión Europea, sobre la definición del concepto de blanqueo de capitales y sobre la inclusión de información sobre matrículas de vehículos en la lista de datos del Convenio relativo a la utilización de la tecnología de la información a efectos aduaneros |
min.prod. | Πρωτόκολλο 1988, που αναφέρεται στη Διεθνή Σύμβαση για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα, 1974. | Protocolo de 1988 relativo al Convenio Internacional para la seguridad de la vida humana en el mar, 1974 |
energ.ind., nucl.phys. | Πρωτόκολλο που τροποποιεί τη σύμβαση για την αστική ευθύνη στον τομέα πυρηνικής ενέργειας της 29ης Ιουλίου 1960, όπως τροποποιήθηκε από το Πρόσθετο Πρωτόκολλο της 28ης Ιανουαρίου 1964 | Protocolo que modifica el Convenio de 29 de julio de 1960 acerca de la responsabilidad civil en materia de energía nuclear, enmendado por el Protocolo Adicional de 28 de enero de 1964 |
energ.ind., nucl.phys. | Πρωτόκολλο που τροποποιεί τη Σύμβαση της 31ης Ιανουαρίου 1963 που συμπληρώνει τη Σύμβαση του Παρισιού της 29ης Ιουλίου 1960 για την αστική ευθύνη στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, όπως τροποποιήθηκε από το Πρόσθετο Πρωτόκολλο της 28ης Ιανουαρίου 1964 | Protocolo que modifica el Convenio de 31 de enero de 1963, complementario al Convenio de París del 29 de julio de 1960 acerca de la Responsibilidad Civil en materia de Energía Nuclear, enmendado por el Protocolo Adicional del 28 de enero de 1964 |
patents. | Πρωτόκολλο 2 προσαρτημένο στην Παγκόσμια Σύμβαση για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας που αναθεωρήθηκε στο Παρίσι στις 27 Ιουλίου 1971 και αφορά την αφαρμογή της Σύμβασης σε έργα που δημοσιεύονται από διάφορες διεθνείς οργανώσεις | Protocolo 2 anejo a la Convención Universal sobre Derecho de Autor, revisada en París el 24 de julio de 1971, relativo a la aplicación de la Convención a las obras de ciertas Organizaciones Internacionales |
gen. | Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τη μείωση των περιπτώσεων πολλαπλής ιθαγένειας και για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις στις περιπτώσεις της πολλαπλής ιθαγένειας | Protocolo Adicional al Convenio sobre la reducción de los casos de pluralidad de nacionalidades y sobre las obligaciones militares en el caso de pluralidad de nacionalidades |
gen. | Πρωτόκολλο στη Σύμβαση περί προστασίας των πολιτιστικών αγαθών εν περιπτώσει ενόπλου συρράξεως | Protocolo a la Convención para la protección de los bienes culturales en caso de conflicto armado |
gen. | Πρωτόκολλο στην ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία των προσφύγων | Protocolo del Convenio Europeo sobre las Funciones Consulares relativo a la protección de los refugiados |
life.sc. | Πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη Βιοασφάλεια στη Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα | Protocolo de Cartagena sobre Seguridad de la Biotecnología |
life.sc. | Πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη Βιοασφάλεια στη Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα | Protocolo de Bioseguridad |
life.sc. | Πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη Βιοασφάλεια στη Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα | Protocolo de Cartagena sobre Seguridad de la Biotecnología del Convenio sobre la Diversidad Biológica |
gen. | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τη διεθνή ανταλλαγή πληροφοριών σε θέματα προσωπικής κατάστασης | Protocolo adicional al Convenio relativo al intercambio internacional de informaciones en materia de estado civil |
energ.ind., nucl.phys. | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για την αστική ευθύνη στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας | Protocolo Adicional al Convenio acerca de la Responsabilidad Civil en materia de Energía Nuclear |
gen. | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά | Protocolo Adicional al Convenio penal sobre la corrupción |
gen. | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πληροφόρηση για το αλλοδαπό Δίκαιο | Protocolo adicional al Convenio Europeo acerca de la Información sobre el Derecho Extranjero |
gen. | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση εκδόσεως | Protocolo Adicional al Convenio Europeo de Extradición |
gen. | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση-πλαίσιο για τη διασυνοριακή συνεργασία των τοπικών αυτοδιοικήσεων και αρχών | Protocolo Adicional al Convenio-Marco Europeo sobre cooperación transfronteriza entre comunidades o autoridades territoriales |
gen. | πρότυπη σύμβαση | contrato tipo |
gen. | πυρηνική σύμβαση | convenio nuclear |
social.sc., health. | σκανδικαβική σύμβαση περί κοινωνικής ασφαλίσεως | Convenio Nórdico de Seguridad Social |
social.sc., health. | Σκανδιναβική Σύμβαση περί κοινωνικής ασφαλίσεως | Convenio Nórdico de Seguridad Social |
gen. | συνάπτω μία σύμβαση | celebrar un contrato |
chem. | Σύµβαση για τη σήµανση πλαστικών εκρηκτικών µε σκοπό τον εντοπισµό τους | Convenio sobre el marcado de explosivos plásticos para los fines de detección |
gen. | Σύµβαση των Ηνωµένων Εθνών για την καταστολή των τροµοκρατικών επιθέσεων µε εκρηκτικές ύλες | Convenio Internacional de las Naciones Unidas para la represión de los atentados terroristas cometidos con bombas |
gen. | σύμβαση αγοράς ή μίσθωσης ακινήτου | contrato de compraventa o arrendamiento de bienes inmuebles |
gen. | σύμβαση αγοράς ή μίσθωσης ακινήτου | contrato de compra o arrendamiento de inmuebles |
agric. | Σύμβαση ΑΚΕ-ΕΟΚ του Λομέ, που υπεγράφη στις 28 Φεβρουαρίου 1975 | Convención ACP-CEE de Lomé |
obs., fish.farm. | Σύμβαση αλιείας Βορειοανατολικού Ατλαντικού | Convenio sobre Pesquerías del Atlántico Nordeste |
gen. | σύμβαση ανατιθέμενη κατ' αποκλειστικότητα | contrato reservado |
gen. | σύμβαση αντασφάλισης για λόγους κλεισίματος "reinsurance to close" | primas de transferencia de riesgos para cerrar |
agric. | σύμβαση αποθεματοποίησης | contrato de almacenamiento |
gen. | σύμβαση από κοινού | contratación conjunta |
relig. | Σύμβαση "αφορώσα εις τα ληφθησόμενα μέτρα διά την απαγόρευσιν και παρεμπόδισιν της παρανόμου εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβιβάσεως κυριότητος των πολιτιστικών αγαθών" | Convención sobre las medidas que deben adoptarse para prohibir e impedir la importación, la exportación y la transferencia de propiedad ilícita de bienes culturales |
gen. | Σύμβαση "αφορώσα εις την μείωσιν των περιπτώσεων ανιθαγενείας" | Convenio tendente a reducir el número de casos de apatridia |
gen. | Σύμβαση για ορισμένα κοινά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων | Convenio relativo a determinadas Instituciones comunes de las Comunidades Europeas |
gen. | Σύμβαση για τα απάνθρωπα όπλα | Convención sobre prohibiciones o restricciones del empleo de ciertas armas convencionales que puedan considerarse excesivamente nocivas o de efectos indiscriminados |
gen. | Σύμβαση για τα απάνθρωπα όπλα | convenio sobre armas inhumanas |
min.prod. | Σύμβαση για τα αποδεικτικά ικανότητας ειδικευμένων ναυτικών | Convenio sobre el certificado de marinero preferente, 1946 |
min.prod. | Σύμβαση για τα αποδεικτικά ικανότητας ειδικευμένων ναυτικών | Convenio relativo al certificado de marinero preferente |
gen. | Σύμβαση για τα Βιολογικά και Τοξινικά ΄Οπλα | Convenio sobre armas biológicas y toxicológicas |
gen. | Σύμβαση για τα Βιολογικά και Τοξινικά ΄Οπλα | Convención sobre armas biológicas y toxínicas |
gen. | Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού | Convención sobre los Derechos del Niño |
social.sc., UN | Σύμβαση για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία | Convención sobre los derechos de las personas con discapacidad |
social.sc., UN | Σύμβαση για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες | Convención sobre los derechos de las personas con discapacidad |
gen. | Σύμβαση για τα πιστοποιητικά ικανότητας των αξιωματικών | Convenio sobre los certificados de capacidad de los oficiales, 1936 |
gen. | Σύμβαση για τα πιστοποιητικά ικανότητας των αξιωματικών | Convenio relativo al mínimun de capacidad profesional de los Capitanes y Oficiales de la Marina Mercante |
gen. | Σύμβαση για τα πυρομαχικά διασποράς | Convención sobre Municiones en Racimo |
chem. | Σύμβαση για τα Χημικά ΄Οπλα | Convenio en materia de armas químicas |
chem. | Σύμβαση για τα Χημικά ΄Οπλα | Convención sobre armas químicas |
life.sc., environ. | Σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία | Convenio sobre la Diversidad Biológica |
