DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Marketing containing μέθοδος | all forms
GreekSpanish
αποκλειστική μέθοδος πωλήσεωνmétodo exclusivo de venta
λογιστική μέθοδος που χρησιμοποιείται κατά την τήρηση των λογαριασμώνmétodo contable aplicable para la preparación de las cuentas
μέθοδος αναγωγής σε τρέχουσα αξία "RISK METRICS"método de actualización RISK METRICS
μέθοδος αποτίμησης στοιχείων απογραφής FILOsalida en orden inverso al de entrada
μέθοδος "RISK METRICS" για την αναγωγή σε τρέχουσα αξίαmétodo de actualización RISK METRICS
μέθοδος δεδουλευμένων εσόδων και εξόδωνmétodo de la base devengada
μέθοδος δεδουλευμένων εσόδων και εξόδωνmétodo de ejercicio
μέθοδος καταλογισμού απασχολούμενου κεφαλαίουmétodo de imputación del capital empleado
μέθοδος καταλογισμού λειτουγικού κόστουςmétodo de imputación de costes de explotación
μέθοδος καταμερισμού λειτουργικών δαπανώνmétodo de imputación de costes de explotación
μέθοδος ομαλοποίησηςmétodo de regularización
μέθοδος προσφοράς συμμετοχής σε σύστημα ενοποιημένης παρουσίας/franchisemétodos de oferta de franquicia
μέθοδος της τιμής κόστους ή της αγοραίας τιμήςmétodo del precio de mercado
ταμειακή μέθοδοςmétodo de situación de caja
ταμειακή μέθοδοςmétodo de caja
φθίνουσα μέθοδος υπολογισμού αποσβέσεωνmétodo gradual de amortización
φθίνουσα μέθοδος υπολογισμού αποσβέσεωνmétodo de depreciación de saldos decrecientes