Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Azerbaijani
Bengali
Bulgarian
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Hebrew
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian Latin
Spanish
Tatar
Vietnamese
Terms
for subject
Health care
containing
διάρκεια
|
all forms
Greek
Spanish
διάρκεια
αλληλουχίας χρήσεων λυχνίας ακτίνων Χ
duración de la serie de exposición de un tubo de rayos X
διάρκεια
ανάπαυσης
período de descanso
διάρκεια
γαλακτικής περιόδου
duración de la lactación
διάρκεια
γαλακτοπαραγωγής
duración de la lactación
επιστημονική επιτροπή για τα όρια έκθεσης κατά τη
διάρκεια
της εργασίας
Comité científico para los límites de exposición profesional a agentes químicos
Επιστημονική επιτροπή για τα όρια έκθεσης κατά τη
διάρκεια
της εργασίας, σε χημικές ουσίες
Comité científico para los límites de exposición profesional a agentes químicos
επιτροπή για την προσαρμογή των οδηγιών στην τεχνική πρόοδο σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που παρουσιάζονται σαν συνέπεια της έκθεσής τους κατά τη
διάρκεια
της εργασίας σε χημικά, φυσικά και βιολογικά μέσα
Comité de adaptación al progreso técnico : protección de los trabajadores contra los riesgos de exposición a agentes químicos, físicos y biológicos en el trabajo
ημερήσια
διάρκεια
έκθεσης
duración de la exposición diaria
κανονισμοί για την
διάρκεια
της ανάπαυσης
reglamento de descanso laboral
κανονισμοί για την
διάρκεια
της ανάπαυσης
regla de las 11 horas
προσδιορισμός του σε οξυγόνο κορεσμού του αίματος διά φωτοηλεκτρικού μηχανήματος κατά την
διάρκεια
της εργασίας
ergooximetría
το κάπνισμα κατά τη
διάρκεια
της εγκυμοσύνης μπορεί να βλάψει την υγεία του παιδιού σας
fumar durante el embarazo perjudica la salud de su hijo
Get short URL