life.sc., environ. | Σύμβαση για τη βιολογική ποικιλότητα | Convenio sobre la Diversidad Biológica |
gen. | σύμβαση για τη δημιουργία κρατικού μηχανισμού | Contrato de Consolidación Estatal |
social.sc. | Σύμβαση για τη διάκριση στην απασχόληση και στο επάγγελμα | Convenio sobre la discriminación empleo y ocupación, 1958 |
social.sc. | Σύμβαση για τη διάκριση στην απασχόληση και στο επάγγελμα | Convenio relativo a la discriminación en materia de empleo y ocupación |
life.sc. | Σύμβαση για τη διατήρηση των αποδημητικών ειδών της άγριας πανίδας | Convención sobre las Especies Migratorias |
life.sc. | Σύμβαση για τη διατήρηση των αποδημητικών ειδών της άγριας πανίδας | Convención de Bonn |
life.sc. | Σύμβαση για τη διατήρηση των αποδημητικών ειδών της άγριας πανίδας | Convención sobre la Conservación de las Especies Migratorias de Animales Silvestres |
gen. | Σύμβαση για τη διαχείριση των ραδιενεργών αποβλήτων | convenio sobre la gestión de los residuos radiactivos |
gen. | Σύμβαση για τη διεθνή ανταλλαγή πληροφοριών σε θέματα προσωπικής κατάστασης | Convenio sobre el intercambio de informaciones en materia de estado civil |
gen. | Σύμβαση για τη διεθνή διαχείριση κληρονομικών διαδοχών | Convenio sobre la Administración Internacional de las Sucesiones |
obs., law | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convenio de Lugano |
social.sc. | Σύμβαση για τη διεθνή προστασία των ενηλίκων | Convenio sobre la protección internacional de los adultos |
gen. | Σύμβαση για τη διεθνή συνεργασία σε ζητήματα διοικητικής συνδρομής προς τους πρόσφυγες | Convenio sobre cooperación internacional en materia de Asistencia Administrativa a los Refugiados |
gen. | Σύμβαση για τη διευκόλυνση της διεθνούς πρόσβασης στη Δικαιοσύνη | Convenio tendente a facilitar el acceso internacional a la justicia |
gen. | Σύμβαση για τη διευκόλυνση της τέλεσης γάμων στο εξωτερικό | Convenio tendente a facilitar la celebración de los matrimonios en el extranjero |
social.sc. | Σύμβαση για τη διοίκηση της εργασίας : ρόλος, καθήκοντα και οργάνωση | Convenio sobre la administración del trabajo, 1978 |
social.sc. | Σύμβαση για τη διοίκηση της εργασίας : ρόλος, καθήκοντα και οργάνωση | Convenio relativo a la administración del trabajo: cometido, funciones y organización |
gen. | Σύμβαση για τη μείωση των περιπτώσεων πολλαπλής ιθαγένειας και για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις στις περιπτώσεις της πολλαπλής ιθαγένειας | Convenio sobre la reducción de los casos de pluralidad de nacionalidades y sobre las obligaciones militares en el caso de pluralidad de nacionalidades |
social.sc., UN | Σύμβαση για τη μερική απασχόληση | Convenio sobre el trabajo a tiempo parcial |
nat.sc., environ. | Σύμβαση για τη μεταβολή του κλίματος του πλανήτη | Convenio sobre el cambio climático mundial |
gen. | Σύμβαση για τη νομιμοποίηση των τέκνων με γάμο | Convenio sobre la legitimación por matrimonio |
gen. | Σύμβαση για τη ρύθμιση των συγκρούσεων μεταξύ του Δικαίου της ιθαγενείας και του Δικαίου της κατοικίας | Convenio para Regular los Conflictos entre la Ley Nacional y la Ley del Domicilio |
gen. | Σύμβαση για τη συναίνεση σε γάμο, το ελάχιστο όριο ηλικίας σύναψης γάμου και την επίσημη καταχώρηση των γάμων | Convenio sobre el consentimiento para el matrimonio, edad mínima para contraer matrimonio y registro de los mismos |
life.sc., environ. | Σύμβαση για τη σύσταση Ευρωπαϊκής και Μεσογειακής Οργάνωσης για την προστασία των φυτών | Convenio relativo a la creación de la Organización Europea y Mediterránea para la Protección de las Plantas |
patents. | Σύμβαση για τη σύσταση Παγκόσμιας Οργάνωσης Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Convenio que establece la Organización Mundial de la Propiedad Intelectual |
gen. | Σύμβαση για τη σύσταση της EUROFIMA, Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη χρηματοδότηση σιδηροδρομικού υλικού | Convenio relativo a la constitución de "Eurofima", Sociedad europea para el financiamiento de material ferroviario |
patents. | Σύμβαση για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας | Convenio de Múnich |
patents. | Σύμβαση για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας | Convenio sobre la Patente Europea |
patents. | Σύμβαση για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας | Convenio sobre Concesión de Patentes Europeas |
gen. | Σύμβαση για την έκδοση μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής'Ενωσης | Convenio relativo a la extradición entre los Estados miembros de la Unión Europea |
gen. | Σύμβαση για την έκδοση πιστοποιητικού ικανότητας γάμου | Convenio relativo a la expedición de un certificado de capacidad matrimonial |
construct., crim.law. | Σύμβαση για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας δυνάμει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση | Convenio Europol |
construct., crim.law. | Σύμβαση για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας δυνάμει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση | Convenio basado en el artículo K.3 del Tratado de la Unión Europea, por el que se crea una Oficina Europea de Policía |
gen. | Σύμβαση για την ίδρυση της Οργάνωσης της Καραϊβικής | Convenio por el que se crea la Organización del Caribe |
earth.sc., R&D. | Σύμβαση για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μεσοπροθέσμων Μετεωρολογικών Προγνώσεων | Convenio sobre Creación del Centro Europeo de Previsiones Meteorológicas a Plazo Medio |
min.prod., fish.farm. | Σύμβαση για την αλιεία και τη διατήρηση των βιολογικών πόρων της ανοικτής θάλασσας | Convención sobre pesca y conservación de los recursos vivos del alta mar |
min.prod., fish.farm. | Σύμβαση για την αλιεία και τη διατήρηση των ζώντων πόρων στη Βαλτική Θάλασσα και στους Βέλτες Belts; Σύμβαση του Γκντάνσκ Gdansk | Convenio sobre la pesca y la conservación de los recursos vivos en el mar Báltico y las Belts |
min.prod., fish.farm. | Σύμβαση για την αλιεία και τη διατήρηση των ζώντων πόρων στη Βαλτική Θάλασσα και στους Βέλτες Belts; Σύμβαση του Γκντάνσκ Gdansk | Convenio de Gdansk |
life.sc., environ. | Σύμβαση για την αλλαγή του κλίματος του πλανήτη | convenio sobre el cambio climático mundial |
tech. | Σύμβαση για την αμοιβαία αναγνώριση των έκτυπων σφραγίδων δοκιμής των φορητών πυροβόλων όπλων | Convenio para el Reconocimiento Recíproco de los Punzones de Pruebas de Armas de Fuego Portátiles |
gen. | Σύμβαση για την αναγνώριση διαζυγίου και δικαστικού χωρισμού | Convenio sobre el reconocimiento de divorcios y separaciones de cuerpos |
gen. | Σύμβαση για την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων σχετικά με τις υποχρεώσεις διατροφής έναντι των τέκνων | Convenio sobre reconocimiento y ejecución de decisiones en materia de obligaciones alimenticias con respecto a menores |
gen. | Σύμβαση για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων όσον αφορά τις υποχρεώσεις διατροφής | Convenio referente al reconocimiento y a la ejecución de las resoluciones relativas a las obligaciones alimenticias |
gen. | Σύμβαση για την αναγνώριση της νομικής προσωπικότητας των αλλοδαπών εταιρειών, σωματείων και ιδρυμάτων | Convenio relativo al reconocimiento de la personalidad jurídica de las sociedades, asociaciones y fundaciones extranjeras |
gen. | Σύμβαση για την αναθεώρηση της Σύμβασης για την προστασία της μητρότητας αναθεωρημένη 1952 | Convenio sobre la protección de la maternidad, 2000 |
gen. | Σύμβαση για την αναθεώρηση της Σύμβασης για την προστασία της μητρότητας αναθεωρημένη 1952 | Convenio relativo a la revisión del Convenio sobre la protección de la maternidad revisado 1952 |
gen. | Σύμβαση για την απαγόρευση ή περιορισμό χρήσης ορισμένων συμβατικών όπλων που μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικώς επιβλαβή ή ως προκαλούντα αδιακρίτως αποτελέσματα | convenio sobre armas inhumanas |
gen. | Σύμβαση για την απαγόρευση ή περιορισμό χρήσης ορισμένων συμβατικών όπλων που μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικώς επιβλαβή ή ως προκαλούντα αδιακρίτως αποτελέσματα | Convención sobre prohibiciones o restricciones del empleo de ciertas armas convencionales que puedan considerarse excesivamente nocivas o de efectos indiscriminados |
gen. | Σύμβαση για την απαγόρευση της ανάπτυξης, παραγωγής, αποθήκευσης και χρήσης χημικών όπλων και για την καταστροφή τους; Σύμβαση για τα χημικά όπλα | Convención sobre las Armas Químicas |
gen. | Σύμβαση για την απαγόρευση της ανάπτυξης, παραγωγής, αποθήκευσης και χρήσης χημικών όπλων και για την καταστροφή τους; Σύμβαση για τα χημικά όπλα | Convención sobre la Prohibición del Desarrollo, la Producción, el Almacenamiento y el Empleo de Armas Químicas y sobre su Destrucción |
