DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Electronics containing εν | all forms | exact matches only
GreekFrench
έξοδα λειτουργίας εν κενώcoût de marche à vide
αντίσταση εν σειράrésistance série
αντιστάθμιση εν σειράcompensation série
απώλειες εν κενώpertes à vide
διάρκεια ζωής ενóς ζεÙγους γεωτρήσεωνdurée de vie d'un doublet
διακοπή εν ψυχρώarrêt à froid
διηλεκτρική δοκιμή εν ξηρώessai diélectrique à sec
εν σειρά σύνδεσηinstallation en série
ενδείκτης μεταγωγέα εν λειτουργίαindication de changement de prise en cours
επαγωγική αντίσταση εν σειράréactance série
επικασιτέρωση εν θερμώétamage à chaud
εφεδρική μονάδα εν λειτουργία έτοιμη διά αργή/ταχεία προσφορά ισχύοςréserve tournante à prise de charge lente
εφεδρική μονάδα εν λειτουργία έτοιμη διά αργή/ταχεία προσφορά ισχύοςréserve tournante à prise de charge rapide
ηλεκτρόδιο εν είδει ψήκτραςbrosse électrique
θέρμανση καθόδου εν παραλλήλωchauffage en parallèle d'une cathode
μονωτήρας εν είδη επιμήκους ράβδουisolateur à long fût
μονωτήρας εν είδη επιμήκους ράβδουisolateur long fût
παράλληλη σύνδεση εν σειράmontage série parallèle
προθέρμανση καθόδου εν παραλλήλωpréchauffage en parallèle d'une cathode
ρυθμιστής εν παραλλήλωrégulateur shunt
συμμετρικό,εν ισορροπίαsystème polyphasé équilibré
συμμετρικό,εν ισορροπίαsystème polyphasé symétrique
συναρμολόγηση κλιμακωτή εν σειράmontage en cascade
συντελεστής άεργης αντίστασης εν παραλλήλωréactance spécifique parallèle
συντελεστής αντίστασης εν παραλλήλωrésistance spécifique parallèle
σύνδεση εν παραλλήλωprise de parallèle
σύνδεση εν παραλλήλωinstallation en parallèle
σύνδεση εν παραλλήλωshunt
σύνδεση εν παραλλήλωshunt électrique
σύνδεση εν παραλλήλωcouplage en parallèle
σύνδεση εν παραλλήλωmontage parallèle
σύνδεση εν παραλλήλωcouplage parallèle
σύνδεση εν παραλλήλωmontage en parallèle
σύνδεση εν σειράmontage en série
σύνθετος αντίσταση εν σειράimpédance série
σύνθετος αντίσταση εν σειράimpédance longitudinale