Subject | Greek | French |
fin., tax. | έξοδος από το κοινοτικό καλάθι | sortie du panier |
fish.farm. | αλιευτικό σκάφος προοριζόμενο για τον κοινοτικό στόλο | bâteau de pêche destiné à la flotte communautaire |
patents. | ανάλωση των δικαιωμάτων που παρέχονται από το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | épuisement des droits conférés par le brevet communautaire |
environ. | αναθεωρημένο κοινοτικό σύστημα απονομής οικολογικού σήματος | système communautaire révisé d'attribution du label écologique |
ecol. | ανεξάρτητο κοινοτικό ημερολόγιο συναλλαγών | journal des transactions communautaire indépendant |
econ., fin. | αντιστοιχία της EΛM σε ένα κοινοτικό νόμισμα | contre-valeur de l'UCE en une monnaie communautaire |
law | αποδυνάμωση του δικαιώματος που παρέχει το κοινοτικό σήμα | épuisement du droit conféré par la marque communautaire |
law | αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν από κοινοτικό όργανο | réparation de dommages causés par une institution communautaire |
law | αρχαιότητα διεκδικούμενη για το κοινοτικό σήμα | ancienneté revendiquée pour la marque communautaire |
fin. | γενικό κοινοτικό συμφέρον | intérêt général communautaire |
social.sc. | Δίκτυο ανταλλαγής πληροφοριών για το κοινοτικό δίκαιο και τους εθνικούς κανόνες σχετικά με την πολιτική των καταναλωτών | Réseau d'échange d'informations sur le droit communautaire et les règles nationales concernant la politique des consommateurs |
gen. | δημοτικό ή κοινοτικό εκτελεστικό όργανο | exécutif municipal |
law | δημοτικό και κοινοτικό εκτελεστικό όργανο | exécutif municipal |
law | διάλογος μεταξύ κοινωνικών εταίρων σε κοινοτικό επίπεδο | dialogue entre partenaires sociaux au niveau communautaire |
social.sc. | διάλογος μεταξύ κοινωνικών εταίρων σε κοινοτικό επίπεδο | dialogue entre partenaires sociaux au niveau de l'Union |
law | διακριτικό σημείο που δύναται να συνιστά κοινοτικό σήμα | signe susceptible de constituer une marque communautaire |
gen. | διαφορά που αφορά το κοινοτικό δίκαιο | litige concernant le droit communautaire |
fin. | δικαίωμα ανάληψης από το κοινοτικό απόθεμα | droit de tirage sur la réserve communautaire |
gen. | δικαίωμα που απορρέει από συμφωνία που διέπεται από το κοινοτικό δίκαιο | droit découlant d'accord régi par le droit communautaire |
patents. | δικαίωμα που παρέχει το κοινοτικό σήμα | droit conféré par la marque communautaire |
patents. | δικαίωμα στην αίτηση ή στο κοινοτικό σήμα | droit sur la demande ou sur la marque communautaire |
law | δικαιώματα που παρέχει το κοινοτικό σήμα | droits conférés par la marque communautaire |
law, IT | διοργανικό σύστημα αυτοματοποιημένης τεκμηρίωσης σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο | système interinstitutionnel de documentation automatisée relative au droit communautaire |
agric., construct. | είδος με Κοινοτικό ενδιαφέρον | espèce d'intérêt communautaire |
agric. | Ειδικό Κοινοτικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας και της διαχείρισης των γεωργικών πόρων1989-1993 | Programme communautaire spécifique de recherche et de développement technologique dans le domaine de la compétitivité de l'agriculture et de la gestion des ressources agricoles1989-1993 |
transp., nautic., industr. | Ειδικό Κοινοτικό πρόγραμμα συνοδευτικών μέτρων κοινωνικού χαρακτήρα υπέρ των εργαζομένων στη ναυπηγική βιομηχανία που απολύονται ή απειλούνται με απόλυση | Programme communautaire spécifique de mesures d'accompagnement social en faveur des travailleurs de la construction navale licenciés ou menacés de licenciement |
market. | εμπόρευμα που δεν έχει ελευθερωθεί σε κοινοτικό επίπεδο | produit non libéré au niveau communautaire |
fish.farm. | ενδιάμεσο αυτόνομο κοινοτικό πρόγραμμα ελέγχου | programme intérimaire autonome de contrôle des navires communautaires |
gen. | Επιστημονική και τεχνική επιτροπή για το κοινοτικό ταμείο του καπνού | Comité scientifique et technique du Fonds communautaire du tabac |
gen. | Επιτροπή για θέματα που αφορούν τα τέλη και τους εκτελεστικούς κανονισμούς του κανονισμού για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | Comité pour les questions relatives aux taxes et aux règles d'exécution du règlement sur le brevet communautaire |
commer., polit. | Επιτροπή για την Εφαρμογή σε Κοινοτικό Επίπεδο της Συμφωνίας της Σχετικής με τα Τεχνικά Εμπόδια στις Συναλλαγές | Comité pour l'application au niveau communautaire de l'accord relatif aux obstacles techniques au commerce |
gen. | Επιτροπή για την εφαρμογή σε κοινοτικό επίπεδο της συμφωνίας της σχετικής με τα τεχνικά εμπόδια στις συναλλαγές | Comité pour l'application au niveau communautaire de l'accord relatif aux obstacles techniques aux échanges |
polit. | Επιτροπή για την εφαρμογή του κανονισμού που επιτρέπει την εκούσια συμμετοχή επιχειρήσεων του βιομηχανικού τομέα σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου EMAS | Comité pour l'application du règlement permettant la participation volontaire des entreprises du secteur industriel à un système communautaire de management environnemental et d'audit EMAS |
environ. | Επιτροπή για το κοινοτικό σύστημα απονομής οικολογικού σήματος | Comité pour le système communautaire révisé d'attribution du label écologique |
environ. | Επιτροπή κανονισμού για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου EMAS | Comité pour le règlement permettant la participation volontaire des organisations à un système communautaire de management environnemental et d'audit EMAS |
work.fl., busin., labor.org. | Ευρωπαϊκή Θυρίδα Πληροφοριών; Κέντρο Ευρωπληροφόρησης; Κοινοτικό γραφείο συγκέντρωσης πληροφοριών για τις επιχειρήσεις "Ευρωγραφεία - Επιχειρήσεις"; Ευρωπαϊκά κέντρα πληροφοριών για τις επιχειρήσεις | euroguichet |
work.fl., busin., labor.org. | Ευρωπαϊκή Θυρίδα Πληροφοριών; Κέντρο Ευρωπληροφόρησης; Κοινοτικό γραφείο συγκέντρωσης πληροφοριών για τις επιχειρήσεις "Ευρωγραφεία - Επιχειρήσεις"; Ευρωπαϊκά κέντρα πληροφοριών για τις επιχειρήσεις | euro-info-centre |
gen. | ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο υπό διαμόρφωση | droit communautaire européen en gestation |
fish.farm. | Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Πρόγραμμα Παρατηρητών | Programme pilote d'observation de l'Union européenne |
patents. | η διεκδικούμενη για το κοινοτικό σήμα αρχαιότητα αποσβέννυται | l'ancienneté revendiquée pour la marque communautaire s'éteint |
econ. | θεσμικό κοινοτικό όργανο | institution de l'Union européenne |
ed., IT | ικανότητα συνδυασμένης λειτουργίας σε κοινοτικό επίπεδο | interopérabilité à l'échelle communautaire |
ed., R&D. | Κέντρα πληροφόρησης για την αναγνώριση ακαδημαϊκών τίτλων σε εθνικό επίπεδο; Κοινοτικό δίκτυο εθνικών κέντρων πληροφοριών για την ακαδημαϊκή αναγνώριση των διπλωμάτων | réseau des centres nationaux d'information sur la reconnaissance académique de diplômes |
ed., R&D. | Κέντρα πληροφόρησης για την αναγνώριση ακαδημαϊκών τίτλων σε εθνικό επίπεδο; Κοινοτικό δίκτυο εθνικών κέντρων πληροφοριών για την ακαδημαϊκή αναγνώριση των διπλωμάτων | centres nationaux d'information sur la reconnaissance académique de diplômes |
law, patents. | Κανονισμός για το κοινοτικό σήμα | règlement sur la marque communautaire |
patents. | καταχωρώ κοινοτικό σήμα επ'ονόματι πράκτορα ή αντιπροσώπου | enregistrer une marque communautaire au nom d'un agent ou d'un représentant |
patents. | καταχωρώ κοινοτικό σήμα κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου ... | enregistrer la marque communautaire contrairement à l'article ... |
law, patents. | κεντρικό τμήμα του δικαστηρίου για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | Chambre centrale du Tribunal du brevet communautaire |
patents. | κηρύσσω άκυρο κοινοτικό σήμα | déclarer nulle la marque communautaire |
fin. | κοινοτικό έντυπο | formulaire communautaire |
fin. | κοινοτικό ΑΕγχΠ | PIB communautaire |
gen. | κοινοτικό αλιευτικό σκάφος | navire de pêche communautaire |
agric. | κοινοτικό αμπελουργικό μητρώο | casier viticole communautaire |
R&D., nucl.phys. | Κοινοτικό Γραφείο Αναφοράς | Bureau communautaire de référence |
nat.sc. | Κοινοτικό Γραφείο Αναφοράς | bureau communautaire de référence |
lab.law. | κοινοτικό γραφείο ευρέσεως εργασίας | bureau de placement communal |