gen. | σύμβαση για την απαγόρευση της ανάπτυξης, παραγωγής και αποθήκευσης βακτηριολογικών βιολογικών και τοξινικών όπλων και για την καταστροφή τους | Convención sobre Prohibición del Desarrollo, Producción y Almacenamiento de Armas Bacteriológicas |
gen. | σύμβαση για την απαγόρευση της ανάπτυξης, παραγωγής και αποθήκευσης βακτηριολογικών βιολογικών και τοξινικών όπλων και για την καταστροφή τους | Convención sobre la prohibición del desarrollo, la producción y el almacenamiento de armas bacteriológicas biológicas y toxínicas y sobre su destrucción |
chem. | Σύμβαση για την απαγόρευση της ανάπτυξης, της παραγωγής, της αποθήκευσης και της χρήσης χημικών όπλων και για την καταστροφή τους | Convención sobre la Prohibición del Desarrrollo, Producción, Almacenamiento y Uso de Armas Químicas y sobre su Destrucción |
gen. | Σύμβαση για την απαγόρευση της χρήσης και της πώλησης των λέιζερ που προκαλούν τύφλωση | Convenio sobre la prohibición de la utilización y venta de láseres cegadores |
gen. | Σύμβαση για την απαγόρευση της χρήσης, της αποθήκευσης, της παραγωγής και της διακίνησης ναρκών κατά προσωπικού και για την καταστροφή τους | Convención sobre la prohibición del empleo, almacenamiento, producción y transferencia de minas antipersonal y sobre su destrucción |
gen. | Σύμβαση για την απαγόρευση της χρήσης, της αποθήκευσης, της παραγωγής και της διακίνησης ναρκών κατά προσωπικού και για την καταστροφή τους | Convención de Ottawa |
social.sc. | Σύμβαση για την απαγόρευση των χειρότερων μορφών εργασίας των παιδιών και την άμεση δράση με σκοπό την εξάλειψή τους | Convenio sobre las peores formas de trabajo infantil, 1999 |
social.sc. | Σύμβαση για την απαγόρευση των χειρότερων μορφών εργασίας των παιδιών και την άμεση δράση με σκοπό την εξάλειψή τους | Convenio sobre la prohibición de las peores formas de trabajo infantil y la acción inmediata para su eliminación |
social.sc. | Σύμβαση για την απασχόληση και τους όρους εργασίας και ζωής του νοσηλευτικού προσωπικού | Convenio sobre el personal de enfermería, 1977 |
social.sc. | Σύμβαση για την απασχόληση και τους όρους εργασίας και ζωής του νοσηλευτικού προσωπικού | Convenio sobre el empleo y condiciones de trabajo y de vida del personal de enfermería |
gen. | Σύμβαση για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης | Convenio relativo al procedimiento simplificado de extradición entre los Estados miembros de la Unión Europea |
gen. | Σύμβαση για την αρμοδιότητα των αρχών, το εφαρμοστέο Δίκαιο και την αναγνώριση αποφάσεων σε θέματα υιοθεσίας | Convenio sobre sobre Competencia de Autoridades, Ley Aplicable y Reconocimiento de Decisiones en Materia de Adopción |
construct. | Σύμβαση για την ασφάλεια και την υγεία στον τομέα των κατασκευών | Convenio sobre Seguridad y Salud en la Construcción |
gen. | σύμβαση για την εκπόνηση μελετών | contrato de estudios |
gen. | Σύμβαση για την εμπορία σιτηρών του 1995 | Convenio sobre el Comercio de Cereales, 1995 |
social.sc., fish.farm. | Σύμβαση για την ενδιαίτηση στα αλιευτικά πλοία | Convenio sobre el alojamiento de la tripulación pescadores, 1966 |
social.sc., fish.farm. | Σύμβαση για την ενδιαίτηση στα αλιευτικά πλοία | Convenio relativo al alojamiento a bordo de los barcos pesqueros |
gen. | Σύμβαση για την ενδιαίτηση των πληρωμάτων των πλοίων αναθεωρημένη | Convenio sobre el alojamiento de las tripulaciones a bordo de los buques revisado |
social.sc., min.prod. | Σύμβαση για την ενδιαίτηση των πληρωμάτων των πλοίων συμπληρωματικές διατάξεις | Convenio sobre el alojamiento de la tripulación disposiciones complementarias, 1970 |
social.sc., min.prod. | Σύμβαση για την ενδιαίτηση των πληρωμάτων των πλοίων συμπληρωματικές διατάξεις | Convenio relativo al alojamiento de la tripulación a bordo disposiciones complementarias |
gen. | Σύμβαση για την ενδιαίτηση των πληρωμάτων των πλοίων αναθεωρημένη | Convenio sobre el alojamiento de la tripulación revisado, 1949 |
gen. | Σύμβαση για την ΄Ενωση | Tratado de Unión |
tax. | Σύμβαση για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περίπτωση διορθώσεως των κερδών συνδεδεμένων επιχειρήσεων | Convenio relativo a la supresión de la doble imposición en caso de corrección de los beneficios de empresas asociadas |
social.sc., empl. | Σύμβαση για την επαγγελματική επαναπροσαρμογή και απασχόληση των μειονεκτούντων προσώπων | Convenio sobre la readaptación profesional y el empleo personas inválidas |
social.sc., empl. | Σύμβαση για την επαγγελματική επαναπροσαρμογή και απασχόληση των μειονεκτούντων προσώπων | Convenio relativo a la readaptación profesional y el empleo de personas inválidas |
agric. | Σύμβαση για την επισιτιστική βοήθεια | Convenio sobre Asistencia Alimentaria |
social.sc. | Σύμβαση για την ισότητα των ευκαιριών και μεταχείρισης των εργαζομένων και των δύο φύλων: εργαζόμενοι με οικογενειακές υποχρεώσεις | Convenio sobre los trabajadores con responsabilidades familiares |
social.sc. | Σύμβαση για την ισότητα των ευκαιριών και μεταχείρισης των εργαζομένων και των δύο φύλων: εργαζόμενοι με οικογενειακές υποχρεώσεις | Convenio sobre igualdad de oportunidades y de trato entre trabajadoras y trabajadores: Trabajadores con responsabilidades familiares |
gen. | Σύμβαση για την καταγραφή αντικειμένων που εκτοξεύονται στο Διάστημα | Convenio sobre el registro de objetos lanzados al espacio ultraterrestre |
gen. | Σύμβαση για την καταστολή, εκ μέρους των τελωνειακών αρχών, της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών στην ανοικτή θάλασσα | Convenio sobre la represión del tráfico ilícito de drogas en alta mar por las Administraciones de Aduanas |
chem. | Σύμβαση για την καταστροφή των χημικών όπλων | convenio sobre la destrucción de las armas químicas |
gen. | "σύμβαση" για την παιδική ηλικία | contrato de infancia |
patents. | σύμβαση για την παραχώρηση της άδειας χρήσης | contrato de licencia |
social.sc. | Σύμβαση για την προστασία της μητρότητας αναθεωρημένη, 1952 | Convenio sobre la protección de la maternidad revisado, 1952 |
gen. | Σύμβαση για την προστασία της μητρότητας, 2000 | Convenio sobre la protección de la maternidad, 2000 |
gen. | Σύμβαση για την προστασία της μητρότητας, 2000 | Convenio relativo a la revisión del Convenio sobre la protección de la maternidad revisado 1952 |
gen. | Σύμβαση για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς | Convención sobre la protección del patrimonio mundial, cultural y natural |
social.sc., empl. | Σύμβαση για την προστασία των αντιπροσώπων των εργαζομένων στην επιχείρηση | Convenio nº 135 de la OIT relativo a la protección y facilidades que deben otorgarse a los representantes de los trabajadores en la empresa |
social.sc., empl. | Σύμβαση για την προστασία των αντιπροσώπων των εργαζομένων στην επιχείρηση | Convenio sobre los representantes de los trabajadores, 1971 |
agric. | σύμβαση για την προστασία των δασών | Convenio sobre los bosques |
gen. | Σύμβαση για την προστασία των παιδιών και τη συνεργασία σχετικά με τη διακρατική υιοθεσία | Convenio relativo a la Protección del Niño y a la Cooperación en materia de Adopción Internacional |
relig. | Σύμβαση για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης | Convención para la protección de los bienes culturales en caso de conflicto armado |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας στη σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις καθώς και στο πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκαν από τη σύμβαση για την προσχώρηση ...βλ. NOTES | Convenio relativo a la adhesión del Reino de España y de la República Portuguesa al Convenio relativo a la Competencia Judicial y a la Ejecución de Resoluciones Judiciales en Materia Civil y Mercantil, así como al Protocolo relativo a su interpretación por el Tribunal de Justicia, con las adaptaciones introducidas por el Convenio relativo a la adhesión del Reino de Dinamarca, de Irlanda y del Reino Unido de Gran Bretaña e Irlanda del Norte y las adaptaciones introducidas por el Convenio...v. Notas |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία άνοιξε προς υπογραφή στη Ρώμη στις 19 Ιουνίου 1980 | Convenio relativo a la Adhesión del Reino de España y de la República Portuguesa al Convenio sobre la Ley aplicable a las Obligaciones contractuales, abierto a la firma en Roma el 19 de junio de 1980 |
social.sc. | Σύμβαση για την προώθηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης | Convenio sobre la negociación colectiva, 1981 |
