DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Life sciences containing οργανο | all forms | exact matches only
GreekSpanish
βαρυμετρικό όργανο γεωφυσικήςinstrumento gravimétrico de geofísica
Επικουρικό Οργανο Επιστημονικών, Τεχνικών και Τεχνολογικών ΣυμβουλώνÓrgano Subsidiario de Asesoramiento Científico, Técnico y Tecnológico
καταγραφικό όργανοinstrumento registrador
μαγνητικό όργανο γεωφυσικήςinstrumento magnético de geofísica
μηχανικό όργανο εκτύπωσης χαρακτήρων και συμβόλωνtrípode de estampar
μηχανικό όργανο εκτύπωσης χαρακτήρων και συμβόλωνcomponedor de estampación
όργανο αντίστασης στην πόλωσηequipo para resistencia a la polarización
όργανο βαρομετρικής πιέσεωςbaróscopo
όργανο βαρομετρικής πιέσεωςbaroscopio
όργανο γεωφυσικήςinstrumento de geofísica
όργανο διαίρεσης κύκλουmáquina de graduar
όργανο διασκόπησης εντός της γεωτρητικής οπήςsondeo para pozos profundos
όργανο ηλεκτρονικής μέτρησης αποστάσεωνtelémetro eléctrico
όργανο ηλεκτρονικής μέτρησης αποστάσεωνtelémetro electrónico
όργανο μέτρησης αποστάσεων με μικροκύματαtelémetro de microondas
όργανο μέτρησης διακένουgalibo
όργανο μέτρησης διακένουespacio libre
όργανο με απευθείας ανάγνωσηinstrumento de lectura directa
όργανο μετεωρολογίαςinstrumento de meteorología
όργανο μετρήσεως της ατμοσφαιρικής αλλοιώσεωςcámara climática
όργανο στερεοσύγκρισηςestereocomparador
όργανο υδρολογίαςinstrumento de hidrología
όργανο χάραξης ευθυγραμμιώνinstrumento de calibración
όργανο χάραξης ευθυγραμμιώνinstrumento de ajuste