DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing Κατάσταση | all forms
GreekSpanish
έκθεση για την επικρατούσα κατάστασηinforme sobre la situación
έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική κατάστασηinforme sobre el estado financiero
ένδειξη εκκίνησης σε κατάσταση ανάγκηςindicar encendido de emergencia
διαφυγή του αερίου σε υγρή κατάστασηescape de gas en estado líquido
εκθέσεις για τηv γεvική κατάστασηinformes sobre la situación general
εκρηκτικό σε ξηρή κατάστασηexplosivo en estado seco
εκρηκτικό σε ξηρή κατάστασηR1
εμπόλεμη κατάστασηestado de guerra
επεξεργασία πληροφοριών για την κατάστασηtratamiento de información sobre la situación
επιθυμητή τελική κατάστασηresultado final pretendido
η υπηρεσιακή κατάσταση του γραμματέαel estatuto del secretario
κάθε όργανο της Kοινότητος καταρτίζει κατάσταση των προβλεπομένων εξόδων τουcada una de las instituciones de la Comunidad elaborará un estado de los gastos previstos
κήρυξη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκηςdeclaración de catástrofe
κατάστάση λειτουργίαςregistro de operaciones
κατάσταση αναμονής,stand-byestado de espera
κατάσταση αστάθειαςsituación de fragilidad
κατάσταση ετοιμότηταςsituación de disponibildad
κατάσταση ετοιμότητας για την αντιμετώπιση καταστροφήςestado de preparación para un desastre
κατάσταση λειτουργίαςsituación operacional
κατάσταση με μαζικές απώλειεςSituación de Víctimas en Masa
κατάσταση "μη κρατήσεως"estado de desconexión
κατάσταση τήξηςestado fundido
κατάσταση της επιφάνειαςestado de la superficie
κατάσταση της τεχνολογίας; εξέλιξη της τεχνολογίαςsituación
κατάσταση της τεχνολογίας; εξέλιξη της τεχνολογίαςestado actual
κατάσταση των πράξεων που έχουν εκδοθεί με γραπτή διαδικασίαrelación de los actos adoptados por procedimiento escrito
κατάσταση χαρακτηριζόμενη από την χρησιμοποιήση επινοημένης διαλέκτουidiología
κατάσταση χαρακτηριζόμενη από την χρησιμοποιήση επινοημένης διαλέκτουidiolalia
κατάσταση "όπως αφέθη"estado comprobado al final
κατάσταση "όπως ευρέθη"estado comprobado al principio
κατάσταση "όπως κατασκευάστηκε""tal como está construido"
οικονομική κατάσταση; οικονομική θέσηsituación financiera
παρούσα κατάσταση της μεταφοράςsituación actual de la incorporación
σε κατάσταση εφεδρείαςen reserva
στάσιμη κατάστασηsituación de estancamiento
στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποστήριξη επιχειρήσεων ανθρωπιστικής βοήθειας προς ανταπόκριση στην κατάσταση κρίσης που επικρατεί στη Λιβύηoperación militar de la Unión Europea en apoyo de las operaciones de asistencia humanitaria como respuesta a la situación de crisis existente en Libia
στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποστήριξη επιχειρήσεων ανθρωπιστικής βοήθειας προς ανταπόκριση στην κατάσταση κρίσης που επικρατεί στη ΛιβύηEUFOR Libia
συλλογή πληροφοριών για την κατάστασηrecogida de información sobre la situación
Συμφωνία σχετικά την επανεισδοχή προσώπων σε μη νόμιμη κατάστασηAcuerdo relativo a la readmisión de personas en situación irregular
συσκευή σε κατάσταση εργασίαςequipo operativo
τελική κατάσταση λογαριασμώνbalance final