Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
English
French
Polish
Russian
Terms
for subject
Finances
containing
ειδικό
|
all forms
Greek
French
έσοδα για
ειδικό
προορισμό
recette préaffectée
έσοδα για
ειδικό
προορισμό
recette affectée
αγαθό που υπάγεται σε
ειδικό
φόρο κατανάλωσης
produit soumis à accise
ειδικό
έντοκο δάνειο
prêt spécial productif d'intérêts
ειδικό
αποθεματικό
réserve spéciale
ειδικό
αποθεματικό για επενδύσεις
réserve spéciale d'investissement
ειδικό
γραφείο
guichet unique
ειδικό
γραφείο
point d'entrée unique
ειδικό
γραφείο
centre de formalités
ειδικό
δάνειο
prêt spécial
ειδικό
δάνειο
prêt à des conditions spéciales
ειδικό
δάνειο για εκτροφή
prêt spécial d'élevage
ειδικό
δικαίωμα
droit spécial
ειδικό
επίδομα
indemnité spéciale
ειδικό
καθεστώς
régime spécifique
ειδικό
καθεστώς ενθάρρυνσης
régime spécial d'encouragement
ειδικό
καθεστώς ενθάρρυνσης της προστασίας του περιβάλλοντος
régime spécial d'encouragement à la protection de l'environnement
ειδικό
καθεστώς ενθάρρυνσης της προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων
régime spécial d'encouragement à la protection des droits des travailleurs
ειδικό
μέτρο διάθεσης
mesure spéciale d'écoulement
ειδικό
ποσό για τις ενέργειες μετατροπής
dotation spécifique reconversion
ειδικό
πρόγραμμα άμεσης εκταμίευσης
programme spécial à déboursement rapide
ειδικό
πρόγραμμα ένταξης για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη
programme spécial d'adhésion pour l'agriculture et le développement rural
ειδικό
πρόγραμμα ένταξης για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη
programme de préadhésion pour l'agriculture et le développement rural
ειδικό
πρόγραμμα δράσης του Αμστερνταμ
programme d'action spécial d'Amsterdam
ειδικό
πρόσθετο κόστος ανά τεµάχιο
coûts incrémentaux unitaires
ειδικό
τέλος στα εισοδήματα από οικοδομές περιοχής Θεσσαλονίκης
droit spécial sur les revenus provenant d'immeubles situés dans la région de Thessalonique
ειδικό
τέλος στο εισόδημα από οικοδομές περιφέρειας τέως διοίκησης πρωτεύουσας
droit spécial sur les revenus provenant d'immeubles situés dans l'ancienne circonscription administrative de la capitale
ειδικό
τέλος υπέρ των επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης
droit spécial en faveur des entreprises d'adduction d'eau et d'évacuation des eaux usées
ειδικό
ταμείο του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών χάριν της ειρηνευτικής διαδικασίας
Fonds spécial du secrétaire général des Nations unies pour le financement du processus de paix au Cambodge
ειδικό
τελωνείο
bureau spécialisé
ειδικό
τμήμα για τα έξοδα κάθε οργάνου
une section spéciale pour les dépenses de chacune de ces institutions
εισαγωγή υποκείμενων σε
ειδικό
φόρο κατανάλωσης προϊόντων
importation de produits soumis à accise
εξωτερικά έσοδα για
ειδικό
προορισμό
recette affectée externe
εσωτερικά έσοδα για
ειδικό
προορισμό
recette affectée interne
εφάπαξ πρόσθετο
ειδικό
τέλος
taxe spéciale additionnelle unique
καθεστώς αναστολής προϊόντων που υπόκεινται σε
ειδικό
φόρο κατανάλωσης
régime suspensif
καθεστώς αναστολής προϊόντων που υπόκεινται σε
ειδικό
φόρο κατανάλωσης
système de la suspension
καθεστώς αναστολής προϊόντων που υπόκεινται σε
ειδικό
φόρο κατανάλωσης
régime de suspension de produits soumis à accises
λογαριασμός για
ειδικό
σκοπό
compte d'affectation spéciale
προορίζω για
ειδικό
σκοπό
mettre sous dossier
προϊόν που υπόκειται σε
ειδικό
φόρο κατανάλωσης
produit soumis à accise
στοιχείο που αφορά τον
ειδικό
φόρο κατανάλωσης
élément d'accise
Get short URL