law | Κοινοτικό Γραφείο σημάτων | Office communautaire des marques |
law | Κοινοτικό Γραφείο Σχεδίων και Υποδειγμάτων | Office communautaire des dessins ou modèles |
law, patents. | Κοινοτικό Γραφείο σχεδίων και υποδειγμάτων | Office communautaire des dessins ou modèles |
econ. | Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών | Office communautaire des variétés végétales |
econ. | κοινοτικό δάνειο | emprunt communautaire |
agric. | κοινοτικό δάσος | bois de village |
environ. | κοινοτικό δίκαιο | droit communautaire |
law | κοινοτικό δίκαιο για τις φυτικές ποικιλίες | régime de protection communautaire des obtentions végétales |
law | κοινοτικό δίκαιο για τις φυτικές ποικιλίες | droit communautaire des obtentions végétales |
law | κοινοτικό δίκαιο περί σημάτων | droit communautaire des marques |
ed. | Κοινοτικό Δίκτυο για την Αναγνώριση των Διπλωμάτων για Ακαδημαϊκούς Σκοπούς | réseau communautaire pour une reconnaissance des diplômes à des fins académiques |
ed. | Κοινοτικό Δίκτυο για την Αναγνώριση των Διπλωμάτων για Ακαδημαϊκούς Σκοπούς | centre national d'information sur la reconnaissance académique |
ed. | Κοινοτικό Δίκτυο για την Αναγνώριση των Διπλωμάτων για Ακαδημαϊκούς Σκοπούς | centre d'information sur la reconnaissance académique des diplômes |
ed. | Κοινοτικό Δίκτυο για την Αναγνώριση των Διπλωμάτων για Ακαδημαϊκούς Σκοπούς | Centre national sur la reconnaissance académique |
environ. | κοινοτικό δίκτυο εγκαταστάσεων επεξεργασίας αποβλήτων | réseau communautaire d'installations de traitement de déchets |
ed., IT | Κοινοτικό δίκτυο εθνικών κέντρων πληροφοριών για την ακαδημαϊκή αναγνώριση των διπλωμάτων | Réseau communautaire des centres nationaux d'information sur la reconnaissance académique des diplômes |
ed., IT | κοινοτικό δίκτυο εθνικών κέντρων πληροφόρησης για την αναγνώριση ακαδημαϊκών τίτλων | réseau communautaire des centres nationaux d'information sur la reconnaissance académique |
social.sc., lab.law. | κοινοτικό δίκτυο παιδικής μέριμνας | réseau des modes de garde d'enfants |
social.sc., lab.law. | κοινοτικό δίκτυο παιδικής μέριμνας | réseau "garde d'enfants" |
social.sc., lab.law. | κοινοτικό δίκτυο παιδικής μέριμνας | Réseau sur les modes de garde des enfants |
ed., IT | κοινοτικό δίκτυο των NARIC | réseau communautaire des centres nationaux d'information sur la reconnaissance académique |
obs., patents. | κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | brevet de l'UE |
obs., patents. | κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | brevet communautaire |
obs., patents. | κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | brevet de l'Union européenne |
fin., polit., transp. | κοινοτικό δελτίο κυκλοφορίας | carnet communautaire de circulation |
gen. | κοινοτικό δελτίο κυκλοφορίας εμπορευμάτων | carnet communautaire de circulation de marchandises |
gen. | Κοινοτικό διερευνητικό πρόγραμμα με σκοπό την υποστήριξη των μεγάλων επιστημονικών εγκαταστάσεων ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και τη διευκόλυνση της πρόσβασης σ'αυτές | Plan communautaire expérimental visant à soutenir et à faciliter l'accès aux grandes installations scientifiques d'intérêt européen |
law | κοινοτικό δικαίωμα εκμετάλλευσης | licence d'exploitation communautaire |
law, nat.res., agric. | κοινοτικό δικαίωμα επί φυτικής ποικιλίας | régime de protection communautaire des obtentions végétales |
law, nat.res., agric. | κοινοτικό δικαίωμα επί φυτικής ποικιλίας | protection communautaire des obtentions végétales |
law | κοινοτικό δικαίωμα επί φυτικής ποικιλίας | protection communautaire d'une obtention végétale |
law | κοινοτικό δικαιοδοτικό σύστημα' κοινοτική δικαιοδοσία | système juridictionnel communautaire |
IT | Κοινοτικό Διοργανικό Σύστημα Πληροφόρησης | Système communautaire interinstitutionnel d'Information INSIS |
gen. | κοινοτικό διϋπηρεσιακό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών | système communautaire inter-institutionnel d'information INSIS |
health., nat.sc. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς | laboratoire communautaire de référence |
med. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για έρευνα με θέμα τη σαλμονέλα | laboratoire communautaire de référence pour les salmonelles |
health., anim.husb. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για έρευνα με θέμα την επιδημιολογία των ζωονόσων | laboratoire communautaire de référence pour l'épidémiologie des zoonooses |
med. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για έρευνα που αφορά τις θαλάσσιες βιοτοξίνες | laboratoire communautaire de référence pour les biotoxines maritimes |
med. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για έρευνα που αφορά τις θαλάσσιες βιοτοξίνες | laboratoire de référence de l'Union européenne pour les biotoxines marines |
health., food.ind. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για αναλύσεις και δοκιμασίες που έχουν ως αντικείμενο το γάλα και τα προϊόντα του γάλακτος | laboratoire communautaire de référence pour l'analyse et le test du lait et des produits à base de lait |
R&D. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για ασθένειες των ιχθύων | laboratoire communautaire de référence pour les maladies des poissons |
nat.sc., agric. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για για την ανάλυση και τη δοκιμασία του γάλακτος και των προϊόντων με βάση το γάλα | laboratoire communautaire de référence pour l'analyse et le test du lait et des produits à base de lait |
health., anim.husb., R&D. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τη γρίππη των ορνίθων | laboratoire communautaire de référence pour l'influenza aviaire |
health., anim.husb., R&D. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τη γρίππη των ορνίθων | laboratoire de référence de l'Union européenne pour l'influenza aviaire |
R&D. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για την αναζήτηση καταλοίπων | laboratoire communautaire de référence pour la recherche de résidus |
nat.sc., nat.res. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για την επιδημιολογία των ζωονόσων | laboratoire communautaire de référence pour l'épidémiologie des zoonoses |
health., anim.husb. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για την κλασική πανώλη των χοίρων | laboratoire communautaire de référence pour la peste porcine classique |
health., anim.husb., R&D. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για την ψευδοπανώλη των πτηνών | laboratoire communautaire de référence pour la maladie de Newcastle |
health., nat.sc. | κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τον έλεγχο των θαλασσίων βιοτοξινών | laboratoire communautaire de référence pour le contrôle des biotoxines marines |
nat.sc. | κοινοτικό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της στρατηγικής ανάλυσης, της πρόβλεψης και της αξιολόγησης σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας | programme de recherche communautaire en matière d'analyses stratégiques, de prospective et d'évaluation de la recherche et de la technologie |
nat.sc. | κοινοτικό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της στρατηγικής ανάλυσης, της πρόβλεψης και της αξιολόγησης σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας | programme d'analyse stratégique, de prévision et d'évaluation dans le domaine de la recherche et de la technologie |
nat.sc. | κοινοτικό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της στρατηγικής ανάλυσης, της πρόβλεψης και της αξιολόγησης σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας | Analyse stratégique, prospective et évaluation en matière de recherche et de technologie |
gen. | κοινοτικό ιδίωμα | jargon communautaire |
gen. | κοινοτικό ιδίωμα | eurojargon |
earth.sc., environ. | κοινοτικό ινστιτούτο θαλασσίων ερευνών | institut communautaire de recherche marine |
health., agric. | Κοινοτικό Ινστιτούτο Συντονισμού | Institut communautaire de coordination |
health., nat.res. | Κοινοτικό Ινστιτούτο Συντονισμού για τα εμβόλια κατά του αφθώδους πυρετού | Institut communautaire de coordination pour les vaccins antiaphteux |
health., nat.res. | Κοινοτικό Ινστιτούτο Συντονισμού για τα εμβόλια κατά του αφθώδους πυρετού | institut communautaire de coordination en matière de contrôle des vaccins antiaphteux |