social.sc. | Σύμβαση για την προώθηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης | Convenio número 154 de la Organización Internacional del Trabajo sobre el Fomento de la Negociación Colectiva |
gen. | Σύμβαση για την πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος της γενοκτονίας | Convención para la Prevención y la Sanción del Delito de Genocidio |
gen. | Σύμβαση για την πρόληψη και την τιμωρία εγκλημάτων που στρέφονται κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων και των διπλωματικών αντιπροσώπων | Convención sobre la prevención y el castigo de delitos contra personas internacionalmente protegidas, inclusive los agentes diplomáticos |
social.sc., UN | Σύμβαση για την πρόληψη των βιομηχανικών ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως | Convenio sobre la prevención de accidentes industriales mayores |
gen. | Σύμβαση για την τέλεση και την αναγνώριση της εγκυρότητας των γάμων | Convenio sobre la Ley Aplicable a los Regímenes Matrimoniales |
gen. | Σύμβαση για την υφαλοκρηπίδα | Convención sobre la plataforma continental |
busin., labor.org. | Σύμβαση για τις διαδικασίες αφερεγγυότητας | Convenio relativo a los procedimientos de insolvencia |
gen. | Σύμβαση για τις ειδικές αποστολές | Convención sobre las Misiones Especiales |
gen. | Σύμβαση για τις μεταναστεύσεις υπό καταχρηστικούς όρους και για την προώθηση ίσων ευκαιριών και ίσης μεταχείρισης των διακινούμενων εργαζομένων | Convenio sobre los trabajadores migrantes disposiciones complementarias, 1975 |
gen. | Σύμβαση για τις μεταναστεύσεις υπό καταχρηστικούς όρους και για την προώθηση ίσων ευκαιριών και ίσης μεταχείρισης των διακινούμενων εργαζομένων | Convenio sobre las migraciones en condiciones abusivas y sobre el fomento de la igualdad de oportunidades y de trato de los trabajadores migrantes |
social.sc. | Σύμβαση για τις οργανώσεις των γεωργικών εργατών και το ρόλο τους στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη | Convenio sobre las organizaciones de trabajadores rurales, 1975 |
social.sc. | Σύμβαση για τις οργανώσεις των γεωργικών εργατών και το ρόλο τους στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη | Convenio sobre las organizaciones de trabajadores rurales y su función en el desarrollo económico y social |
social.sc. | Σύμβαση για τις προσωπικές σχέσεις όσον αφορά τα παιδιά | Convenio sobre las relaciones personales que conciernen a los niños |
social.sc. | Σύμβαση για τις προσωπικές σχέσεις όσον αφορά τα παιδιά | Convenio relativo al derecho de visita a menores |
gen. | Σύμβαση για τις συγκρούσεις νόμων που αφορούν τον τύπο διατάξεων διαθήκης | Convenio sobre los Conflictos de Leyes en Materia de Forma de las Disposiciones Testamentarias |
gen. | Σύμβαση για τις συμφωνίες επιλογής δικαιοδοσίας | Convenio sobre los Acuerdos de Elección de Foro |
tax., transp. | Σύμβαση για τις συνεκμεταλλέυσεις εμπορευματοκιβωτίων | Convenio sobre la explotación en común de contenedores |
tax., transp. | Σύμβαση για τις συνεκμεταλλέυσεις εμπορευματοκιβωτίων | Convenio sobre el régimen aduanero de los contenedores explotados en común en el transporte internacional |
med. | Σύμβαση για τις Ψυχοτρόπες Ουσίες | convencion sobre psicotroposformada en Viena el 19-2-1971 |
med. | Σύμβαση για τις Ψυχοτρόπες Ουσίες | Convenio sobre sustancias psicotrópicas |
social.sc., transp., nautic. | Σύμβαση για τις ώρες εργασίας των ναυτικών και την επάνδρωση των πλοίων | Convenio relativo a las horas de trabajo a bordo y la dotación de los buques |
gen. | Σύμβαση για το απαράγραφο των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των εγκλημάτων πολέμου | Convención sobre la imprescriptibilidad de los crímenes de guerra y de los crímenes de lesa humanidad |
ecol. | Σύμβαση για το δίκαιο των χρήσεων των διεθνών υδατορευμάτων πλην εκείνων που αφορούν τη ναυσιπλοΐα | Convención sobre el derecho de los usos de los cursos de agua internacionales para fines distintos de la navegación |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων | Convenio sobre la ley aplicable a la responsabilidad por productos |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στη διαδοχή αιτία θανάτου | Convenio sobre la Ley Aplicable a las Sucesiones por causa de Muerte |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής | Convenio sobre la ley aplicable a las obligaciones alimentarias |
gen. | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις υπoχρεώσεις διατροφής έναντι των τέκνων | Convenio sobre la ley aplicable a las obligaciones alimenticias respecto a menores |
gen. | Σύμβαση για το κατώτατο όριο ηλικίας των ανηλίκων στις μη βιομηχανικές εργασίες | Convenio sobre la edad mínima trabajos no industriales |
gen. | Σύμβαση για το κατώτατο όριο ηλικίας των ανηλίκων στις μη βιομηχανικές εργασίες αναθεωρημένη | Convenio relativo a la edad de admisión de los niños a los trabajos no industriales |
gen. | Σύμβαση για το κατώτατο όριο ηλικίας των ανηλίκων στις μη βιομηχανικές εργασίες αναθεωρημένη | Convenio revisado sobre la edad mínima trabajos no industriales |
gen. | Σύμβαση για το κατώτατο όριο ηλικίας των ανηλίκων στις μη βιομηχανικές εργασίες | Convenio relativo a la edad de admisión de los niños a los trabajos no industriales |
tax. | σύμβαση για το φόρο εισοδήματος | convenio de doble imposición |
gen. | σύμβαση για τον έλεγχο της θαλάσσιας ρύπανσης | convenio para el control de la contaminación marina |
med. | Σύμβαση για τον Περιορισμό της Παρασκευής και Ρύθμιση της Διανομής των Ναρκωτικών Φαρμάκων | convencion para limitar la fabricacion y regular la distribucion de estupefacientesfirmada en Ginebra el 13-7-1931 |
relig., ed., UN | Σύμβαση "δημιουργούσα Οργάνωσιν των Ηνωμένων Εθνών διά την Εκπαίδευσιν, την Επιστήμην και την Μόρφωσιν" | Convenio relativo a la constitución de la Organización de las Naciones Unidas para la Educación, la Ciencia y la Cultura UNESCO |
construct. | σύμβαση δημοσίων έργων | contrato público de obras |
gen. | Σύμβαση "διά την μερικήν αναθεώρησίν των, υπό της Γενικής Συνδιασκέψεως της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας γενομένων αποδεκτών συμβάσεων, εις τας 28 πρώτας συνόδους αυτής" | Convenio sobre la revisión de los artículos finales, 1946 |
gen. | Σύμβαση "διά την μερικήν αναθεώρησίν των, υπό της Γενικής Συνδιασκέψεως της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας γενομένων αποδεκτών συμβάσεων, εις τας 28 πρώτας συνόδους αυτής" | Convenio por el que se revisan parcialmente los Convenios adoptados por la Conferencia General de la OIT, en sus veintiocho primeras reuniones |
gen. | Σύμβαση "διά την σύστασιν ενός Διεθνούς Οργανισμού Νομίμου Μετρολογίας" | Convenio por el que se instituye la Organización de Metrología Legal |
gen. | σύμβαση εμπλουτισμού | contrato de enriquecimiento |
energ.ind. | σύμβαση ενεργειακής απόδοσης | contrato de rendimiento energético |
gen. | Σύμβαση "επί του νομικού καθεστώτος του Οργανισμού της Συνθήκης του βορείου Ατλαντικού, των εθνικών αντιπροσώπων και του διεθνούς προσωπικού" | Convenio sobre el Estatuto de la Organización del Tratado del Atlántico Norte, de los Representantes Nacionales y del Personal Internacional |
gen. | Σύμβαση εργασίας για την ενδιαίτηση στα αλιευτικά πλοία | Convenio sobre el alojamiento de la tripulación, 1946 |
gen. | Σύμβαση εργασίας για την ενδιαίτηση στα αλιευτικά πλοία | Convenio relativo al alojamiento de la tripulación a bordo |
gen. | Σύμβαση ΕΣΠ | convenio relativo al sistema de información europeo |
gen. | Σύμβαση ευρωπαϊκής οικονομικής συνεργασίας ; Σύμβαση "δια την ίδρυσιν του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας" | Convenio sobre cooperación económica europea |
patents. | Σύμβαση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας για την Κοινή Αγορά | Convenio sobre la patente comunitaria |
patents. | Σύμβαση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας για την Κοινή Αγορά | Convenio relativo a la patente europea para el mercado común |
patents. | Σύμβαση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας για την Κοινή Αγορά | Convenio de Luxemburgo |
gen. | Σύμβαση εφαρμογής περί της συνδέσεως των υπερποντίων χωρών και εδαφών με την Κοινότητα | Convenio de aplicación sobre la asociación de los países y territorios de Ultramar a la Comunidad |
gen. | Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ενώσεως Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα | Convenio de Schengen |
