Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Portuguese
Spanish
Terms
for subject
General
containing
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
|
all forms
|
in specified order only
Greek
Spanish
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
nocivo: peligro de efectos graves para la salud en caso de exposición prolongada por inhalación
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
R48/20
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
και σε επαφή με το δέρμα
nocivo: peligro de efectos graves para la salud en caso de exposición prolongada por inhalación y contacto con la piel
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
και σε επαφή με το δέρμα
R48/20/21
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
και σε περίπτωση καταπόσεως
nocivo: peligro de efectos graves para la salud en caso de exposición prolongada por inhalación e ingestión
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
και σε περίπτωση καταπόσεως
R48/20/22
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως
R48/20/21/22
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται
,σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως
nocivo: peligro de efectos graves para la salud en caso de exposición prolongada por inhalación, contacto con la piel e ingestión
Get short URL