DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Finances containing τίτλος παραστατικός τίτλος | all forms | in specified order only
GreekFrench
απαίτηση για την οποία υπάρχει παραστατικός τίτλοςcréance représentée par un titre
τίτλος παραστατικός μετοχών πιστοποιητικό που αντιπροσωπεύει μετοχέςcertificat représentatif d'actions
τίτλος παραστατικός τίτλοςtitre
τίτλος παραστατικός τίτλοςcertificat