gen. | Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ενώσεως Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα | Convenio de aplicación del Acuerdo de Schengen de 14 de junio de 1985 entre los Gobiernos de los Estados de la Unión Económica Benelux, de la República Federal de Alemania y de la República Francesa, relativo a la supresión gradual de los controles en las fronteras comunes |
gen. | Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ενώσεως Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα | Convenio de aplicación del Acuerdo de Schengen |
gen. | Σύμβαση η οποία καταρτίζεται βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων | Convenio establecido sobre la base del artículo K.3 del Tratado de la Unión Europea, relativo a la protección de los intereses financieros de las Comunidades Europeas |
gen. | Σύμβαση και καθεστώς ελευθερίας διελεύσεως | Convenio y Estatuto relativo a la Libertad de Tránsito |
gen. | Σύμβαση και Κανονισμός "περί διεθνούς καθεστώτος θαλασσίων λιμένων" | Convenio y Estatuto sobre el régimen internacional de los puertos marítimos |
agric., industr. | σύμβαση καλλιέργειας | contrato de cultivo |
gen. | σύμβαση κατανομής της παραγωγής | contrato de participación en la producción |
gen. | σύμβαση κατασκευής | contrato de construcción |
gen. | σύμβαση μαθητείας | contrato de aprendizaje |
gen. | σύμβαση με απευθείας συμφωνία | contrato mediante acuerdo directo |
gen. | Σύμβαση μεταξύ της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου και της Βορείου Ιρλανδίας, της κυβέρνησης της Γαλλικής Δημοκρατίας, της κυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της κυβέρνησης της Ιταλικής Δημοκρατίας για την σύσταση του Κοινού Οργανισμού Συνεργασίας στον τομέα των Εξοπλισμών | Convenio entre el Gobierno de la República Francesa, el Gobierno de la República Federal de Alemania, el Gobierno de la República Italiana y el Gobierno del Reino Unido de Gran Bretaña e Irlanda del Norte para la creación de una Organización conjunta de Cooperación en materia de armamento OCCAR |
gen. | Σύμβαση μεταξύ του Βελγίου, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Λουξεμβούργου και των Κάτω Χωρών, περί αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των αντίστοιχων τελωνειακών διοικήσεων | Convenio entre Bélgica, la República Federal de Alemania, Francia, Italia, Luxemburgo y los Países Bajos, para la asistencia mutua entre las respectivas administraciones aduaneras |
gen. | Σύμβαση μεταξύ του Βελγίου, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Λουξεμβούργου και των Κάτω Χωρών, περί αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των αντίστοιχων τελωνειακών διοικήσεων | Convenio de Nápoles |
gen. | Σύμβαση "μεταξύ των κρατών μελών της Συνθήκης του βορείου Ατλαντικού επί του νομικού καθεστώτος των δυνάμεων αυτών" | Convenio entre los Estados Partes del Tratado del Atlántico Norte relativo al Estatuto de sus Fuerzas |
gen. | Σύμβαση μεταξύ των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την εκτέλεση των αλλοδαπών ποινικών δικαστικών αποφάσεων | Convenio entre los Estados miembros de las Comunidades Europeas sobre la ejecución de condenas penales extranjeras |
gen. | Σύμβαση μεταξύ των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την εφαρμογή της αρχής του δεδικασμένου | Convenio entre los Estados miembros de las Comunidades Europeas relativo a la aplicación del principio "non bis in idem" |
gen. | Σύμβαση μεταξύ των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων περί απλοποίησης των διαδικασιών διεκδίκησης της διατροφής | Convenio entre los Estados miembros de las Comunidades Europeas sobre la simplificación de los procedimientos relativos al cobro de créditos alimentarios |
gen. | σύμβαση ναυτολόγησης | contrato de embarco |
agric. | σύμβαση παλαίωσης | contrato de envejecimiento |
gen. | σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων | concesión de obras públicas |
gen. | σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών | concesión de obras |
mater.sc., el. | σύμβαση παροχής ηλεκτρικού ρεύματος | abono |
gen. | σύμβαση παροχής υπηρεσιών που συνάπτεται προς το συμφέρον της Επιτροπής | contrato de prestación de servicios adjudicado en interés de la Comisión |
gen. | Σύμβαση "περί ίσης αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων δι'εργασίαν ίσης αξίας" | Convenio relativo a la igualdad de remuneración entre la mano de obra masculina y la mano de obra femenina por un trabajo de igual valor |
gen. | Σύμβαση "περί ίσης αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων εργαζομένων δι'εργασίαν ίσης αξίας" | Convenio sobre igualdad de remuneración, 1951 |
busin., labor.org. | Σύμβαση περί αμοιβαίας αναγνωρίσεως εταιριών και νομικών προσώπων | Convenio sobre el reconocimiento mutuo de sociedades y personas jurídicas |
tax. | Σύμβαση περί αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής σε φορολογικά θέματα | Convenio de Asistencia Administrativa Mutua en Materia Fiscal |
tax. | σύμβαση περί αμοιβαίας συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των τελωνειακών υπηρεσιών | Convenio relativo a la asistencia mutua y la cooperación entre las administraciones aduaneras |
social.sc. | Σύμβαση "περί ανεργίας" | Convenio relativo al Desempleo |
gen. | Σύμβαση "περί ανταλλαγής πληροφοριών επί θεμάτων κτήσεως της ιθαγενείας" | Convenio sobre intercambio de información en materia de adquisición de nacionalidad |
gen. | Σύμβαση "περί αποζημιώσεως λόγω ανεργίας εις περίπτωσιν ναυαγίου" | Convenio sobre las indemnizaciones de desempleo naufragio |
gen. | Σύμβαση "περί αποζημιώσεως λόγω ανεργίας εις περίπτωσιν ναυαγίου" | Convenio relativo a la indemnización de desempleo en caso de pérdida por naufragio |
energ.ind., el. | σύμβαση περί αστικής ευθύνης στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας | Convenio sobre la responsabilidad civil en el campo de la energía nuclear |
gen. | Σύμβαση "περί ασφαλίσεως κατά ασθενείας ναυτικών" | Convenio sobre el seguro de enfermedad de la gente de mar |
gen. | Σύμβαση "περί ασφαλίσεως κατά ασθενείας ναυτικών" | Convenio relativo al Seguro de Enfermedad de la gente de mar |
gen. | Σύμβαση "περί βοηθείας εις τρόφιμα" | Arreglo Internacional de Cereales, 1967: 1. Convenio relativo al comercio del trigo 2. Convenio sobre ayuda alimentaria |
gen. | Σύμβαση "περί διεθνούς αναγνωρίσεως δικαιωμάτων επί αεροσκαφών" | Convenio relativo al reconocimiento internacional de derechos sobre las aeronaves |
gen. | Σύμβαση UNIDROIT περί διεθνούς πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων | Convenio del UNIDROIT sobre el Facturaje Internacional |
gen. | Σύμβαση UNIDROIT περί διεθνούς πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων | Convenio de Ottawa. |
gen. | Σύμβαση "περί Διεθνούς Υδρογραφικού Οργανισμού" | Convenio relativo a la Organización Hidrográfica Internacional |
gen. | Σύμβαση "περί διεθνών κανονισμών πρός αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσση, 1972" | Convenio sobre el Reglamento internacional para prevenir los abordajes |
gen. | Σύμβαση "περί διεκδικήσεως διατροφής εν τη αλλοδαπή" | Convención sobre la obtención de alimentos en el extranjero |
gen. | Σύμβαση "περί εβδομαδιαίας αναπαύσεως εν τοις βιομηχανικοίς καταστήμασι" | Convenio sobre el descanso semanal industria, 1921 |
gen. | Σύμβαση "περί εβδομαδιαίας αναπαύσεως εν τοις βιομηχανικοίς καταστήμασι" | Convenio relativo al descanso semanal en los establecimientos industriales |
gen. | Σύμβαση "περί ειρηνικής διακανονίσεως των διεθνών διαφορών" | Convenio para el arreglo pacífico de los conflictos internacionales |
gen. | Σύμβαση "περί ειρηνικής επιλύσεως των διεθνών διαφορών" 1907 | Convenio para el arreglo pacífico de los conflictos internacionales |
gen. | Σύμβαση "περί ελαχίστου ορίου ηλικίας παραδοχής παίδων εν τη ναυτική υπηρεσία" αναθεωρημένη | Convenio por el que se fija la edad mínima de admisión de los niños al trabajo marítimo revisado |
gen. | Σύμβαση "περί ελαχίστου ορίου ηλικίας παραδοχής παίδων εν τη ναυτική υπηρεσία" αναθεωρημένη | Convenio revisado sobre la edad mínima trabajo marítimo |
gen. | Σύμβαση "περί ενάρξεως των εχθροπραξιών" | Convenio relativo a la ruptura de hostilidades |
gen. | Σύμβαση περί ενιαίου νόμου για την κατάρτιση συμβάσεων διεθνούς πώλησης ενσώματων κινητών πραγμάτων | Convención relativa a una Ley Uniforme sobre la formación de contratos para la compraventa internacional de mercaderías |
gen. | Σύμβαση "περί ενοποιήσεως κανόνων τινών περί θαλασσίας αρωγής και ναυαγιαιρέσεως" | Convenio para la unificación de ciertas reglas en materia de auxilio y de salvamento marítimo |
