DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Communications containing πιστοποιητικό | all forms
GreekSpanish
αναγνωρισμένο πιστοποιητικό γνησιότητας ιστοτόπουcertificado cualificado de autenticación de sitio web
αναγνωρισμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικής σφραγίδαςcertificado cualificado de sello electrónico
αναγνωρισμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικής υπογραφήςcertificado cualificado de firma electrónica
Πιστοποιητικό Ασφάλειας Ραδιεπικοινωνιών Φορτηγού Πλοίουcertificado de seguridad radioeléctrica para buque de carga
Πιστοποιητικό Ασφάλειας Ραδιοτηλεγραφίας Φορτηγού Πλοίουcertificado de seguridad radiotelegráfica para buque de carga
Πιστοποιητικό Ασφάλειας Ραδιοτηλεφωνίας Φορτηγού Πλοίουcertificado de seguridad radiotelefónica para buque de carga
πιστοποιητικό ασφαλείας ραδιοτηλεφωνίας φορτηγού πλοίουcertificado de seguridad radiotelefónica para buque de carga
πιστοποιητικό πρώτης τάξηςcertificado de primera clase
πιστοποιητικό σπουδών ραδιοτηλεγραφητήcertificado de radiotelegrafista
πιστοποιητικό συμμόρφωσηςcertificado de conformidad
πιστοποιητικό χειριστήcertificado de operador
πιστοποιητικό χρήστηcertificado