Subject | Greek | Spanish |
social.sc., transp. | άτομα με μειωμένη κινητικότητα | persona con movilidad reducida |
social.sc., transp. | άτομα με μειωμένη κινητικότητα | pasajero con movilidad reducida |
health. | άτομο μειωμένης κινητικότητας | minusvalía del aparato locomotor |
social.sc., transp. | άτομο μειωμένης κινητικότητας | persona con movilidad reducida |
social.sc., transp. | άτομο μειωμένης κινητικότητας | pasajero con movilidad reducida |
econ. | έγγειος κινητικότητα | movilidad territorial |
transp., environ. | αειφόρος κινητικότητα | transporte que respete el medio ambiente |
transp., environ. | αειφόρος κινητικότητα | movilidad sostenible |
med. | απουσία εμβρυϊκής κινητικότητας | ausencia de movimiento fetal |
econ. | βιώσιμη κινητικότητα | movilidad sostenible |
polit., transp. | Γενική Διεύθυνση Κινητικότητας και Μεταφορών | Dirección General de Movilidad y Transportes |
polit., transp. | Γενική Διεύθυνση Κινητικότητας και Μεταφορών | DG Movilidad y Transportes |
social.sc., empl. | γεωγραφική και επαγγελματική κινητικότητα | movilidad geográfica y profesional |
econ. | γεωγραφική κινητικότητα | movilidad geográfica |
immigr. | διάλογος για τη μετανάστευση και την κινητικότητα | diálogo sobre migración y movilidad |
el. | διαμόρφωση κινητικότητας φορέων φορτίου | modulación de la movilidad de los portadores de carga |
transp., environ. | διαρκής κινητικότητα | transporte que respete el medio ambiente |
transp., environ. | διαρκής κινητικότητα | movilidad sostenible |
ed. | διευρωπαϊκό πρόγραμμα κινητικότητας για πανεπιστημιακές σπουδές | programa de cooperación transeuropea en materia de educación superior |
ed. | διευρωπαϊκό πρόγραμμα κινητικότητας για πανεπιστημιακές σπουδές | programa de movilidad transeuropea en materia de estudios universitarios |
ed. | διευρωπαϊκό πρόγραμμα κινητικότητας για πανεπιστημιακές σπουδές | Proyecto de Movilidad Transeuropea en materia de Estudios Universitarios |
commun., transp. | διευρωπαϊκό τηλεπικοινωνιακό δίκτυο για τους χρήστες μεταφορών και κινητικότητας | red transeuropea de telecomunicación para el transporte y la movilidad |
mater.sc. | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, περιλαμβανομένης της επίδειξης, στον τομέα της επιμόρφωσης και κινητικότητας των ερευνητών | Programa específico de investigación, desarrollo tecnológico y demostración, en el campo de la formación y la movilidad de los investigadores |
ed., nat.sc. | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της επιμόρφωσης και κινητικότητας των ερευνητών | programa específico de investigación, desarrollo tecnológico y demostración en el campo de la formación y la movilidad de los investigadores |
ed., nat.sc. | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της επιμόρφωσης και κινητικότητας των ερευνητών | programa específico de investigación, desarrollo tecnológico y de demostración en el ámbito de la formación y la movilidad de los investigadores |
nat.sc. | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού και της κινητικότητας | programa específico de investigación y de desarrollo tecnológico en el ámbito del capital humano y de la movilidad |
gen. | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού και της κινητικότητας1990-1994 | Programa Específico de Investigación y Desarrollo Tecnológico en el ámbito del Capital Humano y de la Movilidad1990-1994 |
gen. | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης,συμπεριλαμβανομένης της επίδειξης,στον τομέα της επιμόρφωσης και κινητικότητας των ερευνητών | Programa específico de investigación,desarrollo tecnológico y demostración,en el campo de la formación y la movilidad de los investigadores |
ed., nat.sc. | ειδικό πρόγραμμα έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα της επιμόρφωσης και κινητικότητας των ερευνητών | programa específico de investigación, desarrollo tecnológico y demostración en el campo de la formación y la movilidad de los investigadores |