law, pharma., agric. | Κοινοτικό Ινστιτούτο Συντονισμού για τα Εμβόλια κατά του Αφθώδους Πυρετού | Institut de coordination communautaire pour le vaccin contre la fièvre aphteuse |
health., nat.res. | Κοινοτικό ινστιτούτο συντονισμού για τον έλεγχο των εμβολίων κατά του αυθώδους πυρετού | institut communautaire de coordination en matière de contrôle des vaccins antiaphteux |
health., nat.res. | Κοινοτικό ινστιτούτο συντονισμού για τον έλεγχο των εμβολίων κατά του αυθώδους πυρετού | Institut communautaire de coordination pour les vaccins antiaphteux |
med. | Κοινοτικό ινστιτούτο συντονισμού για τον έλεγχο των εμβολίων κατά του αφθώδους πυρετού | institut communautaire de coordination en matière de contrôle des vaccins antiaphteux |
el. | κοινοτικό κέντρο ενέργειας | centre communautaire de l'énergie |
industr., construct. | κοινοτικό κέντρο τεκμηρίωσης βιομηχανικών κινδύνων | Centre communautaire de documentation sur les risques industriels |
agric. | κοινοτικό καθεστώς αδειών αλιείας | régime communautaire fixant les règles relatives aux informations minimales que doivent contenir les licences de pêche |
fish.farm. | κοινοτικό καθεστώς διατήρησης και διαχείρισης των αλιευτικών πόρων | régime communautaire de conservation et de gestion des ressources de pêche |
agric. | κοινοτικό καθεστώς ενθάρρυνσης της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας | régime communautaire d'encouragement à la cessation de l'activité agricole |
agric. | κοινοτικό καθεστώς ενισχύσεως για τα δασικά μέτρα στον τομέα της γεωργίας | régime communautaire d'aides aux mesures forestières en agriculture |
fin., agric. | κοινοτικό καθεστώς παροχής ενισχύσεων στην πρόωρη συνταξιοδότηση των γεωργών | régime communautaire d'aides à la préretraite en agriculture |
law | κοινοτικό καθεστώς σημάτων | régime communautaire des marques |
fin. | κοινοτικό καθεστώς τελωνειακών ατελειών | régime communautaire des franchises douanières |
fish.farm. | κοινοτικό καθεστώς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας | régime communautaire de la pêche et de l'aquaculture |
fish.farm. | κοινοτικό καθεστώς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας' κοινοτικό σύστημα για την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια | régime communautaire de la pêche et de l'aquaculture |
gen. | κοινοτικό καθεστώς φορολόγησης των οχημάτων των εγγεγραμένων στα κράτη μέλη | régime communautaire de taxation sur les véhicules utilitaires communautaires |
construct. | κοινοτικό κατάστημα | maison communale |
construct. | κοινοτικό κατάστημα | mairie |
transp. | κοινοτικό κατευθυντήριο σχήμα | schéma directeur communautaire |
econ. | κοινοτικό κεκτημένο | acquis communautaire |
law | κοινοτικό κεκτημένο | acquis |
commun., IT | κοινοτικό κεκτημένο στο συγκεκριμένο τομέα | acquis communautaire pertinent |
econ. | κοινοτικό κλίμα | climat communautaire |
demogr., construct. | κοινοτικό κτηματικό απόθεμα | réserves foncières communales |
construct. | κοινοτικό κτηματολογικό γραφείο | régie foncière communale |
construct. | κοινοτικό κτηματολογικό γραφείο | office foncier communal |
gen. | κοινοτικό μέσο | instrument communautaire |
commer., polit. | κοινοτικό μέσο εμπορικής άμυνας | instrument communautaire de défense commerciale |
energ.ind. | κοινοτικό μέσον ενεργειακής ασφάλειας και υποδομής | instrument de l'UE pour la sécurité et les infrastructures énergétiques |
transp. | κοινοτικό μητρώο αερομεταφορέων | registre communautaire des transporteurs aériens |
food.ind. | κοινοτικό μητρώο εσπεριδοειδών | casier agrumicole communautaire |
health. | κοινοτικό μητρώο φαρμακευτικών προϊόντων | registre communautaire des médicaments |
fin. | κοινοτικό μοντέλο υψηλότερης ποιότητας | modèle communautaire "haut de gamme" |
transp., nautic. | κοινοτικό νηολόγιο | Registre communautaire pour les navires circulant en mer |
transp., nautic. | κοινοτικό νηολόγιο | registre communautaire des navires marchands |
transp., nautic. | κοινοτικό νηολόγιο EUROS | registre EUROS |
transp., nautic. | κοινοτικό νηολόγιο | registre communautaire des navires |
fin., tax. | κοινοτικό νομικό πλαίσιο για τη συνεργασία | cadre juridique communautaire en matière de coopération |
obs., law | κοινοτικό νομοθετικό μέσο | acte de l'Union |
obs., law | κοινοτικό νομοθετικό μέσο | instrument juridique communautaire |
obs., law | κοινοτικό νομοθετικό μέσο | acte communautaire |
gen. | κοινοτικό νομοθετικό πλαίσιο | support législatif communautaire |
environ. | κοινοτικό οικολογικό σήμα | écolabel, label écologique CE |
environ. | κοινοτικό οικολογικό σήμα | CE écolabel |
gen. | κοινοτικό περίπτερο | pavillon communautaire |
lab.law. | κοινοτικό πλαίσιο για την απασχόληση | encadrement communautaire pour l'emploi |
econ., commer. | κοινοτικό πλαίσιο εποπτείας της αγοράς | cadre communautaire de la surveillance du marché |
econ. | κοινοτικό πλαίσιο στήριξης | cadre communautaire d'appui |
econ. | Κοινοτικό πλαίσιο στήριξης για την παροχή κοινοτικής διαρθρωτικής ενίσχυσης στα πέντε νέα κρατίδιαLänderκαι το Ανατολικό Βερολίνο στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας | Cadre communautaire d'appui pour les interventions structurelles communautaires dans les cinq nouveaux Länder et Berlin-Est,en république fédérale d'Allemagne |
fin., environ. | Κοινοτικό πλαίσιο σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος | Lignes directrices concernant les aides d'État à la protection de l'environnement |
fin., environ. | Κοινοτικό πλαίσιο σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος | Encadrement communautaire des aides d'État en faveur de la protection de l'environnement |
fin., agric. | κοινοτικό ποσό αναφοράς | montant de référence communautaire |
health., ed. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την προαγωγή, ενηµέρωση, διαπαιδαγώγηση και κατάρτιση σε θέµατα υγείας | programme d'action communautaire de promotion, d'information, d'éducation et de formation en matière de santé |
health., ed. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την προαγωγή, ενηµέρωση, διαπαιδαγώγηση και κατάρτιση σε θέµατα υγείας | programme d'aide communautaire dans le domaine de la promotion, de l'information, de l'éducation et de la formation en matière de santé |
health., ed. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την προαγωγή, ενηµέρωση, διαπαιδαγώγηση και κατάρτιση σε θέµατα υγείας | programme d'action communautaire de promotion de la santé |
health. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την πρόληψη της τοξικοµανίας | programme d'action communautaire concernant la prévention de la toxicomanie |
health. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την πρόληψη της τοξικοµανίας | Programme d'action communautaire pour la prévention de la toxicomanie |
health. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την πρόληψη του AIDS και ορισµένων άλλων µεταδοτικών νόσων | programme d'action communautaire concernant la prévention du sida et de certaines autres maladies transmissibles |
health., environ. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για τις ασθένειες που σχετίζονται µε τη ρύπανση | programme d'action communautaire relatif aux maladies liées à la pollution |
law | κοινοτικό πρόγραμμα βοήθειας | programme d'aide communautaire |
nat.sc., agric. | κοινοτικό πρόγραμμα για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη στον τομέα της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας και της διαχείρισης των γεωργικών πσρων | programme de recherche et de développement technologique dans le domaine de la compétitivité de l'agriculture et la gestion des ressources agricoles |
tax. | κοινοτικό πρόγραμμα για τη βελτίωση της λειτουργίας των συστημάτων φορολογίας στην εσωτερική αγορά | Fiscalis 2013 |
tax. | κοινοτικό πρόγραμμα για τη βελτίωση της λειτουργίας των συστημάτων φορολογίας στην εσωτερική αγορά | programme communautaire pour améliorer le fonctionnement des systèmes fiscaux sur le marché intérieur |
tax. | κοινοτικό πρόγραμμα για τη βελτίωση της λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων στην εσωτερική αγορά | programme Fiscalis 2003-2007 |
