Subject | Greek | Danish |
transp. | άμαξα μεγάλης διαδρομής | fjerntrafikvogn |
insur. | άμεση πληρωμή μεγάλης ζημιάς | kontantfordring |
insur. | άμεση πληρωμή μεγάλης ζημιάς | kontantkrav |
insur. | άμεση πληρωμή μεγάλης ζημιάς | kasseskade |
met. | ίσιο λειαντικό εργαλείο μεγάλης ακτίνας | pudseværktøj med stor krumning |
agric., mech.eng. | ακροφύσιο μεγάλης εμβέλειας | dyse med stor rækkevidde |
earth.sc. | αλληλεπίδραση μεγάλης εμβέλειας | fjernvekselvirkning |
transp. | αμφίβιο hovercraft μεγάλης ταχύτητας | naviplan |
coal. | ανατίναξη μέσω διατρημάτων μεγάλης διαμέτρου | grovhulsprængning |
energ.ind., mech.eng., el. | ανεμογεννήτρια μεγάλης ισχύος | større vindkraftanlæg |
energ.ind., mech.eng., el. | ανεμογεννήτρια μεγάλης ισχύος | stort vindkraftanlæg |
econ. | αντιστάθμιση του επιπρόσθετου κόστους λόγω της μεγάλης απομάκρυνσης από το κέντρο | godtgørelse af fjernområdernes meromkostninger |
mater.sc., el. | αποθήκευση μεγάλης διάρκειας | langtidslagring |
el. | αρτηρία μεγάλης κίνησης | stærkt trafikeret forbindelse |
transp. | αρτηρία μεγάλης κυκλοφορίας | stærkt trafikeret strækning |
el. | αρτηρίες κίνησης μεγάλης πυκνότητας | forbindelser med stor trafiktæthed |
agric. | ατμολέβητας και καυστήρας μεγάλης απόδοσης | højtryksdampkedel |
health., environ. | ατύχημα μεγάλης εκτάσεως | større ulykke |
health., environ. | ατύχημα μεγάλης εκτάσεως | større uheld |
el. | αυτόματη τηλεγραφία μεγάλης ταχύτητας | automatisk telegrafi med høj hastighed |
IT, transp. | αυτόματο σύστημα συγκοινωνίας αμαξοστοιχιών με τεχνολογία ταινίας μεγάλης ακτίνος | automatisk togkontrol med lange sløjfer |
transp. | βιβλίο αφίξεων και αποστολών μεγάλης ταχύτητας | godsekspedition |
chem. | βιοχημική ένωση μεγάλης ενέργειας | energirig binding |
el. | βολίδα υπερύθρων μεγάλης διακριτικής ικανότητας | infrarød sounder med stor opløsningsevne |
el. | βολόμετρο μεγάλης γωνίας | vidvinkel-bolometer |
industr., construct. | γέφυρα της μεγάλης μεσαίας | brostykke til centrumhjul |
mech.eng., el. | γεννήτρια μεγάλης ταχύτητας | supervindrose |
transp., mil., grnd.forc. | γραμμή μεγάλης ταχύτητας | højhastighedslinje |
mater.sc., mech.eng. | γυάλινο δοχείο μεγάλης χωρητικότητας | glasemballage med stort volumen |
tech., industr., construct. | δίπλακη κυκλική μηχανή μεγάλης διαμέτρου | rundstrikkemaskine med dobbelt nåleleje og stor diameter |
el. | δίσκος μεγάλης διάρκειας | micro-rilleplade |
commun., el. | δίσκος μεγάλης διάρκειας | Longplaying plade |
commun., el. | δίσκος μεγάλης διάρκειας | LP-plade |
el. | δίσκος μεγάλης διάρκειας | longplayingplade |
gen. | δειγματοληπτική συσκευή μεγάλης παροχής αέρα | apparat med stor luftgennemstrømning |
commun., IT | δελτίο μεγάλης σμικρύνσεως | mikrokort med stærk formindskelse |
agric. | δεματοποιητής μεγάλης πυκνότητας | hårdpresse |
agric. | δεματοποιητής μεγάλης πυκνότητας | halmpresse til hårdpresning |
transp., construct. | δεξαμενή μεγάλης ανύψωσης υδροστάθμης | skaktsluse |
