DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing κινητικότητα | all forms
GreekSpanish
Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού και της κινητικότητας1990-1994Programa Específico de Investigación y Desarrollo Tecnológico en el ámbito del Capital Humano y de la Movilidad1990-1994
Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης,συμπεριλαμβανομένης της επίδειξης,στον τομέα της επιμόρφωσης και κινητικότητας των ερευνητώνPrograma específico de investigación,desarrollo tecnológico y demostración,en el campo de la formación y la movilidad de los investigadores
Επιτροπή ΚινητικότηταςComité de Movilidad
κάρτα ατόμου υπό καθεστώς κινητικότηταςtarjeta de la persona en movilidad
κινητικότητα της εργασίαςmovilidad laboral
κινητικότητα του πληθυσμούmovilidad de la población