tax. | κοινοτικό πρόγραμμα για τη βελτίωση της λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων στην εσωτερική αγορά | Programme communautaire visant à améliorer le fonctionnement des systèmes fiscaux dans le marché intérieur |
econ. | Κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή της πολεμικής βιομηχανίας και των στρατιωτικών βάσεων | Programme communautaire pour la reconversion des industries de l'armement et des bases militaires |
econ. | Κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των βιομηχανικών περιοχών σιδήρου και χάλυβα | Programme communautaire en faveur de la re conversion de zones sidér urgiques |
met. | Κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των ζωνών συγκέντρωσης βιομηχανιών σιδήρου και χάλυβα | Programme communautaire en faveur de la reconversion des zones sidérurgiques |
social.sc., lab.law., industr. | κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγίων | programme communautaire en faveur de la reconversion des zones de chantiers navals |
social.sc., lab.law., industr. | κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγίων | Reconversion des zones de chantiers navals |
social.sc., lab.law., industr. | Κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγείων | programme communautaire en faveur de la reconversion des zones de chantiers navals |
social.sc., lab.law., industr. | Κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγείων | Reconversion des zones de chantiers navals |
gen. | Κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγείων | Programme communautaire en faveur de la reconversion des zones de chantiers navals |
IT, mater.sc. | Κοινοτικό πρόγραμμα για την ανάπτυξη της αγοράς εξειδικευμένων πληροφοριών στην Ευρώπη | Programme communautaire pour le développement du marché de l'information spécialisée en Europe |
social.sc., lab.law. | κοινοτικό πρόγραμμα για την απασχόληση και την κοινωνική αλληλεγγύη | Programme communautaire pour l'emploi et la solidarité sociale |
econ. | Phare-κοινοτικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της οικονομικής αναδιάρθρωσης των χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης | programme Phare |
econ. | Phare-κοινοτικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της οικονομικής αναδιάρθρωσης των χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης | Plan d'action pour une aide coordonnée à la Pologne et à la Hongrie |
econ. | Phare-κοινοτικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της οικονομικής αναδιάρθρωσης των χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης | Programme d'aide de préadhésion pour les pays d'Europe centrale et orientale |
econ. | Phare-κοινοτικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της οικονομικής αναδιάρθρωσης των χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης | Pologne, Hongrie: Assistance à la restructuration économique |
econ. | Phare-κοινοτικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της οικονομικής αναδιάρθρωσης των χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης | Phare-Programme communautaire d'assistance à la restructuration économique des pays d'Europe centrale et orientale |
social.sc. | κοινοτικό πρόγραμμα για την οικονομική και κοινωνική ένταξη των λιγότερο ευνοουμένων ομάδων | programme communautaire pour l'intégration économique et social des groupes les moins favorisés |
health., transp. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσεως για τη συμμετοχή προσώπων με μειωμένη κινητικότητα στην κυκλοφορία | Programme d'action communautaire relatif à la participation des personnes à mobilité réduite à la circulation |
social.sc. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσεως για τη συμμετοχή προσώπων με μειωμένη κινητικότητα στην κυκλοφορία | programme d'action communautaire relatif à la participation des personnes à mobilité réduite à la circulation |
energ.ind., el. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας κατά τη χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας | Programme d'action communautaire visant à améliorer l'efficacité de l'utilisation de l'électricité |
energ.ind. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας κατά τη χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας | P rogramme d'a ction c ommunautaire visant à améliorer l'e fficacité de l'utilisation de l'électricité |
tax. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τη βελτίωση των συστημάτων έμμεσης φορολογίας της εσωτερικής αγοράς | Fiscalis |
tax. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τη βελτίωση των συστημάτων έμμεσης φορολογίας της εσωτερικής αγοράς | Programme Fiscalis |
tax. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τη βελτίωση των συστημάτων έμμεσης φορολογίας της εσωτερικής αγοράς | Programme d'action communautaire visant à améliorer les systèmes de fiscalité indirecte du marché intérieur |
gen. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τη δημιουργία διευρωπαϊκών δικτύων υποδομών | Programme d'action communautaire pour la réalisation de réseaux transeuropéens d'infrastructures |
ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την ανάπτυξη της συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης | Formation professionnelle continue |
ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την ανάπτυξη της συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης | Formation continue en Europe |
ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την ανάπτυξη της συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης | Programme de Formation Professionnelle Continue |
ed., lab.law. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την ανάπτυξη της συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης | Programme d'action communautaire pour le développement de la formation professionnelle continue |
energ.ind. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την αποτελεσματικότερη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας | programme d'action communautaire visant à améliorer l'efficacité de l'utilisation de l'électricité |
environ., industr., construct. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την καταπολέμηση της ρύπανσης του περιβάλλοντος από το κάδμιο | Programme d'action communautaire contre la pollution de l'environnement par le cadmium |
health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την καταπολέμηση του καρκίνου | programme d'action des Communautés européennes contre le cancer |
social.sc. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την καταπολέμηση των διακρίσεων | programme d'action communautaire de lutte contre la discrimination |
health., ed. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προαγωγή, ενημέρωση, διαπαιδαγώγηση και κατάρτιση σε θέματα υγείας | programme d'action communautaire de promotion, d'information, d'éducation et de formation en matière de santé |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προαγωγή, ενημέρωση, εκπαίδευση και κατάρτιση σε θέματα υγείας εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire de promotion, d'information, d'éducation et de formation en matière de santé dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
health., ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προαγωγή της υγείας | programme d'action communautaire de promotion, d'information, d'éducation et de formation en matière de santé |
health., ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προαγωγή της υγείας | programme d'aide communautaire dans le domaine de la promotion, de l'information, de l'éducation et de la formation en matière de santé |
health., ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προαγωγή της υγείας | programme d'action communautaire de promotion de la santé |
gen. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προαγωγή,ενημέρωση,διαπαιδαγώγηση και κατάρτιση σε θέματα υγείας,εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire de promotion,d'information,d'éducation et de formation en matière de santé dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
gen. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προώθηση της ένταξης των προσφύγων | Programme d'action communautaire pour promouvoir l'intégration des réfugiés |
