Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Spanish
Terms
for subject
Law
containing
θέσεις
|
all forms
Greek
Spanish
εναλλαγή του προσωπικού στις
θέσεις
εργασίας
rotación de personal
εργασία παρεχόμενη από περισσότερες
θέσεις
trabajo en varios puestos
περιοριστικές συμφωνίες και δεσπόζουσες
θέσεις
antitrust
τα μέρη δικαιούνται να αναπτύξουν προφορικώς τις
θέσεις
τους
la parte podrá intervenir oralmente
Get short URL