DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Electronics containing συμφωνία | all forms
GreekSpanish
διμερής συμφωνίαcontrol bilateral
εκτελεστική συμφωνία του ΔΟΕacuerdo de aplicación de la AIE
συμφωνία διαμόρφωσηςcoherencia de una modulación
συμφωνία διαμόρφωσηςcoherencia de un sematema
συμφωνία ελέγχουAcuerdo de verificación
συμφωνία μετώπων κύματος ραδιοκυμάτωνcoherencia del frente de onda
Συμφωνία που απαγορεύει τις πυρηνικές δοκιμές στην ατμόσφαιρα, το απώτερο διάστημα και τον υποβρύχιο χώροTratado de prohibición parcial de pruebas
Συμφωνία που απαγορεύει τις πυρηνικές δοκιμές στην ατμόσφαιρα, το απώτερο διάστημα και τον υποβρύχιο χώροTratado sobre limitación de pruebas nucleares
Συμφωνία που απαγορεύει τις πυρηνικές δοκιμές στην ατμόσφαιρα, το απώτερο διάστημα και τον υποβρύχιο χώροTratado por el que se prohiben los ensayos con armas nucleares en la atmósfera, el espacio ultraterrestre y debajo del agua
Συμφωνία που απαγορεύει τις πυρηνικές δοκιμές στην ατμόσφαιρα, το απώτερο διάστημα και τον υποβρύχιο χώροTratado de prohibición parcial de ensayos
Συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, της Κυβέρνησης της Ιαπωνίας, της Κυβέρνησης της Ρωσικής ομοσπονδίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για δραστηριότητες εκπόνησης της κατασκευαστικής μελέτης για το διεθνή θερμοπυρηνικό πειραματικό αντιδραστήραAcuerdo de cooperación entre la Comunidad Europea de la Energía Atómica, el Gobierno de Japón, el Gobierno de la Federación Rusa y el Gobierno de los Estados Unidos de América en las actividades de diseño técnico del reactor termonuclear experimental internacional
συμφωνία συχνοτήτωνcoherencia de frecuencia
συμφωνία φάσηςcoherencia de fase
φέρουσα με συμφωνία φάσηςportadora a fase coherente
φώραση με συμφωνία φάσηςdetección coherente de fase
χρονική συμφωνίαcoherencia temporal