health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη της τοξικομανίας | programme d'action communautaire concernant la prévention de la toxicomanie |
health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη της τοξικομανίας | Programme d'action communautaire pour la prévention de la toxicomanie |
med. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη της τοξικομανίας | programme d'action communautaire pour la prévention de la toxicomanie |
health., ed. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη του AIDS και ορισμένων άλλων μεταδοτικών νόσων | programme d'action communautaire concernant la prévention du sida et de certaines autres maladies transmissibles |
environ. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την υποστήριξη μη κυβερνητικών οργανώσεων που έχουν ως πρωταρχικό στόχο την προστασία του περιβάλλοντος | Programme d'action communautaire pour la promotion des organisations non gouvernementales ayant pour but principal la défense de l'environnement |
health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τις σπάνιες ασθένειες | programme d'action communautaire relatif aux maladies rares |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για τις σπάνιες ασθένειες εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire relatif aux maladies rares, dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
econ., energ.ind., el. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας | Programme d'action communautaire visant à améliorer l'efficacité de l'utilisation de l'électricité |
energ.ind. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας | P rogramme d'a ction c ommunautaire visant à améliorer l'e fficacité de l'utilisation de l'électricité |
tax. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης με σκοπό τη βελτίωση των συστημάτων έμμεσης φορολογίας της εσωτερικής αγοράς | programme d'action communautaire visant à améliorer les systèmes de fiscalité indirecte du marché intérieur |
tax. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης με σκοπό τη βελτίωση των συστημάτων έμμεσης φορολογίας της εσωτερικής αγοράς | programme Fiscalis |
nat.sc. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σε θέματα διατήρησης, χαρακτηρισμού και χρησιμοποίησης των γενετικών πόρων στη γεωργία | Programme communautaire d'actions en matière de conservation, de caractérisation et d'utilisation des ressources génétiques en agriculture |
ed., mater.sc. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης και των τεχνολογικών αλλαγών | Programme d'action communautaire dans le domaine de la formation professionnelle et du changement technologique |
environ. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της Πολιτικής 'Αμυνας | Programme d'actions communautaires en faveur de la protection civile |
environ. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της Πολιτικής 'Αμυνας | Programme d'action communautaire en faveur de la protection civile |
gen. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της πολιτικής προστασίας | programme d'action communautaire en faveur de la protection civile |
relig. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομίας; πρόγραμμα RAPHAEL | programme d'action communautaire dans le domaine du patrimoine culturel |
relig. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομίας; πρόγραμμα RAPHAEL | programme Raphaël |
cultur. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς | Programme Raphaël |
cultur. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς | Programme d'action communautaire dans le domaine du patrimoine culturel |
arts. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς | programme d'action communautaire dans le domaine du patrimoine culturel |
ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την κινητικότητα των φοιτητών | programme Erasmus |
ed. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την κινητικότητα των φοιτητών | Programme d'action communautaire en matière de mobilité des étudiants |
health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την παρακολούθηση της υγείας | programme d'action communautaire en matière de surveillance de la santé |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την παρακολούθηση της υγείας εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire en matière de surveillance de la santé dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την πρόληψη του AIDS και ορισμένων άλλων μεταδοτικών νόσων εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire concernant la prévention du sida et de certaines autres maladies transmissibles dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
health., transp., polit. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την πρόληψη των τραυματισμών | programme d'action communautaire relatif à la prévention des blessures |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την πρόληψη των τραυματισμών εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire relatif à la prévention des blessures, dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
social.sc., health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες | programme HELIOS |
social.sc., health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες | Programme d'action communautaire pour la promotion de l'intégration sociale et de la vie indépendante des personnes handicapées |
social.sc., health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες | programme d'action communautaire en faveur des personnes handicapées |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης όσον αφορά την πρόληψη της τοξικομανίας εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire concernant la prévention de la toxicomanie, dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης όσον αφορά τις ασθένειες που σχετίζονται με τη ρύπανση εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme d'action communautaire relatif aux maladies liées à la pollution, dans le cadre de l'action dans le domaine de la santé publique |
social.sc., ed., R&D. | Κοινοτικό πρόγραμμα εκπαίδευσης και κατάρτισης στον τομέα της τεχνολογίας | Programme communautaire d'éducation et de formation dans le domaine des technologies |
life.sc., agric. | Κοινοτικό πρόγραμμα ενεργειών για τη διατήρηση, το χαρακτηρισμό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία | Programme communautaire d'actions concernant la conservation, la caractérisation, la collecte et l'utilisation des ressources génétiques en agriculture |
gen. | Κοινοτικό πρόγραμμα ενεργειών για τη διατήρηση,το χαρακτηρισμό,τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία | Programme communautaire d'actions concernant la conservation,la caractérisation,la collecte et l'utilisation des ressources génétiques en agriculture |
environ., energ.ind. | κοινοτικό πρόγραμμα επιδείξεως στον τομέα της εξοικονομήσεως της ενέργειας, των εναλλακτικών ενεργειακών πόρων της υποκαταστάσεως των υδρογονανθράκων και της υγροποιήσεως/αεριοποιήσεως των στερεών καυσίμων | Programme communautaire de démonstration dans le domaine des économies d'énergie, des sources énergétiques alternatives, de la substitution des hydrocarbures et de la liquéfaction/gazéification des combustibles solides |
environ., energ.ind. | κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου | Programme communautaire d'étiquetage relatif à l'efficacité énergétique des équipements de bureau |
environ., energ.ind. | κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου | Programme Energy Star |
energ.ind. | Κοινοτικό πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης για την προώθηση των ευρωπαϊκών ενεργειακών τεχνολογιών | Programme communautaire de soutien financier à la promotion des technologies énergétiques européennes |
environ. | Κοινοτικό πρόγραμμα πολιτικής και δράσεως για το περιβάλλον και τη σταθερή ανάπτυξη | programme communautaire de politique et d'action en matière d'environnement et de développement soutenable |
environ. | Κοινοτικό πρόγραμμα πολιτικής και δράσεως για το περιβάλλον και τη σταθερή ανάπτυξη | programme communautaire de politique et d'action en matière d'environnement et de développement durable |