commun., IT | διάθλαση μεγάλης απόστασης | langdistance-diffraktion |
el. | διάταξη μεγάλης ακτίνας | krystalordning |
coal. | διάτρημα μεγάλης διαμέτρου | grovhul |
el. | διαμόρφωση μεγάλης πυκνότητας | high density modulation |
agric. | διανομέας μεγάλης χωρητικότητας | spredemaskine med stor kapacitet |
transp. | διαρρύθμιση υφισταμένων γραμμών για τραίνα μεγάλης ταχύτητας | forbedring af eksisterende linjer til højhastighedstog |
coal. | διατρήματα προεκσκαφής μεγάλης διαμέτρου | grovhulkutte |
fin. | Διεθνές Χρηματιστήριο Αξιών Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας | International Stock Exchange of Great Britain and Ireland |
fin. | Διεθνές Χρηματιστήριο Αξιών Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας | Den Internationale Fondsbørs for Storbritannien og Irland |
transp., mil., grnd.forc. | διευρωπαϊκό σιδηροδρομικό σύστημα μεγάλης ταχύτητας | det transeuropæiske jernbanesystem for højhastighedstog |
tech., industr., construct. | δικύλινδρη κυκλική μηχανή μεγάλης διαμέτρου | rundstrikkemaskine med to cylindere og stor diameter |
mech.eng. | δράπανο μεγάλης ακριβείας | præcisionsboremaskine |
mech.eng. | δράπανο μεγάλης ακριβείας ρυθμιζόμενου κέντρου οπών μέσω συντεταγμένων | læreboremaskine |
gen. | εγκατάσταση επανεπεξεργασίας μεγάλης δυναμικότητας | stor genbrugfacilitet |
agric. | εκθαμνωτής μεγάλης ισχύος | maskine med stor hestekraft til kratrydning |
med. | εκκόλπωμα μεγάλης αρθρώσεως | divertikelsvangerskab |
el. | εκπομπή μεγάλης πυκνότητας | transmission med stor trafiktæthed |
agric., mech.eng. | εκτοξευτής μεγάλης εμβέλειας | regnkanon |
agric. | εκτοξευόμενη δέσμη σε σχήμα κώνου μεγάλης εγκάρσιας διατομής | vifteformet sprøjtedouche |
industr., construct. | ελαστικό μεγάλης περιεκτικότητας σε στυρένιο | højstyrengummi |
transp. | εμπορεύματα μεγάλης ταχύτητας | ekspresgodstrafik |
transp. | εμπορεύματα μεγάλης ταχύτητας | ilgods |
law, transp. | ενιαίος Κανονισμός Διεθνούς Σιδηροδρομικής Μεταφοράς δεμάτων μεγάλης ταχύτητας | Fælles reglement om international befordring af ekspresgods med jernbane TIEx |
el. | επίγειο σύστημα μεγάλης απόστασης | jord-system over stor afstand |
industr. | επιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο σχετικά με τους κινδύνους ατυχημάτων μεγάλης έκτασης τους οποίους περικλείουν ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες | Udvalget for tilpasning til Den Tekniske Udvikling - Risiko for Større Uheld i Forbindelse med en Række Industrielle Aktiviteter |
environ. | Επιτροπή προσαρμογής των οδηγιών στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο για τον κίνδυνο ή τους κινδύνους ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως τον οποίον ή τους οποίους περικλείουν ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες | Udvalget for Tilpasning til den Videnskabelige og Tekniske Udvikling af Direktiverne om Risiko for Større Uheld i forbindelse med en Række Industrielle Aktiviteter |
gen. | επιχείρηση μεγάλης εμβέλειας | storstilet operation |
