DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing εκτίμηση | all forms
GreekSpanish
δίκαιη εκτίμησηevaluación equitativa
δίκαιη εκτίμησηapreciación equitativa
εκτίμηση επιπτώσεωνevaluación del impacto
εκτίμηση μισθίουvaloración de la propiedad arrendada
εκτίμηση μισθίουtasación de la propiedad arrendada
εκτίμηση της ατομικότηταςdeterminar si un diseño posee carácter singular
εκτίμηση της καταστάσεως που απορρέει από οικονομικά γεγονότα ή περιστάσειςapreciación de la situación resultante de hechos o circunstancias económicas
εκτίμηση του αντίκτυπουevaluación del impacto
εκτίμηση του κύρουςapreciación de validez
εκτίμηση των αποδεικτικών μέσωνvaloración de la prueba
εκτίμηση των αποδεικτικών μέσωνevaluación de la prueba
εκτίμηση των αποδεικτικών μέσωνapreciación de la prueba
εκτίμηση των πραγματικών περιστατικώνevaluación de los hechos
εκτίμηση των πραγματικών περιστατικώνvaloración de los hechos
εκτίμηση των πραγματικών περιστατικώνapreciación de los hechos
εκτίμηση των συγκεντρώσεωνevaluación de las operaciones de concentración
εκτίμηση όσον αφορά τον επιλήψιμο χαρακτήραapreciación de su carácter reprobable
εκτεταμένη εκτίμηση επιπτώσεωνevaluación del impacto ampliada
ελεύθερη εκτίμησηlibre apreciación
ελεύθερη εκτίμησηlibertad de apreciación
εσφαλμένη εκτίμησηapreciación errónea
εσφαλμένη εκτίμηση του πραγματικών περιστατικώνerror de hecho (error facti)
εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικώνerror en la apreciación de los hechos
μόνος αρμόδιος για την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικώνla única competente para valorar los hechos
νομική εκτίμησηvaloración jurídica
πλάνη περί την εκτίμησηerror de apreciación
συνολική εκτίμησηevaluación global