environ. | Κοινοτικό πρόγραμμα πολιτικής και δράσης σχετικά με το περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη | programme communautaire de politique et d'action en matière d'environnement et de développement soutenable |
environ. | Κοινοτικό πρόγραμμα πολιτικής και δράσης σχετικά με το περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη | programme communautaire de politique et d'action en matière d'environnement et de développement durable |
econ., polit., loc.name. | κοινοτικό πρόγραμμα πρωτοβουλίας υπέρ των παραμεθορίων περιοχών | Programme d'initiative communautaire en faveur des zones frontalières |
econ., polit., loc.name. | κοινοτικό πρόγραμμα πρωτοβουλίας υπέρ των παραμεθορίων περιοχών | Programme d'initiative communautaire concernant les régions transfrontalières |
gen. | κοινοτικό πρόγραμμα στήριξης | programme communautaire d'appui |
IT, transp. | Κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα της εφαρμογής της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών στις οδικές μεταφορές | Programme communautaire dans le domaine de l'informatique et des télécommunications appliquées aux transports routiersInfrastructure routière spècifique pour la sécurité des vehicules en Europe-DRIVE |
IT, transp. | Κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα της εφαρμογής της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών στις οδικές μεταφορές | Programme communautaire dans le domaine de l'informatique du transport routier et des télécommunications |
ed., transp., R&D. | Κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα της εφαρμογής της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών στις οδικές μεταφορές; ειδική οδική υποδομή για την ασφάλεια των οχημάτων στην Ευρώπη; Ειδική Οδική Υποδομή για την Ασφάλεια των Οχημάτων στην Ευρώπη | Programme communautaire dans le domaine de l'informatique et des télécommunications du transport routier |
industr., chem. | κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα της εφαρμοσμένης μετρολογίας και της χημικής ανάλυσης | Programme communautaire dans le domaine de la métrologie appliquée et des analyses chimiques |
stat., ed., commun. | Κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα της στρατηγικής ανάλυσης, της πρόβλεψης και της αξιολόγησης σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας 1989-1993 | Programme communautaire dans le domaine de l'analyse stratégique, des prévisions et de l'évaluation en matière de recherche et de technologie 1989-1993 |
gen. | Κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα της στρατηγικής ανάλυσης,της πρόβλεψης και της αξιολόγησης σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας1988-1992 | Programme communautaire dans le domaine de l'analyse stratégique,de la prospective et de l'évaluation en matière de recherche et de technologie1988-1992 |
commun., R&D. | Κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα των τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών; Ερευνα και ανάπτυξη στον τομέα των προηγμένων τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη | Recherche et développement sur les technologies de pointe des télécommunications en Europe |
commun., IT | Κοινοτικό πρόγραμμα στον τομέα των τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών-ΖΕρευνα και Ανάπτυξη στον τομέα των προηγμένων τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη | Programme communautaire dans le domaine des technologies des télécommunicationsrecherche et développementsur les technologies de pointe dans le domaine des télécommunications en Europe |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμού της έρευνας και της ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα της έρευνας στην ιατρική και την υγεία1987-1991 | Programme de coordination en matière de recherche et de développement de la Communauté économique européenne dans le domaine de la recherche médicale et sanitaire1987-1991 |
IT | Κοινοτικό πρόγραμμα σχετικά με την ανάπτυξη ορισμένων μειονεκτικών περιοχών της Κοινότητας μέσω καλύτερης πρόσβασης στις προηγμένες υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών | Programme communautaire relatif au développement de certaines régions défavorisées de la Communauté par un meilleur accès aux services avancés de télécommunications |
polit., loc.name., energ.ind. | Κοινοτικό πρόγραμμα σχετικά με την ανάπτυξη ορισμένων μειονεκτικών περιοχών της Κοινότητας μέσω της αξιοποίησης του ενδογενούς ενεργειακού δυναμικού | Programme communautaire relatif au développement de certaines régions défavorisées de la Communauté par la valorisation du potentiel énergétique endogène |
econ. | Κοινοτικό πρόγραμμα σχετικά με την ανάπτυξη ορισμένων μειονεκτικών περιοχών της Κοινότητας μέσω της αξιοποΐησης του ενδογενούς ενεργειακού δυναμικού | Programme communautaire relatif au développement de certaines régions défavorisées de la Communauté par la valor isation du potentiel énergétique en dogène |
polit., loc.name., commun. | Κοινοτικό πρόγραμμα σχετικά με την ανάπτυξη ορισμένων μειονεκτουσών περιφερειών της Κοινότητας, μέσω της βελτίωσης της πρόσβασής τους στις προηγμένες υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών | Programme communautaire relatif au développement de certaines régions défavorisées de la Communauté par un meilleur accès aux services avancés de télécommunications |
market., IT | Κοινοτικό πρόγραμμα σχετικά με την ηλεκτρονική μεταβίβαση δεδομένων για εμπορική χρήση,μέσω των δικτύων επικοινωνίας | Programme communautaire relatif au transfert électronique de données à usage commercial,qui utilise les réseaux de communication |
commun., IT | Κοινοτικό πρόγραμμα σχετικό με την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων εμπορικής χρήσης, μέσω των τηλεπικοινωνιακών δικτύων | Transfert électronique de données |
commun., IT | Κοινοτικό πρόγραμμα σχετικό με την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων εμπορικής χρήσης, μέσω των τηλεπικοινωνιακών δικτύων | Programme communautaire relatif au transfert éléctronique de données à usage commercial, qui utilise les réseaux de communication |
gen. | κοινοτικό πρόγραμμα της Λισσαβώνας | programme communautaire de Lisbonne |
econ. | Κοινοτικό πρόγραμμα υπέρ της μετατροπής των περιοχών των ναυπηγείων | Programme communautaire en faveur de la re conversion des zones de chantiers naval s |
transp. | κοινοτικό πρόγραμμα-πλαίσιο για τις μεταφορές | programme-cadre communautaire en matière de transport |
mater.sc. | κοινοτικό πυροσβεστικό σώμα διατεταγμένης υπηρεσίας | corps de sapeurs-pompiers obligés |
industr. | κοινοτικό σήμα | marque communautaire |
commun., food.ind. | κοινοτικό σήμα συμμόρφωσης | marque CE de conformité |
scient. | κοινοτικό σεμινάριο επιστημονικού προσανατολισμού | séminaire communautaire à orientation scientifique |
ed. | κοινοτικό σημείο αναφοράς | termes de référence communautaires |
transp. | κοινοτικό σκάφος | navire communautaire |
law | κοινοτικό συμβούλιο | conseil communal |
gen. | Κοινοτικό Συμβούλιο | Assemblée de paroisse |
fin. | κοινοτικό συναλλαγματικό σύστημα | système communautaire de change |
health., ed. | κοινοτικό σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση του καρκίνου | plan d'action de lutte contre le cancer |
health., ed. | κοινοτικό σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση του καρκίνου | plan d'action communautaire pour la lutte contre le cancer |
nat.res. | κοινοτικό σχέδιο δράσης για την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων | plan d'action communautaire pour la protection et le bien-être des animaux |
agric., met. | κοινοτικό σύμβολο | symbole communautaire |
fish.farm. | κοινοτικό σύστημα αγγελιών | système d'alerte communautaire |
econ., IT | Κοινοτικό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών,όσον αφορά ορισμένα προϊόντα που ενέχουν κινδύνους για την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών | Système communautaire d'échange d'information pour certains produits qui risquent de compromettre la santé ou la sécurité des consommateurs |
environ. | Κοινοτικό σύστημα απονομής οικολογικού σήματοςEco-Label | Système communautaire d'attribution de label écologique |
agric., met., el. | κοινοτικό σύστημα για τη διατήρηση και τη διαχείριση των αλιευτικών πόρων | régime communautaire de conservation et de gestion des ressources de pêche |
