DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Insurance containing οι | all forms | exact matches only
GreekFrench
Διακανονισμός περί των κατευθυντηρίων γραμμών στον τομέα των εξαγωγικών πιστώσεων οι οποίες τυγχάνουν δημόσιας στήριξηςConsensus OCDE
επενδύσεις υπερ κατόχων ασφαλιστηρίων συμβολαίων ζωής οι οποίοι υπόκεινται στον επενδυτικό κίνδυνοplacements pour le compte des souscripteurs d'une police d'assurance-vie et dont le risque est supporté par eux
οι ζημιές πληρώνονται χωρίς την ύπαρξη απαλλαγήςsans franchise
προσπάθειες που οι συμμετέχοντες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να καταβάλουν"efforts que les participants s'engagent à faire"
συνταξιοδοτικό πρόγραμμα που οι παραχές του υπερβαίνουν το μέγιστο ποσό κρατικής σύνταξηςbénéficier d'un régime complémentaire
συνταξιοδοτικό πρόγραμμα που οι παροχές του υπολογίζονται αναλογικά των ετησίων αποδοχώνrégime de retraite proportionnelle
χώρα στην οποία παρέχονται οι υπηρεσίες"pays destinataire"