DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Mechanic engineering containing ειδικό | all forms
GreekFrench
ειδικό δράπανοperceuse spéciale
ειδικό δράπανοperceuse d'opération
ειδικό τεμάχιο σωλήνα για διακλάδωσηtuyau d'embranchement
ειδικό τύλιγμα αυλών με πτερωτές εναλλακτών θερμότηταςenroulement spécial des tubes à ailettes d'échangeur de chaleur
μηχανή ελικοποίησηςκοχλιοτόμησηςμε ειδικό εργαλείοmachine à fileter à l'outil spécial
πηγάδι ανοιγμένο με ειδικό λειαντικό μηχάνημαpuits foré
πηγάδι ανοιγμένο με ειδικό λειαντικό μηχάνημαforage