gen. | Σύμβαση "περί ενοποιήσεως ωρισμένων κανόνων σχετικών με την ποινικήν δικαιοδοσίαν επί συγκρούσεως πλοίων ή άλλων συμβάντων εν τη ναυσιπλοϊα" | Convenio internacional para la unificación de ciertas reglas relativas a la competencia penal en materia de abordaje u otros accidentes de navegación |
gen. | Σύμβαση "περί εξομοιώσεως των αλλοδαπών και ιθαγενών εργατών εν τη αποζημιώσει των ατυχημάτων της εργασίας" | Convenio relativo a la igualdad de trato entre los trabajadores extranjeros y nacionales en materia de indemnización por accidentes del trabajo |
gen. | Σύμβαση "περί εξομοιώσεως των αλλοδαπών και ιθαγενών εργατών εν τη αποζημιώσει των ατυχημάτων της εργασίας" | Convenio sobre la igualdad de trato accidentes del trabajo, 1925 |
gen. | Σύμβαση "περί επεκτάσεως της αρμοδιότητος των εντεταλμένων να δέχωνται αναγνωρίσεις εξωγάμων τέκνων αρχών" | Convenio sobre la extensión de la competencia de los funcionarios cualificados para autorizar reconocimiento de hijos no matrimoniales |
gen. | Σύμβαση "περί εργασίας των γυναικών προ και μετά τον τοκετόν" | Convenio sobre la protección de la maternidad |
gen. | Σύμβαση "περί εργασίας των γυναικών προ και μετά τον τοκετόν" | Convenio relativo al empleo de las mujeres antes y depués del parto |
social.sc. | Σύμβαση "περί καθιερώσεως του διεθνούς οικογενειακού βιβλιαρίου" | Convenio por el que se crea un libro de familia internacional |
gen. | Σύμβαση "περί κανονικών κατ'έτος αδειών μετ'αποδοχών" | Convenio sobre las vacaciones pagadas |
gen. | Σύμβαση "περί κανονικών κατ'έτος αδειών μετ'αποδοχών" | Convenio relativo a las vacaciones anuales pagadas |
gen. | Σύμβαση "περί καταμετρήσεως της χωρητικότητος των πλοίων εσωτερικής ναυσιπλοϊας" | Convenio relativo al arqueo de los buques de navegación interior |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας προς πρόσληψιν νέων υπό την ιδιότητα θερμαστού ή ανθρακέως" | Convenio sobre la edad mínima pañoleros y fogoneros |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας προς πρόσληψιν νέων υπό την ιδιότητα θερμαστού ή ανθρακέως" | Convenio por el que se fija la edad mínima de admisión de los menores al trabajo en calidad de pañoleros o fogoneros |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας των ανηλίκων εις τας βιομηχανικάς εργασίας" αναθεωρημένη | Convenio por el que se fija la edad de admisión de los niños a los trabajos industriales revisado en 1937 |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας των ανηλίκων εις τας βιομηχανικάς εργασίας" | Convenio sobre la edad mínima industria |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας των ανηλίκων εις τας βιομηχανικάς εργασίας" αναθεωρημένη | Convenio revisado sobre la edad mínima industria, 1937 |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας των ανηλίκων εις τας βιομηχανικάς εργασίας" | Convenio por el que se fija la edad de admisión de los niños a los trabajos industriales |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας των ανηλίκων εν τη ναυτική εργασία" | Convenio sobre la edad mínima trabajo marítimo |
gen. | Σύμβαση "περί κατωτάτου ορίου ηλικίας των ανηλίκων εν τη ναυτική εργασία" | Convenio por el que se fija la edad mínima de admisión de los niños en el trabajo marítimo |
gen. | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας γυναικών" αναθεωρημένη, 1934 | Convenio revisado sobre el trabajo nocturno mujeres, 1934 |
gen. | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας γυναικών" | Convenio sobre el trabajo nocturno mujeres |
gen. | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας γυναικών" | Convenio relativo al Trabajo Nocturno de las Mujeres |
gen. | Σύμβαση περί ορισμένων κοινών οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων | Convenio sobre determinadas instituciones comunes a las Comunidades Europeas |
min.prod. | Σύμβαση "περί παλιννοστήσεως των ναυτικών" | Convenio relativo a la repatriación de la gente de mar |
gen. | Σύμβαση περί πολιτικής δικονομίας 1954 | Convenio relativo al Procedimiento Civil |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας εκ των κινδύνων δηλητηριάσεως των οφειλομένων εις το βενζόλιον" | Convenio sobre el benceno, 1971 |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας εκ των κινδύνων δηλητηριάσεως των οφειλομένων εις το βενζόλιον" | Convenio relativo a la protección contra los riesgos de intoxicación por el benceno |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας του ημερομισθίου" | Convenio sobre la protección del salario, 1949 |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας του ημερομισθίου" | Convenio relativo a la protección del salario |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας των εργαζομένων από τας ιοντιζούσας ακτινοβολίας" | Convenio sobre la protección contra las radiaciones, 1960 |
gen. | Σύμβαση "περί προστασίας των εργαζομένων από τας ιοντιζούσας ακτινοβολίας" | Convenio de la OIT relativo a la protección de los trabajadores contra las radiaciones ionizantes |
gen. | Σύμβαση "περί πτυχίων μαγείρων των πλοίων" | Convenio sobre el certificado de aptitud de los cocineros de buque, 1946 |
gen. | Σύμβαση "περί πτυχίων μαγείρων των πλοίων" | Convenio sobre el certificado de aptitud de los cocineros de buque |
gen. | Σύμβαση "περί συστάσεως Διεθνούς Ενώσεως προς δημοσίευσιν των Τελωνειακών Δασμολογίων" | Convenio entre España y varias potencias creando una Unión Internacional para la Publicación de las Tarifas de Aduana |
patents. | Σύμβαση "περί συστάσεως Παγκοσμίου Οργανώσεως Προστασίας της Ιδιοκτησίας επί των Εργων της Διανοίας" | Convenio que establece la Organización Mundial de la Propiedad Intelectual |
gen. | Σύμβαση "περί της αποδείξεως της γνησιότητος των φυσικών τέκνων έναντι της μητρός" | Convenio relativo a la determinación de la filiación materna de hijos no matrimoniales |
gen. | Σύμβαση "περί της διεθνούς συμβατικής δικαιοδοσίας εις περίπτωσιν διεθνούς πωλήσεως ενσωμάτων κινητών πραγμάτων" | Convenio relativo a la competencia del fuero contractual en caso de venta con carácter internacional de bienes muebles corporales |
gen. | Σύμβαση "περί της χρήσεως του ανθρακικού μολύβδου στουμπετσίου εν τοις χρωματισμοίς" | Convenio sobre la cerusa pintura |
gen. | Σύμβαση "περί της χρήσεως του ανθρακικού μολύβδου στουμπετσίου εν τοις χρωματισμοίς" | Convenio relativo al empleo de la cerusa en la pintura |
agric. | Σύμβαση "περί του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι και συνασπίζεσθαι των γεωργικών εργατών" | Convenio sobre el derecho de asociación agricultura |
agric. | Σύμβαση "περί του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι και συνασπίζεσθαι των γεωργικών εργατών" | Convenio relativo a los derechos de asociación y de coalición de los trabajadores agrícolas |
min.prod. | Σύμβαση "περί του εν καιρώ πολέμου υπό ναυτικών δυνάμεων βομβαρδισμού" | Convenio relativo al bombardeo por fuerzas navales en tiempo de guerra |
agric. | Σύμβαση περί του κατωτάτου ορίου ηλικίας εισόδου εις την απασχόλησιν | Convenio sobre la edad mínima agricultura, 1921 |
social.sc. | Σύμβαση "περί του κατωτάτου ορίου ηλικίας εισόδου εις την απασχόλησιν" | Convenio sobre la edad mínima de admisión al empleo |
agric. | Σύμβαση περί του κατωτάτου ορίου ηλικίας εισόδου εις την απασχόλησιν | Convenio relativo a la edad de admisión de los niños al trabajo agrícola |
gen. | Σύμβαση "περί τροποποιήσεως της Διεθνούς Συμβάσεως της 21ης Ιουνίου 1920 περί ιδρύσεως Διεθνούς Ινστιτούτου Ψύχους, υπογραφείσης εν Παρισίοις την 31ην Μαϊου 1937" | Convenio relativo al Instituto Internacional del Frío |
gen. | Σύμβαση "περί τροποποιήσεως της Διεθνούς Συμβάσεως της 21ης Ιουνίου 1920 περί ιδρύσεως Διεθνούς Ινστιτούτου Ψύχους, υπογραφείσης εν Παρισίοις την 31ην Μαϊου 1937" | Convenio Internacional del Frío |
min.prod. | Σύμβαση "περί τροφοδοσίας των πληρωμάτων" | Convenio sobre la alimentación y el servicio de fonda tripulación de buques, 1946 |
min.prod. | Σύμβαση "περί τροφοδοσίας των πληρωμάτων" | Convenio relativo a la alimentación y al servicio de fonda a bordo de los buques |
gen. | Σύμβαση "περί των Διεθνών Εκθέσεων" | Convenio relativo a las exposiciones internacionales |
gen. | Σύμβαση περί των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των ουδετέρων Δυνάμεων στον κατά θάλασσα πόλεμο | Convenio relativo a los derechos y deberes de las potencias neutrales en caso de guerra marítima |
gen. | Σύμβαση περί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των ουδετέρων Δυνάμεων και ιδιωτών στον κατά ξηράν πόλεμο | Convenio relativo a los derechos y deberes de las potencias y personal neutrales en caso de guerra terrestre |
