DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Environment containing γεωργία | all forms
GreekSpanish
ανθρακοδεσμευτική γεωργίαcaptura de dióxido de carbono en suelos agrícolas
βιολογική καταπολέμηση στη γεωργίαlucha biológica en la agricultura
βιομηχανική γεωργία και κτηνοτροφίαindustria agropecuaria
γεωργία/γεωργικός τομέαςagricultura
γεωργία "φιλική προς το περιβάλλον"agricultura ecológicamente sostenible
γεωργία "φιλική προς το περιβάλλον"agricultura "ecocompatible"
Δημοτικά απόβλητα από κατοικίες και παρόμοια από βιοτεχνίες, εμπόριο, γεωργία, βιομηχανίες και ιδρύματα περιλαμβανομένων μερών χωριστά συλλεγέντωνResiduos municipales y residuos asimilables procedentes del comercio, industrias e instituciones incluyendo fracciones recogidas selectivamente
Ειδικευμένο τμήμα "Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον"Sección de Agricultura, Desarrollo Rural y Medio Ambiente
ενεργός πληθυσμός που απασχολείται στη γεωργίαpoblación activa agraria
οικολογικά αειφόρος γεωργίαagricultura ecológicamente sostenible
οικολογικά αειφόρος γεωργίαagricultura "ecocompatible"
περιβαλλοντική νομοθεσία για σχετικά με τη γεωργίαlegislación ambiental sobre agricultura
πρόγραμμα-πλαίσιο για τη γεωργίαplan agricola marco