DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Business containing αξία | all forms
GreekSpanish
αξία δικαιόχρησηςvalor de franquicia
αξία των παγίων στοιχείωνimporte del activo inmovilizado
αποτίμηση με την εύλογη αξίαcontabilidad por el valor razonable
αποτιμώ; εφαρμόζω την τρέχουσα αξίαvalorar
αύξηση στην αξία που έχει ουσιαστικά πραγματοποιηθείplusvalía realizada
λογιστική αποτίμησης στην εύλογη αξίαcontabilidad por el valor razonable
ονομαστική αξία ή ελλείψει ονομαστικής αξίας όταν δεν υπάρχει ονομαστική αξίαvalor nominal o, a falta de valor nominal