DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Health care containing οργανο | all forms | exact matches only
GreekSpanish
διακυβερνητικό όργανο διαπραγμάτευσηςórgano de negociación intergubernamental
μηχανικό όργανο που διεισδύει στον εγκέφαλοinstrumento accionado mecánicamente que penetre en el cerebro
μυζητήριο όργανοhaustorio
Μόνιμο ΄Οργανο για την Ασφάλεια και την Υγιεινή στα Λιγνιτωρυχεία και τις Λοιπές Εξορυκτικές ΒιομηχανίεςOrganismo permanente para la seguridad e higiene en las minas de hulla y otras industrias extractivas
Μόνιμο Οργανο για την Ασφάλεια και την Υγιεινή στα Ανθρακωρυχεία και στις άλλες Εξορυκτικές ΒιομηχανίεςÓrgano permanente de seguridad e higiene en las minas de hulla y otras industrias extractivas
Συντονιστικό Όργανο Ιατροτεχνολογικών ΠροϊόντωνMDCG
Συντονιστικό Όργανο Ιατροτεχνολογικών ΠροϊόντωνGrupo de Coordinación de Productos Sanitarios
όργανο για οποθεραπείαórgano para uso opoterápico
όργανο για τεστ αυτοδιάγνωσης για μόλυνση από τον ιό HIVequipo de autodiagnóstico de la infección por VIH
όργανο για την εξακρίβωση και μέτρηση της ραδιενέργειας των υδάτων ή αερίωνfontactoscopio
όργανο για την καταμέτρηση της εντάσεως των ακτίνων Roentgenintensímetro
όργανο εξαρτώμενο από ανδρογόναórgano androgenodependiente
όργανο-στόχοςórgano objetivo
όργανο-στόχοςórgano-blanco
όργανο-στόχοςórgano diana