Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Azerbaijani
Bengali
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian Latin
Spanish
Tatar
Vietnamese
Terms
for subject
Construction
containing
στοιχείο
|
all forms
Greek
French
ακραίο
στοιχείο
plaque d'about
δομικό
στοιχείο
élément de bâtiment
δομικό
στοιχείο
composant
ισοπαραμετρικό
στοιχείο
élément isoparamétrique
κοίλο
στοιχείο
δαπέδου από οπτή γη
hourdis
προκατασκευασμένο δομικό
στοιχείο
élément de construction
προκατασκευασμένο δομικό
στοιχείο
unité de bâtiment
προκατασκευασμένο
στοιχείο
construction préfabriquée
προκατασκευασμένο
στοιχείο
οικοδομών
élément préfabriqué
προκατασκευασμένο
στοιχείο
οικοδομών
élément de construction préfabriqué
στοιχείο
ενίσχυσης
barre de contreventement
στοιχείο
εναλλάξιμο
élément interchangeable
στοιχείο
εναλλάξιμο
pièce interchangeable
στοιχείο
λιθόστρωτου
pavé
στοιχείο
μεγάλου ύψους
élément de hauteur d'étage
στοιχείο
οροφής
élément de plafond
στοιχείο
προακτασκευασμένο
élément unifié de montage
στοιχείο
προακτασκευασμένο
unité de montage
στοιχείο
σύνδεσης
barre de contreventement
στοιχείο
τυποποιημένο για τη συναρμολόγηση
élément unifié de montage
στοιχείο
τυποποιημένο για τη συναρμολόγηση
unité de montage
στοιχείο
υπό εφελκυσμό
pièce tendue
στοιχείο
υπό εφελκυσμό
élément tendu
στοιχείο
υπό εφελκυσμό
barre tendue
στοιχείο
υπό θλίψη
élément comprimé
στοιχείο
υπό θλίψη
pièce comprimée
στοιχείο
υπό θλίψη
barre comprimée
στρεπτό
στοιχείο
εφεδράνου κυλίσεως
pendule
στρεπτό
στοιχείο
εφεδράνου κυλίσεως
balancier
σωληνοειδές
στοιχείο
για την αποστράγγιση τοίχων
élément tubulaire pour l'assainissement des murs
Get short URL