DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Environment containing φαινόμενο | all forms
GreekFrench
ακραίο καιρικό φαινόμενοévénement météorologique extrême
ακραίο καιρικό φαινόμενοphénomène météorologique extrême
ακραίο κλιματικό φαινόμενοévénement climatique extrême
ακραίο κλιματικό φαινόμενοextrême climatique
ακραίο κλιματικό φαινόμενοphénomène climatique extrême
εδαφικό φαινόμενοeffet de sol
εξωτερικό φαινόμενο/εξωτερική επίπτωσηeffet externe
κονιορτοστρόβιλος,φαινόμενο dust bowltrombe de poussière
μηχανισμός για την παρακολούθηση στην Κοινότητα των εκπομπών CO2, και των λοιπών εκπομπών αερίων που συντελούν στο φαινόμενο του θερμοκηπίουmécanisme communautaire de surveillance des émissions de CO2 et d'autres gaz à effet de serre dans la Communauté
μηχανισμός παρακολούθησης των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην Κοινότητα και εφαρμογής του πρωτοκόλλου του Κιότοmécanisme pour surveiller les émissions de gaz à effet de serre dans la Communauté et mettre en oeuvre le protocole de Kyoto
σύστημα παρακολούθησης, στα κράτη μέλη, των ανθρωπογενών εκπομπών CO2 και άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και δεν υπάγονται στις διατάξεις του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλmécanisme communautaire de surveillance des émissions de CO2 et d'autres gaz à effet de serre dans la Communauté
φαινόμενο θερμοκηπίουeffet de serre
φαινόμενο νότιας ταλάντωσης El Niρophénomène d'oscillation climatique austral du Niño
φαινόμενο προπετάσματος' φαινόμενο πετάσματοςeffet d'écran
φαινόμενο συσκοτίσεωςphénomène d'obscurcissement
φαινόμενο της αραίωσης του όζοντοςeffet de dilution de l'ozone
φαινόμενο του θερμοκηπίουeffet de serre
φωτοχημικό φαινόμενοeffet photochimique