DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Business containing αποτέλεσμα | all forms
GreekSpanish
έσοδα που προκύπτουν όταν υπαχθούν κλιμακωτά στο οικονομικό αποτέλεσμα τα ωφελήματα που απορρέουν από την κτήση στοιχείων του ενεργητικού με καταβολή ποσού κατώτερη από το πληρωτέο κατά τη λήξηrendimientos procedentes de la periodificación correspondiente de la prima de los activos adquiridos por debajo de la cantidad pagadera al vencimiento
μικτό αποτέλεσμα μικτά κέρδη ή ζημίεςresultado bruto
το αποτέλεσμα της οικονομικής χρήσεως είναι κέρδος ή ζημίαsaldarse con una pérdida o con un beneficio