ed., nat.sc. | ειδικό πρόγραμμα έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης στον τομέα της επιμόρφωσης και κινητικότητας των ερευνητών | programa específico de investigación, desarrollo tecnológico y de demostración en el ámbito de la formación y la movilidad de los investigadores |
social.sc. | ενίσχυση για γεωγραφική κινητικότητα | beca de movilidad |
social.sc. | ενδογενεακή κοινωνική κινητικότητα | movilidad intergeneracional |
unions. | ενισχύσεις για γεωγραφική κινητικότητα | ayudas a la movilidad geográfica |
fin. | επένδυση που χαρακτηρίζεται από μεγάλο βαθμό κινητικότητας | inversión móvil |
social.sc. | επίδομα γεωγραφικής κινητικότητας | indemnización de movilidad geográfica |
social.sc. | επίδομα κινητικότητας | subsidio de movilidad |
econ. | επαγγελματική κινητικότητα | movilidad profesional |
ed., nat.sc. | Επιμόρφωση και Κινητικότητα των Ερευνητών | programa específico de investigación, desarrollo tecnológico y demostración en el campo de la formación y la movilidad de los investigadores |
ed., nat.sc. | Επιμόρφωση και Κινητικότητα των Ερευνητών | programa específico de investigación, desarrollo tecnológico y de demostración en el ámbito de la formación y la movilidad de los investigadores |
gen. | Επιτροπή Κινητικότητας | Comité de Movilidad |
social.sc., lab.law. | εργαζόμενος με μειωμένη κινητικότητα | trabajador de movilidad reducida |
social.sc., lab.law. | εργαζόμενος με μειωμένη κινητικότητα | trabajador con movilidad reducida |
immigr. | εταιρική σχέση κινητικότητας | asociación de movilidad |
empl. | ευρωπαϊκή πύλη για την επαγγελματική κινητικότητα | portal europeo de la movilidad profesional |
construct., unions. | Ευρωπαϊκό Έτος της κινητικότητας των εργαζομένων | Año Europeo de la movilidad de los trabajadores |
lab.law. | ευρωπαϊκός χώρος επαγγελματικής κινητικότητας | espacio europeo de movilidad profesional |
ed. | ιδεατή κινητικότητα | movilidad virtual |
ed., commun. | ιστοσελίδα-πύλη για την κινητικότητα | página sobre movilidad |
social.sc. | κάθετη κοινωνική κινητικότητα | movilidad vertical |
gen. | κάρτα ατόμου υπό καθεστώς κινητικότητας | tarjeta de la persona en movilidad |
ed. | κέντρο ενημέρωσης για την κινητικότητα και τις ακαδημαϊκές ισοτιμίες | Centro de información sobre la movilidad y las equivalencias académicas |
immigr. | και της εταιρικής σχέσης Αφρικής-ΕΕ για την μετανάστευση την κινητικότητα και την απασχόληση | Asociación África-UE sobre migración, movilidad y empleo |
environ. | κατώφλι κινητικότητας | umbral de movilidad |
econ. | κινητικότητα διαμονής | movilidad de residencia |
econ. | κινητικότητα διδασκομένων | movilidad escolar |
el. | κινητικότητα επίδρασης πεδίου | movilidad de efecto de campo |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων αντιμονιούχου ίνδιου | movilidad de los electrones del antimoniuro de indio |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων αρσενιδίου του ινδίου | movilidad de los electrones del arseniuro de indio |
el. | Κινητικότητα ηλεκτρονίων μέσα στο αντιμονιούχο αργίλλιο | movilidad de los electrones del antimoniuro de aluminio |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων στο καρβίδιο πυριτίου | movilidad de los electrones del carburo de silicio |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων στο πυρίτιο | movilidad de los electrones en el silicio |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων του αντιμονιούχου γαλλίου | movilidad de los electrones del antimoniuro de galio |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων του αρσενικούχου γαλλίου | movilidad electrónica del arseniuro de galio |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων του φωσφορούχου γαλλίου | movilidad electrónica del fosfuro de galio |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων φαιού κασσίτερου | movilidad de los electrones del estaño gris |
el. | κινητικότητα ηλεκτρονίων φωσφιδίου του ινδίου | movilidad de los electrones del fosfuro de indio |