social.sc. | Σύμβαση περί των ιθαγενών λαών και των λαών με φυλετική συγκρότηση σε ανεξάρτητες χώρες | Convenio sobre pueblos indígenas y tribales |
social.sc. | Σύμβαση περί των ιθαγενών λαών και των λαών με φυλετική συγκρότηση σε ανεξάρτητες χώρες | Convenio sobre pueblos indígenas y tribales en países independientes |
gen. | Σύμβαση "περί των νόμων και εθίμων εν τω κατά ξηράν πολέμω" 1907 | Convenio relativo a las leyes y usos de la guerra terrestre 1907 |
gen. | Σύμβαση "περί των προνομίων και ασυλιών των Ειδικευμένων Οργανισμών" | Convención sobre los privilegios e inmunidades de los organismos especializados |
social.sc. | Σύμβαση "περί των τριμερών συνεννοήσεων διά την προώθησιν της εφαρμογής των διεθνών κανόνων εργασίας" | Convenio sobre la consulta tripartita normas internacionales del trabajo, 1976 |
social.sc. | Σύμβαση "περί των τριμερών συνεννοήσεων διά την προώθησιν της εφαρμογής των διεθνών κανόνων εργασίας" | Convenio sobre consultas tripartitas para promover la aplicación de normas internacionales del trabajo |
min.prod. | Σύμβαση "περί των υποχρεώσεων του εφοπλιστού εν περιπτώσει ασθενείας, ατυχήματος ή θανάτου των εργατών θαλάσσης" | Convenio sobre las obligaciones del armador en caso de enfermedad o accidentes de la gente de mar |
min.prod. | Σύμβαση "περί των υποχρεώσεων του εφοπλιστού εν περιπτώσει ασθενείας, ατυχήματος ή θανάτου των εργατών θαλάσσης" | Convenio relativo a las obligaciones del armador en caso de enfermedad, accidente o muerte de la gente de mar |
gen. | Σύμβαση "περί υποχρεωτικής ιατρικής εξετάσεως παίδων και εφήβων εργαζομένων επί πλοίων" | Convenio sobre el examen médico de los menores trabajo marítimo, 1921 |
gen. | Σύμβαση "περί υποχρεωτικής ιατρικής εξετάσεως παίδων και εφήβων εργαζομένων επί πλοίων" | Convenio relativo al examen médico obligatorio de los menores empleados a bordo de los buques |
gen. | Σύμβαση "περί χρησιμοποιήσεως γυναικών εις υπογείους εργασίας μεταλλείων πάσης κατηγορίας" | Convenio sobre el trabajo subterráneo mujeres |
gen. | Σύμβαση "περί χρησιμοποιήσεως γυναικών εις υπογείους εργασίας μεταλλείων πάσης κατηγορίας" | Convenio relativo al empleo de las mujeres en los trabajos subterráneos de toda clase de minas |
social.sc. | Σύμβαση-πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων | Convenio Marco para la Protección de las Minorías Nacionales |
gen. | Σύμβαση πλαίσιο για τις διεθνείς μεταφορές όπλων | Tratado sobre el Comercio de Armas |
gen. | Σύμβαση πλαίσιο για τις διεθνείς μεταφορές όπλων | Convención Marco sobre Transferencias Internacionales de Armas |
social.sc. | σύμβαση-πλαίσιο εταιρικής σχέσης | Contrato Marco de Partenariado |
social.sc. | σύμβαση-πλαίσιο εταιρικής σχέσης | contrato marco de colaboración |
gen. | Σύμβαση που απαλλάσσει από την επικύρωση ορισμένες πράξεις και έγγραφα | Convenio sobre dispensa de legalización de ciertos documentos |
gen. | Σύμβαση που αποβλέπει στην προσέγγιση των εθνικών διαδικασιών χορήγησης ασύλου | Convenio con miras a la aproximación de los procedimientos nacionales de concesión del derecho de asilo |
construct. | Σύμβαση που αφορά τις διατάξεις ασφαλείας στην οικοδομική βιομηχανία | Convenio sobre las prescripciones de seguridad edificación |
construct. | Σύμβαση που αφορά τις διατάξεις ασφαλείας στην οικοδομική βιομηχανία | Convenio relativo a las prescripciones de seguridad en la industria de la edificación |
gen. | Σύμβαση που αφορά τον τρόπο καταχωρήσεως στα ληξιαρχικά βιβλία των επωνύμων και των κυρίων ονομάτων | Convenio relativo a la indicación de los apellidos y nombres en el registro civil |
gen. | Σύμβαση που καταργεί την υποχρέωση επικύρωσης των αλλοδαπών δημόσιων εγγράφων | Convenio por el que se suprime la exigencia de legalización para los documentos públicos extranjeros |
gen. | σύμβαση προγράμματος | contrato de programa |
gen. | σύμβαση προμήθειας πυρηνικού υλικού | contrato de suministro nuclear |
gen. | σύμβαση προμηθειών και υλικών | contrato de suministros y de material |
gen. | Σύμβαση "προς καταστολήν της παραχαράξεως και κιβδηλίας" | Convenio internacional para la represión de la falsificación de moneda |
gen. | Σύμβαση συνδιαλλαγής και διαιτησίας στα πλαίσια του ΟΑΣΕ | Convención de Conciliación y Arbitraje en la OSCE |
mater.sc. | σύμβαση συντήρησης μακράς διάρκειας | contrato de mantenimiento de larga duración |
gen. | Σύμβαση σχετικά με την αποδοχή υπηκόων τρίτων χωρών | Convenio relativo a la admisión de nacionales de Estados terceros |
gen. | Σύμβαση σχετικά με την αρμοδιότητα των αρχών και το εφαρμοστέο Δίκαιο όσον αφορά την προστασία των ανηλίκων | Convenio sobre competencia de las autoridades y la ley aplicable en materia de protección de menores |
chem. | Σύμβαση σχετικά με την ασφάλεια κατά τη χρήση χημικών προϊόντων στην εργασία | Convenio sobre la seguridad en la utilización de los productos químicos en el trabajo |
chem. | Σύμβαση σχετικά με την ασφάλεια κατά τη χρήση χημικών προϊόντων στην εργασία | Convenio sobre los productos químicos |
gen. | Σύμβαση σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων | Convenio relativo a la protección de los intereses financieros de las Comunidades |
tax. | Σύμβαση σχετικά με την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας στη Σύμβαση για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περίπτωση διορθώσεως των κερδών συνδεδεμένων επιχειρήσεων | Convenio relativo a la adhesión de la República de Austria, de la República de Finlandia y del Reino de Suecia al Convenio relativo a la supresión de la doble imposición en caso de corrección de los beneficios de empresas asociadas |
gen. | Σύμβαση σχετικά με την πρόληψη, τον έλεγχο και την αναχαίτηση της κατάχρησης του αθέμιτου εμπορίου και της αθέμιτης παραγωγής ναρκωτικών, ψυχοτρόπων ουσιών και συναφών χημικών μέσων | Convenio sobre prevención, control y represión del abuso y del tráfico y de la producción ilícitos de estupefacientes, sustancias psicotrópicas y aditivos químicos |
social.sc. | σύμβαση σχετικά με τις αλλαγές επωνύμων και ονομάτων | Convenio sobre cambios de apellidos y nombres |
social.sc. | σύμβαση σχετικά με το νόμο που εφαρμόζεται στα επώνυμα και στα ονόματα | Convenio sobre la legislación aplicable a apellidos y nombres |
tax., transp. | Σύμβαση σχετικά με το τελωνειακό καθεστώς των εμπορευματοκιβωτίων που χρησιμοποιούνται σε διεθνείς μεταφορές στο πλαίσιο της συνεκεμετάλλευσης | Convenio sobre la explotación en común de contenedores |
tax., transp. | Σύμβαση σχετικά με το τελωνειακό καθεστώς των εμπορευματοκιβωτίων που χρησιμοποιούνται σε διεθνείς μεταφορές στο πλαίσιο της συνεκεμετάλλευσης | Convenio sobre el régimen aduanero de los contenedores explotados en común en el transporte internacional |
gen. | Σύμβαση "σχετικώς με την ευθύνην του σιδηροδρόμου δια τον θάνατον και τραυματισμόν επιβατών, συμπληρωματικής της από 25.2.1961 ομοίας περί μεταφοράς επιβατών και αποσκευών δια των σιδηροδρόμων CIV" | Convenio Adicional al Convenio Internacional sobre Transporte de Viajeros y Equipajes por Ferrocarril CIV, de 25 febrero 1961, referente a la Responsabilidad del Ferrocarril por Muerte y Heridas de Viajeros |
gen. | Σύμβαση της Αρούσα | Convenio de Arusha |
gen. | σύμβαση της Βασιλείας | Convenio de Basilea |
gen. | Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών μεταξύ κρατών και διεθνών οργανισμών ή μεταξύ διεθνών οργανισμών | Convención de Viena sobre el derecho de los tratados entre Estados y Organizaciones Internacionales o entre Organizaciones Internacionales |
gen. | Σύμβαση της Βιέννης περί διπλωματικών σχέσεων | Convenio de Viena sobre relaciones diplomáticas |
gen. | Σύμβαση της Βιέννης "περί των διπλωματικών σχέσεων" | Convención de Viena sobre Relaciones Diplomáticas |
gen. | σύμβαση της Βιέννης περί των διπλωματικών σχέσεων | Convenio de Viena sobre relaciones diplomáticas |
life.sc. | Σύμβαση της Βόννης | Convención de Bonn |
life.sc. | Σύμβαση της Βόννης | Convención sobre las Especies Migratorias |
life.sc. | Σύμβαση της Βόννης | Convención sobre la Conservación de las Especies Migratorias de Animales Silvestres |
gen. | Σύμβαση της Γενεύης "περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων" | Convenio de Ginebra para aliviar la suerte que corren los heridos, los enfermos y los náufragos de las fuerzas armadas en el mar |
