DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing ομάδα | all forms
GreekGerman
διευθύνουσα ομάδα ΙΙLenkungsgruppe II
διυπηρεσιακή ειδική ομάδα για λεπτομερείς στατιστικές τιμών.dienststellenübergreifende Taskforce für detaillierte Preisstatistiken
διυπηρεσιακή ειδική ομάδα για λεπτομερείς στατιστικές τιμών.dienststellenübergreifende Taskforce "detaillierte Preisstatistiken"
ειδική ομάδα αστυνομίαςSpezialgruppe Polizei
ειδική ομάδα χρηματοοικονομικής δράσηςTask Force "Finanzielle Maßnahmen gegen die Geldwäsche"
επαγγελματική ομάδαFachgruppe
επαγγελματική ομάδαBerufsgruppe
Ευρωπαϊκή Ομάδα Ιδιωτικού Διεθνούς ΔικαίουEuropäische Gruppe für Internationales Privatrecht
κεφαλαία διακριτικά γράμματα του κράτους μέλους; ομάδα διακριτικών γραμμάτων του κράτους μέλουςKennzeichen des Mitgliedstaats
κεφαλαία διακριτικά γράμματα του κράτους μέλους; ομάδα διακριτικών γραμμάτων του κράτους μέλουςKennbuchstaben des Mitgliedstaats
κοινή ερευνητική ομάδαgemeinsame Ermittlungsgruppe
κοινή ομάδα έρευναςgemeinsame Ermittlungsgruppe
κοινή ομάδα ερευνώνgemeinsame Ermittlungsgruppe
μεμονωμένη ομάδα προϊόντωνeinzelne Produktgruppen
Νομική Συμβουλευτική ΟμάδαRechtsbeirat
Ομάδα "Αστυνομία και δικαιοσύνη"Gruppe "Polizei und Justiz"
ομάδα διάσωσηςRettungskolonne
Ομάδα Διεθνούς Χρηματοπιστωτικής ΔράσηςTask Force "Finanzielle Maßnahmen gegen die Geldwäsche"
ομάδα δικαιοπαρόχωνFranchisenehmerverband
ομάδα "δικαστική συνεργασία σε θέματα αστικού δικαίου"Arbeitsgruppe "Rechtliche Zusammenarbeit"
ομάδα δικαστικής συνεργασίαςGruppe Zusammenarbeit in Rechtsfragen
Ομάδα δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσειςGruppe "Justizielle Zusammenarbeit - Zivilrecht"
ομάδα διώξεως ναρκωτικών της ΑστυνομίαςRauschgiftdezernate der Polizei
ομάδα δοκιμής διείσδυσηςPenetrationsysteam
ομάδα δοκιμής διείσδυσηςEindringungstruppe
ομάδα εμπειρογνωμόνων για τα ναρκωτικάExpertengruppe für Drogenfragen
ομάδα εμπειρογνωμόνων του προενταξιακού συμφώνουSachverständigengruppe "Vorbeitrittsvereinbarung"
ομάδα εργασίαςArbeitsgemeinschaft
Ομάδα εργασίας για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμούArbeitsgruppe für die Durchführung der Wettbewerbsvorschriften
Ομάδα Εργασίας "Νομική"Arbeitsgruppe "Recht"
Ομάδα Εργασίας "Πολιτική/Νομική"Arbeitsgruppe "Politik/Recht"
ομάδα καταστημάτων με ενιαία επωνυμίαfreiwillige Ketten
ομάδα καταστημάτων με ενιαία επωνυμίαFreiwillige Ketten
ομάδα μειοψηφίαςMinorität
ομάδα μειοψηφίαςMinderheit
Ομάδα ad hoc "Μετανάστευση"Ad-hoc-Gruppe "Einwanderung"
ομάδα "Νομική Πληροφορική"Gruppe Rechtsinformatik
Ομάδα παρατηρητών για νομικά θέματαBeobachtungsgremium für Rechtsfragen
ομάδα προσώπωνKörperschaft
Ομάδα "Πρόληψη κρίσεων"Gruppe für Konfliktverhütung
ομάδα συμβαλλομένων μερώνVertragsparteiengruppe
ομάδα συμφερόντωνPressure-group
ομάδα συντονισμού για την καταπολέμηση των περιπτώσεων απάτηςKoordinierungseinheit zur Bekämpfung von Betrügereien
ομάδα συντονιστών "Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων"Gruppe der Koordinatoren "Freizügigkeit"
ομάδα σχεδιασμού της ΔΕΕWEU-Planungsstab
Ομάδα Mandelkern σχετικά με τη διοικητική απλούστευσηMandelkern-Gruppe für bessere Rechtsetzung
Ομάδα Mandelkern σχετικά με τη διοικητική απλούστευσηMandelkern-Gruppe
ομάδα υψηλού επιπέδου κατά της οργανωμένης εγκληματικότηταςHochrangige Gruppe "Organisierte Kriminalität"
πολυεπιστημονική ομάδα εργασίας για το οργανωμένο έγκλημαMultidisziplinäre Gruppe "Organisierte Kriminalität"
πολυτομεακή ομάδα για το οργανωμένο έγκλημαMultidisziplinäre Gruppe "Organisierte Kriminalität"
Συμβουλευτική Ομάδα Ανωτέρων ΥπαλλήλωνBeratungsgruppe hoher Beamter
τρομοκρατική ομάδαterroristische Gruppierung