DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Economy containing χρήστες | all forms
GreekGerman
αξία σε τιμές αγοραστή των αγαθών που αποθεματοποιούνται από τους χρήστεςAnschaffungswert der bei den Verwendern auf Lager genommenen Waren
αποθέματα που κρατούνται από τους χρήστες,τους χονδρέμπορους ή τους λιανοπωλητέςVorräte bei den Verwendern oder beim Handel
μεταβολές των αναγκών χρηστών ή της διάρθρωσης της προσφοράς αγαθώνgeänderte Anforderung der Verwender oder Änderungen im Angebot
Ομοσπονδία Χρηστών Αεροπορικών Μεταφορών στην ΕυρώπηVerband der Vertreter der Luftverkehrsnutzer in Europa
σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριοgemäss den anständigen Gepflogenheiten in Gewerbe oder Handel
τμήμα του τιμολογούμενου ΦΠΑ το οποίο δεν είναι πληρωτέο από τους χρήστεςTeil der in Rechnung gestellten Mehrwertsteuer,der nicht zu Lasten der Verwender der Güter geht