gen. | Σύμβαση της Γενεύης "περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και των ασθενών εις τας εν εκστρατεία ενόπλους δυνάμεις" | Convenio de Ginebra para aliviar la suerte que corren los heridos y los enfermos de las fuerzas armadas en campaña |
gen. | Σύμβαση της Γενεύης "περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου" | Convenio de Ginebra relativo al trato debido a los prisioneros de guerra |
gen. | Σύμβαση της Γενεύης "περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου" | Convenio de Ginebra relativo a la protección debida a las personas civiles en tiempo de guerra |
construct. | σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας | convenio de la Organización Internacional del Trabajo |
construct. | σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας | convenio de la OIT |
chem. | Σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 1990 για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση των χημικών προϊόντων στην εργασία | Convenio sobre los productos químicos |
chem. | Σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 1990 για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση των χημικών προϊόντων στην εργασία | Convenio sobre la seguridad en la utilización de los productos químicos en el trabajo |
social.sc., unions. | Σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 2011 σχετικά με την αξιοπρεπή εργασία για το οικιακό προσωπικό | Convenio sobre el trabajo decente para las trabajadoras y los trabajadores domésticos |
gen. | σύμβαση AKE-EOK της Λομέ | convención ACP-CEE de Lomé |
gen. | σύμβαση της Νέας Υόρκης περί των ειδικών αποστολών | Convenio de Nueva York sobre misiones especiales |
gen. | Σύμβαση του 1999 για την επισιτιστική βοήθεια | Convenio sobre Ayuda Alimentaria, 1999 |
gen. | Σύμβαση του 1995 για την επισιτιστική βοήθεια | Convenio sobre Ayuda Alimentaria, 1995 |
min.prod., fish.farm. | Σύμβαση του Διεθνούς Συμβουλίου για την εξερεύνηση των θαλασσών | Convenio del Consejo Internacional para la Exploración del Mar |
tax. | σύμβαση του Κυότο | Convenio internacional para la simplificación y armonización de los regímenes aduaneros |
tax. | σύμβαση του Κυότο | Convenio de Kyoto |
patents. | Σύμβαση του Λουξεμβούργου | Convenio sobre la patente comunitaria |
patents. | Σύμβαση του Λουξεμβούργου | Convenio relativo a la patente europea para el mercado común |
patents. | Σύμβαση του Λουξεμβούργου | Convenio de Luxemburgo |
patents. | Σύμβαση του Μονάχου | Convenio de Múnich |
patents. | Σύμβαση του Μονάχου | Convenio sobre la Patente Europea |
patents. | Σύμβαση του Μονάχου | Convenio sobre Concesión de Patentes Europeas |
earth.sc. | Σύμβαση του Παγκοσμίου Μετεωρολογικού Οργανισμού | Convenio de la Organización Meteorológica Mundial |
gen. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της εμπορίας ανθρώπων | Convenio del Consejo de Europa sobre la lucha contra la trata de seres humanos |
gen. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την περίθαλψη των απατρίδων στις περιπτώσεις των νέων κρατών | Convenio del Consejo de Europa sobre la prevención de los casos de apatridia en relación con la sucesión de Estados |
gen. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των παιδιών κατά της γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης | Convenio del Consejo de Europa para la protección de los niños contra la explotación y el abuso sexual |
gen. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των παιδιών κατά της γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης | Convenio de Lanzarote |
gen. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη της τρομοκρατίας | Convenio del Consejo de Europa para la prevención del terrorismo |
agric., tech. | Σύμβαση του Τορρεμολίνοςκν. | Convenio internacional sobre la seguridad de los barcos de pesca |
patents. | Σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας | Convenio de la Unión de París |
patents. | Σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας | Convenio de París para la Protección de la Propiedad Industrial |
energ.ind. | σύμβαση υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής | contrato firme de compra sin derecho de rescisión |
energ.ind. | σύμβαση υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής | contrato firme de compra |
energ.ind. | σύμβαση υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής | contrato de compra garantizada |
chem. | Σύμβαση Χημικών ΄Οπλων | Convenio en materia de armas químicas |
chem. | Σύμβαση Χημικών ΄Οπλων | Convención sobre armas químicas |
gen. | Τέταρτη Σύμβαση ΑΚΕ-ΕΟΚ ; Σύμβαση της Λομέ ; Λομέ IV | Cuarto Convenio ACP-CE |
gen. | Τέταρτη Σύμβαση ΑΚΕ-ΕΟΚ ; Σύμβαση της Λομέ ; Λομέ IV | Convenio de Lomé: Lomé IV |
tax., transp. | τελωνειακή σύμβαση για τα εμπορευματοκιβώτια | Convenio aduanero sobre contenedores |
tax., transp. | Τελωνειακή σύμβαση για την προσωρινή εισαγωγή εμπορικών οδικών οχημάτων | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de vehículos comerciales por carretera |
tax., transp. | Τελωνειακή σύμβαση για την προσωρινή εισαγωγή εμπορικών οδικών οχημάτων | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de los vehículos de carretera de uso comercial |
tax., transp. | Τελωνειακή σύμβαση για την προσωρινή εισαγωγή ιδιωτικών οδικών οχημάτων | Convenio sobre formalidades aduaneras para la importación temporal de vehículos particulares de carretera |
tax., transp. | Τελωνειακή σύμβαση για την προσωρινή εισαγωγή ιδιωτικών οδικών οχημάτων | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de los vehículos de carretera de uso privado |
tax., transp. | τελωνειακή σύμβαση για την προσωρινή εισαγωγή συσκευασιών χρησιμοποιούνται για τις διεθνείς μεταφορές | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de embalajes |
gen. | Τελωνειακή Σύμβαση μεταξύ Βελγίου, Λουξεμβούργου και Κάτω Χωρών | Convenio aduanero entre Bélgica, Luxemburgo y los Países Bajos |
gen. | Τελωνειακή Σύμβαση "περί προσωρινής εισαγωγής επιστημονικού υλικού" | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de material científico |
gen. | Τελωνειακή Σύμβαση "περί προσωρινής εισαγωγής παιδαγωγικού υλικού" | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de material pedagógico |
tax., transp. | τελωνειακή σύμβαση περί της προσωρινής εισαγωγής εμπορικών οδικών οχημάτων | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de vehículos comerciales por carretera |
tax., transp. | τελωνειακή σύμβαση περί της προσωρινής εισαγωγής εμπορικών οδικών οχημάτων | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de los vehículos de carretera de uso comercial |
tax., transp. | τελωνειακή σύμβαση περί της προσωρινής εισαγωγής ιδιωτικών οδικών οχημάτων | Convenio sobre formalidades aduaneras para la importación temporal de vehículos particulares de carretera |
tax., transp. | τελωνειακή σύμβαση περί της προσωρινής εισαγωγής ιδιωτικών οδικών οχημάτων | Convenio aduanero relativo a la importación temporal de los vehículos de carretera de uso privado |
gen. | Τελωνειακή Σύμβαση σχετικά με τα δελτία ECS για τα εμπορικά δείγματα | Convenio aduanero sobre los carnés ECS para las muestras comerciales |
gen. | το μέρος που καταγγέλλει τη σύμβαση | causante de la anulación del contrato |
gen. | το μέρος που καταγγέλλει τη σύμβαση | causante de la extinción del contrato |
gen. | το μέρος που καταγγέλλει τη σύμβαση | autor de la extinción del contrato |
gen. | το μέρος που καταγγέλλει τη σύμβαση | autor de la anulación del contrato |
gen. | υποβάλλω προσφορά για δημόσια σύμβαση | participar en licitaciones públicas |
gen. | Eυρωπαϊκή μορφωτική σύμβαση | Convenio Cultural Europeo |
gen. | Eυρωπαϊκή Σύμβαση για την καταστολή των τροχαίων αδικημάτων | Convenio europeo para la represión de las infracciones en carretera |
patents. | Eυρωπαϊκή Σύμβαση "επί των απαιτουμένων διατυπώσεών δια τας αιτήσεις διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας" | Convenio europeo sobre las formalidades prescritas para solicitudes de patentes |
gen. | Eυρωπαϊκή Σύμβαση "επί των διεθνών επιπτώσεων εκ της αφαιρέσεως του δικαιώματος οδηγήσεως μηχανοκινήτου οχήματος" | Convenio europeo sobre los efectos internacionales de la privación del derecho a conducir vehículos de motor |
gen. | Eυρωπαϊκή Σύμβαση "περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως έναντι αστικής ευθύνης αφορώσης εις αυτοκίνητα οχήματα" | Convenio europeo relativo al seguro obligatorio de la responsabilidad civil en materia de vehículos de motor |
life.sc. | ACP,χώρες της Αφρικής,της Καραϊβικής και του Ειρηνικού-Σύμβαση Λομέ | ACP, países de África, del Caribe y del Pacífico signatarios del convenio de Lomé |