fish.farm. | κοινοτικό σύστημα για την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια | régime communautaire de la pêche et de l'aquaculture |
commun., IT | Κοινοτικό σύστημα γρήγορης ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση καταναλωτικών προϊόντων | Système communautaire d'échange rapide d'informations sur les dangers découlant de l'utilisation de produits de consommation |
commer. | κοινοτικό σύστημα γρήγορης ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση καταναλωτικών προϊόντων | système communautaire d'échange rapide d'informations sur les dangers découlant de l'utilisation de produits de consommation |
fin. | κοινοτικό σύστημα δασμολογικών διευκολύνσεων | régime communautaire d'allégements tarifaires |
environ. | κοινοτικό σύστημα ενημέρωσης | système communautaire d'information |
fin. | κοινοτικό σύστημα επιβολής φόρου | système d'imposition communautaire |
fin., econ. | κοινοτικό σύστημα μεταλλικών νομισμάτων | système communautaire de monnaie métallique |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου | système communautaire de management environnemental et d'audit |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου | système de management environnemental et d'audit |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου | système de gestion de l'environnement et d'audit environnemental |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου | système communautaire de gestion et d'audit environnementaux |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου | système de management environnemental et d'audit |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου | système de gestion de l'environnement et d'audit environnemental |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου | système communautaire de gestion et d'audit environnementaux |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου | système communautaire de management environnemental et d'audit |
environ. | κοινοτικό σύστημα "οικολογικής επισήμανσης" | système communautaire d'étiquetage écologique |
environ. | κοινοτικό σύστημα οικολογιστικού ελέγχου | système communautaire d'Eco-Audit |
gen. | κοινοτικό σύστημα παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης | système communautaire de suivi du trafic des navires et d'information |
social.sc., health. | Κοινοτικό σύστημα πληροφοριών για την υγεία και την ασφάλεια κατά την εργασία | Système d'information communautaire pour la santé et la sécurité au travail |
environ. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης | système communautaire d'information |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης για τα ατυχήματα στα οποία ενέχονται καταναλωτικά προϊόντα | statistiques européennes des accidents au foyer et lors des activités de loisir |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης για τα ατυχήματα στα οποία ενέχονται καταναλωτικά προϊόντα | système communautaire d'information sur les accidents domestiques et de loisirs |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης για τα ατυχήματα στα οποία ενέχονται καταναλωτικά προϊόντα | système communautaire d'information sur les accidents dans lesquels sont impliqués des produits de consommation |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης για τα ατυχήματα στα οποία ενέχονται καταναλωτικά προϊόντα | Système européen de surveillance des accidents domestiques et de loisirs |
health. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης για την υγεία και την ασφάλεια εργασίας | Système d'information communautaire pour la santé et la sécurité au travail |
IT, environ. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης για τον έλεγχο και τη μείωση της ρύπανσης που προξενεί η απόρριψη υδρογονανθράκων στη θάλασσα | Système communautaire d'information pour le contrôle et la réduction de la pollution causée par le déversement d'hydrocarbures en mer |
commer. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | statistiques européennes des accidents au foyer et lors des activités de loisir |
commer. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | système communautaire d'information sur les accidents domestiques et de loisirs |
commer. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | système communautaire d'information sur les accidents dans lesquels sont impliqués des produits de consommation |
commer. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | Système européen de surveillance des accidents domestiques et de loisirs |
hobby, mun.plan. | Κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | Système communautaire d'information sur les accidents domestiques et de loisirs |
health., lab.law. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας | Système d'information communautaire pour la santé et la sécurité au travail |
environ., agric. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με τις πυρκαγιές | système d'information communautaire sur les incendies de forêt |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης ως προς τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | statistiques européennes des accidents au foyer et lors des activités de loisir |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης ως προς τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | système communautaire d'information sur les accidents domestiques et de loisirs |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης ως προς τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | système communautaire d'information sur les accidents dans lesquels sont impliqués des produits de consommation |
commer. | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης ως προς τα οικιακά ατυχήματα και τα ατυχήματα κατά τις δραστηριότητες αναψυχής | Système européen de surveillance des accidents domestiques et de loisirs |
fin., econ. | κοινοτικό σύστημα συναλλαγματικών ισοτιμιών; κοινοτικό συναλλαγματικό σύστημα | système communautaire de change |
econ., fin. | κοινοτικό σύστημα συναλλαγματικών σχέσεων | système communautaire des relations de change |
gen. | Κοινοτικό σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών για τους κινδύνους που προκύπτουν από τη χρήση προϊόντων καταναλωτή | Système communautaire d'échange rapide d'informations sur les dangers découlant de l'utilisation de produits de consommation |
lab.law. | κοινοτικό σύστημα τεκμηρίωσης σχετικά με την απασχόληση | système communautaire de documentation sur l'emploi |
gov. | κοινοτικό σύστημα υγειονομικής ασφάλισης | régime d'assurance-maladie des Communautés |
nat.sc. | κοινοτικό σύστημα υποτροφιών στον τομέα της έρευνας | système communautaire de bourses de recherche |
health., nat.sc., agric. | Κοινοτικό ταμείο έρευνας και ενημέρωσης στον τομέα του καπνού | Fonds communautaire de recherche et d'information dans le domaine du tabac |
fin., nat.sc. | Κοινοτικό ταμείο έρευνας και πληροφόρησης | Fonds communautaire de recherche et d'information |
law, agric. | Κοινοτικό Ταμείο Καπνού | Fonds communautaire du tabac |
law | κοινοτικό υπόδειγμα χρησιμότητας | modèle d'utilité communautaire |
gen. | κοινοτικό όργανο | instance communautaire |
chem. | κυλιόμενο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την αξιολόγηση των ουσιών | plan d'action continu communautaire pour l'évaluation des substances |
fin. | κύκλος εργασιών σε κοινοτικό επίπεδο | chiffre d'affaires réalisé dans la Communauté |
gen. | μετάταξη από άλλο κοινοτικό όργανο | transfert interinstitutionnel |
gen. | μετάταξη από άλλο κοινοτικό όργανο | transfert entre institutions |
gen. | μη κερδοσκοπικός φορέας ο οποίος συνιστά οντότητα ενσωματωμένη σε κοινοτικό όργανο ή οργανισμό | organisme à but non lucratif constituant une entité intégrée dans une institution ou organe communautaire |
law | μητρώο των αιτήσεων για κοινοτικό δικαίωμα επί φυτικής ποικιλίας | registre des demandes de protection communautaire des obtentions végétales |
fin. | Νέο Κοινοτικό Μέσο | Nouvel instrument communautaire |
econ., fin. | νέο κοινοτικό μέσο | nouvel instrument communautaire d'emprunts et de prêts |
econ. | νέο κοινοτικό μέσο | nouvel instrument communautaire |
