Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Terms
for subject
Economy
containing
μεγάλης
|
all forms
Greek
Danish
αντιστάθμιση του επιπρόσθετου κόστους λόγω της
μεγάλης
απομάκρυνσης από το κέντρο
godtgørelse af fjernområdernes meromkostninger
μεταφορές
μεγάλης
ταχύτητας
højhastighedstransport
μεταφορικό μέσο
μεγάλης
χωρητικότητας
stortransportmiddel
στερλίνα
Μεγάλης
Βρετανίας ;
pund sterling
φυτά
μεγάλης
καλλιέργειας και κηπευτικά προϊόντα
markafgrøder,gartneri-og havebrugsprodukter
Get short URL