earth.sc., el. | κινητικότητα ολίσθησης | movilidad de deriva |
earth.sc., el. | κινητικότητα ολίσθησης | movilidad |
el. | κινητικότητα ολίσθησης ηλεκτρονίων | movilidad electrónica |
el. | κινητικότητα ολίσθησης ηλεκτρονίων | movilidad de los electrones |
el. | κινητικότητα ολίσθησης ηλεκτρονίων | movilidad de deriva electrónica |
el. | κινητικότητα ολισθήσεως οπών | movilidad de los huecos |
el. | κινητικότητα οπών | movilidad de los huecos |
el. | κινητικότητα οπών αντιμονιούχου ίνδιου | movilidad de los huecos del antimoniuro de indio |
el. | κινητικότητα οπών αρσενιδίου του ινδίου | movilidad de los huecos del arseniuro de indio |
el. | κινητικότητα οπών Γερμανίου | movilidad de los huecos del germanio |
el. | Κινητικότητα οπών μέσα στο αντιμονιούχο αργίλλιο | movilidad de los huecos del antimoniuro de aluminio |
el. | κινητικότητα οπών στο καρβίδιο πυριτίου | movilidad de los huecos del carburo de silicio |
el. | κινητικότητα οπών στο πυρίτιο | movilidad de los huecos en el silicio |
el. | κινητικότητα οπών του αντιμονιούχου γαλλίου | movilidad de los huecos del antimoniuro de galio |
el. | κινητικότητα οπών του αρσενικούχου γαλλίου | movilidad de los huecos del arseniuro de galio |
el. | κινητικότητα οπών του φωσφορούχου γαλλίου | movilidad de los huecos del fosfuro de galio |
el. | κινητικότητα οπών φωσφιδίου του ινδίου | movilidad de los huecos del fosfuro de indio |
gen. | κινητικότητα της εργασίας | movilidad laboral |
econ. | κινητικότητα του εργατικού δυναμικού | movilidad de la mano de obra |
gen. | κινητικότητα του πληθυσμού | movilidad de la población |
lab.law. | κινητικότητα του προσωπικού | movilidad de los efectivos: mano de obra, personal, trabajadores |
chem. | κινητικότητα των αποβλήτων | movilidad de los desechos |
agric. | κινητικότητα των γαιών | movilidad de la propriedad rural |
law | κινητικότητα των εκπαιδευτών και των εκπαιδευομένων | movilidad de los educadores y de las personas en formación |
R&D. | κινητικότητα των ερευνητών | movilidad de los investigadores |
el. | κινητικότητα των ηλεκτρονίων του Γερμανίου | movilidad de los electrones del germanio |
bank. | κινητικότητα των λογαριασμών | movilidad de los clientes de bancos |
bank. | κινητικότητα των πελατών | movilidad de los clientes de bancos |
bank. | κινητικότητα των πελατών σε σχέση με τους τραπεζικούς λογαριασμούς | movilidad de los clientes de bancos |
earth.sc. | κινητικότητα των ραδιονουκλεϊδίων | movilidad de los radionúclidos |
transp. | κινητικότητα των στόλων | mobilidad de las flotas |
ed. | κινητικότητα των φοιτητών και εκπαιδευτικών | movilidad de los estudiantes y profesores |
el. | Κινητικότητα των φορέων φορτίου μέσα στο ανθρακένιο | movilidad de portadores en el antraceno |
ed. | κινητικότητα φοιτητών και εκπαιδευτικών | movilidad de estudiantes y profesores |
el. | κινητικότητα Χωλ | movilidad de Hall |
el. | κοιλάδα υψηλής κινητικότητας | valle de alta movilidad |
el. | κοιλάδα χαμηλής κινητικότητας | valle de movilidad baja |
health., transp. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσεως για τη συμμετοχή προσώπων με μειωμένη κινητικότητα στην κυκλοφορία | Programa de acción comunitario relativo a la participación de las personas de movilidad reducida en la circulación |
social.sc. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσεως για τη συμμετοχή προσώπων με μειωμένη κινητικότητα στην κυκλοφορία | Programa de acción comunitario relativo a la participación de las personas de movilidad reducida en la circulación |
ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την κινητικότητα των φοιτητών | programa Erasmus |
ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την κινητικότητα των φοιτητών | programa de acción comunitario en materia de movilidad de los estudiantes |
econ. | κοινωνική κινητικότητα | movilidad social |
immigr. | Κοινό πρόγραμμα για τη μετανάστευση και την κινητικότητα | Programa Común sobre Migración y Movilidad |