patents. | ο φάκελλος εγγράφων που τηρεί το Γραφείο σχετικά με το κατατεθειμένο κοινοτικό σήμα | les pièces conservées par l'Office concernant la marque communautaire déposée |
law | παράγωγο κοινοτικό δίκαιο | droit dérivé |
law | παράγωγο κοινοτικό δίκαιο | droit communautaire dérivé |
crim.law., patents. | παραποιώ κοινοτικό σήμα | contrefaire une marque communautaire |
commun. | Πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για προαγωγή ασφαλέστερης χρήσης του Ίντερνετ και νέων επιγραμμικών τεχνολογιών | programme communautaire pluriannuel visant à promouvoir une utilisation plus sûre de l'internet et des nouvelles technologies en ligne |
commun. | Πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για προαγωγή ασφαλέστερης χρήσης του Ίντερνετ και νέων επιγραμμικών τεχνολογιών | Safer Internet plus |
IT | πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για τη βελτίωση της πρόσβασης, της χρηστικότητας και της αξιοποίησης του ψηφιακού περιεχομένου στην Ευρώπη | programme eContentplus |
IT | πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για τη βελτίωση της πρόσβασης, της χρηστικότητας και της αξιοποίησης του ψηφιακού περιεχομένου στην Ευρώπη | programme communautaire pluriannuel visant à rendre le contenu numérique européen plus accessible, plus utilisable et plus exploitable |
relig., commun. | πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της χρήσης του ευρωπαϊκού ψηφιακού περιεχομένου στα παγκόσμια δίκτυα και για την προώθηση της γλωσσικής πολυμορφίας στην κοινωνία της πληροφορίας' πρόγραμμα e-Περιεχόμενο | programme pluriannuel intitulé "Contenu numérique européen sur les réseaux mondiaux" |
relig., commun. | πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της χρήσης του ευρωπαϊκού ψηφιακού περιεχομένου στα παγκόσμια δίκτυα και για την προώθηση της γλωσσικής πολυμορφίας στην κοινωνία της πληροφορίας' πρόγραμμα e-Περιεχόμενο | programme "e-Contenu" |
commun., industr. | πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για την τόνωση της ανάπτυξης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας περιεχομένου των πολυμέσων και την ενθάρρυνση της χρήσης του περιεχομένου των πολυμέσων στη νεοεμφανιζόμενη κοινωνία των πληροφοριών | programme communautaire pluriannuel visant à stimuler le développement d'une industrie européenne de contenu multimédia et à encourager l'utilisation du contenu multimédia dans la nouvelle société de l'information |
IT | Πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα για την τόνωση της ανάπτυξης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας περιεχομένου των πολυμέσων και την ενθάρρυνση της χρήσης του περιεχομένου των πολυμέσων στη νεοεμφανιζόμενη κοινωνία των πληροφοριών | Programme communautaire pluriannuel visant à stimuler le développement d'une industrie européenne de contenu multimédia et à encourager l'utilisation du contenu multimédia dans la nouvelle société de l'information |
commun. | Πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προώθηση της ασφαλέστερης χρήσης του Ίντερνετ μέσω της καταπολέμησης του παράνομου και βλαβερού περιεχομένου στα παγκόσμια δίκτυα | Plan d'action communautaire pluriannuel visant à promouvoir une utilisation plus sûre de l'internet par la lutte contre les messages à contenu illicite et préjudiciable diffusés sur les réseaux mondiaux |
IT | Πολυετές κοινοτικό πρόγραμμα παροχής κινήτρων για τη δημιουργία της κοινωνίας των πληροφοριών στην Ευρώπη | programme communautaire pluriannuel pour stimuler la mise en place de la société de l'information en Europe |
econ. | Πολυετές πρόγραμμα ερευνών,εκπόνησης μελετών και παροχής υπηρεσιών στο τομέα της στατιστικής που θα διενεργηθούν σε Κοινοτικό επίπεδο | Programme pluriannuel d'études,d'enquêtes et de prestations de services à réaliser dans le domaine des statistiques communautaires |
construct., econ. | Πράσινη βίβλος σχετικά µε τις συµπράξεις δηµοσίου και ιδιωτικού τοµέα και το κοινοτικό δίκαιο των δηµοσίων συµßάσεων και των συµßάσεων παραχώρησης | Livre vert sur les partenariats public-privé et le droit communautaire des marchés publics et des concessions |
law | Πράσινο βιβλίο για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και το σύστημα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στην Ευρώπη | Livre vert sur le brevet communautaire et sur le système des brevets en Europe |
fin., polit. | πραγματοποιώ ανάληψη από το κοινοτικό απόθεμα της δασμολογικής ποσόστωσης | effectuer un tirage sur la réserve communautaire du contingent tarifaire |
patents. | προγενέστερο κοινοτικό σήμα | marque communautaire antérieure |
fin., econ. | Προσωρινό κοινοτικό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης | Cadre temporaire pour les aides d'État |
fin., econ. | Προσωρινό κοινοτικό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης | Cadre communautaire temporaire pour les aides d'État destinées à favoriser l'accès au financement dans le contexte de la crise économique et financière actuelle |
food.ind. | προϊόν που φέρει την επισήμανση "Βιολογική καλλιέργεια - Κοινοτικό καθεστώς ελέγχου" | produit portant l'appellation "Agriculture biologique - système de contrôle CEE" |
law, patents. | Πρωτόκολλο σχετικά με τις τροποποιήσεις της Σύμβασης για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας | Protocole relatif aux modifications de la Convention sur le brevet communautaire |
law | Πρόγραμμα δράσης για την ευαισθητοποίηση στο κοινοτικό δίκαιο των ασκούντων νομικά επαγγέλματα | Programme d'action pour l'amélioration de la sensibilisation des professions juridiques au droit communautaire |
law | σήμα που διέπεται από ενιαίο κοινοτικό δίκαιο | marque régie par un droit communautaire unique |
patents. | σημεία που δύνανται να συνιστούν κοινοτικό σήμα | signes susceptibles de constituer une marque communautaire |
patents. | σημείο που ταυτίζεται με το κοινοτικό σήμα | signe identique à la marque communautaire |
law | συλλογικό κοινοτικό σήμα | marque communautaire collective |
market. | συμμόρφωση με το κοινοτικό δίκαιο περί ενοποιημένης παρουσίας/franchise | prise en compte du droit communautaire en matière de franchise |
fin. | συμπληρωματικό κοινοτικό απόθεμα | réserve de la Communauté |
fin. | συμπληρωματικό κοινοτικό απόθεμα | réserve communautaire |
patents. | συμφωνία με το κοινοτικό δίκαιο | compatibilité avec le droit communautaire |
gen. | Συντονιστική ομάδα για το κοινοτικό συστήματος ελέγχου των εξαγωγών ειδών και τεχνολογίας διπλής χρήσης | Groupe de coordination pour le régime communautaire de contrôle des exportations de biens et technologies à double usage |
law | Σύμβαση του Λουξεμβούργου για το Κοινοτικό Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας | Convention de Luxembourg sur le brevet communautaire |
gen. | σ·ύστημα αναγνώρισης σε κοινοτικό επίπεδο | régime d'agrément communautaire |
IT | Σύστημα αυτοματοποιημένης τεκμηρίωσης σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο | Système interinstitutionnel de documentation automatisée relative au droit communautaire |
patents. | το κοινοτικό σήμα μπορεί να γίνει αντικείμενο παραίτησης | la marque peut faire l'objet d'une renonciation |
patents. | το κοινοτικό σήμα παύει να παράγει αποτελέσματα | la marque communautaire cesse de produire ses effets |
patents. | το κοινοτικό σήμα ως αντικείμενο κυριότητας | la marque communautaire en tant qu'objet de propriété |
econ., fin. | το κοινοτικό "φίδι" | serpent communautaire |
gen. | το κοινοτικό "φίδι" | "serpent" communautaire |
patents. | τροποποιώ το κοινοτικό σήμα | modifier la marque communautaire |
agric., construct. | τύπος φυσικού ενδιαιτήματος με Κοινοτικό ενδιαφέρον | type d'habitat naturel d'intérêt communautaire |
law | υπαγόμενος στο κοινοτικό δίκαιο | bénéficiaire du droit communautaire |
gen. | υπερβολική επιβολή κανονιστικών ρυθμίσεων σε κοινοτικό επίπεδο | surréglementation au niveau communautaire |
environ. | Φόρουμ διαβούλευσης για το αναθεωρημένο κοινοτικό σύστημα οικολογικής σήμανσης | Forum consultatif du système européen révisé d'attribution du label écologique |
patents. | χρησιμοποιώ το κοινοτικό σήμα για μέρος των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες καταχωρίστηκε | utiliser la marque communautaire pour une partie des produits ou des services pour lesquels elle est enregistrée |