IT, nat.sc. | κρυσταλλολυχνία με υψηλής κινητικότητας ηλεκτρόνια | transistor de electrones de alta movilidad |
IT, nat.sc. | κρυσταλλοτρίοδος με ηλεκτρόνια υψηλής κινητικότητας | transistor de electrones de alta movilidad |
med. | κόπωση κινητικότητας | fatiga motriz |
el. | μέτρηση κινητικότητας με την μέθοδο Haynes-Shockley | medición de la movilidad Haynes-Shockley |
health., med. | μειωμένη κινητικότητα εντέρου και γαστρεντερικών εκκρίσεων | disminución de la actividad del aparato digestivo |
med. | μηχανισμός υποστήριξης της κινητικότητας | dispositivo de apoyo a la movilidad |
health. | νοσήματα που προκαλούνται από μείωση της κινητικότητας | enfermedades causadas por sedentarismo |
commun., IT, dat.proc. | Οντότητα Διαχείρισης της Κινητικότητας | nodo MME |
ed. | παράγοντας της κινητικότητας | operador de movilidad |
med. | παρεμπόδιση της κινητικότητας των αρθρώσεων | bloqueo articular |
ed. | περίοδος κινητικότητας | período de movilidad |
med. | περιορισμός κινητικότητας | restricción de la movilidad |
transp., environ. | Πράσινη βίβλος σχετικά με τις επιπτώσεις των μεταφορών στο περιβάλλον: μια κοινοτική στρατηγική για "Βιώσιμη Κινητικότητα" | Libro Verde sobre el impacto del transporte en el medio ambiente - Una estrategia comunitaria para un desarrollo de los transportes respetuoso con el medio ambiente |
ed., R&D. | Πράσινο Βιβλίο-Εκπαίδευση, Κατάρτιση, Έρευνα-Τα εμπόδια στη διακρατική κινητικότητα | Libro verde-Educación, formación, investigación-Los obstáculos para la movilidad |
social.sc. | πρόγραμμα "Ανθρωπινοι πόροι και κινητικότητα" | programa "Capital humano y movilidad" |
ed. | Πρόγραμμα διευρωπαϊκής κινητικότητας για πανεπιστημιακές σπουδές; Διευρωπαϊκό πρόγραμμα συνεργασίας στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης TEMPUS II, 1994-1998 | Programa de movilidad transeuropea en materia de estudios universitarios |
ed. | Πρόγραμμα διευρωπαϊκής κινητικότητας για πανεπιστημιακές σπουδές; Διευρωπαϊκό πρόγραμμα συνεργασίας στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης TEMPUS II, 1994-1998 | Programa de cooperación transeuropea en materia de educación superior TEMPUS II, 1994-1998 |
lab.law. | πρόγραμμα κινητικότητας των νέων | proyecto de movilidad de los jóvenes |
social.sc., transp. | πρόσωπο με μειωμένη κινητικότητα | persona con movilidad reducida |
social.sc., transp. | πρόσωπο με μειωμένη κινητικότητα | pasajero con movilidad reducida |
ed. | σπουδαστές κινητικότητας | estudiante móvil |
ed. | σπουδαστές που δεν μετέχουν σε προγράμματα κινητικότητας | estudiante no movíl |
ed. | σπουδαστές που μετέχουν σε προγράμματα κινητικότητας | estudiante móvil |
el. | στοιχείο κινητικότητας ηλεκτρονίων | constante concentrada de movilidad electrónica |
lab.law. | συμφωνία για κινητικότητα | convenio de movilidad |
environ. | συμφωνία κινητικότητας | acuerdo de movilidad |
el. | συνθήκη κινητικότητας τετραγωνικής ρίζας | condición de movilidad raíz cuadrada |
immigr. | Συνολική Προσέγγιση της Μετανάστευσης και της Κινητικότητας | Enfoque Global de la Migración y la Movilidad |
el. | συντελεστής κινητικότητας οπών | factor de movilidad de los huecos |
transp. | Σχέδιο δράσης για την αστική κινητικότητα | Plan de Acción de Movilidad Urbana |
econ., social.sc. | Σχέδιο Δράσης για τις Δεξιότητες και την Κινητικότητα | Plan de acción sobre las capacidades y la movilidad |
el. | σχέση κινητικότητας | relación de movilidad |
immigr. | σύμπραξη κινητικότητας | asociación de movilidad |
ed. | τομέας κινητικότητας | itinerario de movilidad |
tech. | τρανσίστορ ηλεκτρονίων υψηλής κινητικότητας | micra |
mater.sc. | τόνωση της κατάρτισης και της κινητικότητας των ερευνητών | estímulo a la formación y a la movilidad de los investigadores |
ed. | υποτροφία κινητικότητας | beca de movilidad |
pharma. | φάρμακο που αναστέλλει την κινητικότητα | antiperistáltico |
environ. | χωροταξική κινητικότητα | movilidad espacial |