transp., polit. | ευρωπαϊκό δίκτυο τρένων μεγάλης ταχύτητας | europæisk jernbanenet for højhastighedstog |
gen. | ευρωπαϊκό δίκτυο τρένων μεγάλης ταχύτητας | europæisk net af højhastighedstog |
immigr., IT | Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης | It-Agenturet |
immigr., IT | Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης | Det Europæiske Agentur for den Operationelle Forvaltning af Store It-systemer inden for Området med Frihed, Sikkerhed og Retfærdighed |
agric. | ζυθοποίηση με διαβροχή μεγάλης πυκνότητας | tykmæskmetode |
agric. | ζυθοποίηση με διαβροχή μεγάλης πυκνότητας | tykmæskemetode |
el. | ζωνοπερατό φίλτρο μεγάλης επιλεκτικότητας | stærkt selektivt båndpasfilter |
el. | ζωνοφρακτικό φίλτρο μεγάλης επιλεκτικότητας | stærkt selektivt båndstopfilter |
agric. | ζώα μεγάλης απόδοσης | højtydende dyr |
transp. | ζώνη μεγάλης έκπτωσης | superlavpriszone |
med. | ηλεκτροκαρδιογραφία μεγάλης ενίσχυσης | signal-averaged elektrokardiografi |
geogr. | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας | Det Forenede Kongerige |
geogr. | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας | Det Forenede Kongerige Storbritannien og Nordirland |
transp. | θαλάσσιες μεταφορές μεγάλης ταχύτητας | højhastighedsskibtransport |
med. | ιατρική επίσκεψη μεγάλης διάρκειας | tidskrævende rådgivning af patienter |
insur. | κάτοικος της Μεγάλης Βρετανίας που είναι ασφαλιστής-μέλος των Λόυδς | Lloyd's name |
gen. | κέρμα ευρώ μεγάλης αξίας | euromønt med høj værdi |
commun. | κίνηση μεγάλης πυκνότητας | intens trafik |
gen. | καλώδιο για μόνιμες συνδέσεις μεγάλης απόστασης | kabel til faste fjernforbindelser |
mech.eng. | καμπύλη μεγάλης ακτίνας | rørbøjning |
transp. | καμπύλη μεγάλης ακτίνας καμπυλότητας | sporkurve med stor radius |
med. | κατάστασις που παρατηρείται σε στρατιώτες,μετά μεγάλης κοπώσεως και χαρακτηρίζεται από διάχυτους πόνους,κόπωση,ευερεθιστικότητα και αϋπνία | plexusneuralgi |
med. | κατάστασις που παρατηρείται σε στρατιώτες,μετά μεγάλης κοπώσεως και χαρακτηρίζεται από διάχυτους πόνους,κόπωση,ευερεθιστικότητα και αϋπνία | plexalgi |
med. | κατάστασις της μεγάλης επιληψίας | grand mal-status (status epilepticus) |
tech., construct. | καταβιβασμός της στάθμης του ύδατος λόγω μεγάλης παροχής | sænkning af vandstanden ved stor afstrømning |
life.sc. | καταστροφική κατολίσθηση μεγάλης κλίμακας | ødelæggende jordskred |
mech.eng. | καυστήρας οξυγονοκόλλησης για μεγάλης έκτασης συγκολλήσεις | svejsebrænder til svære arbejder |
el. | κεραιοστοιχία μεγάλης πρόσπτωσης | antennesystem med stor strålebredde |
mater.sc., mech.eng. | κιβώτιο μεγάλης χωρητικότητας | stor kasse |
mech.eng. | κινητήρας μεγάλης ισχύος | motor til tungt arbejde |
mech.eng. | κινητήρας μεγάλης ταχύτητας | hurtigtgående motor |
tech., industr., construct. | κυκλική μηχανή μεγάλης διάμετρου | rundstrikkemaskine med stor diameter |
transp. | κυκλοφορία μεγάλης ταχύτητας | ilgods |
tech., industr., construct. | κυλινδρική μπομπίνα μεγάλης πυκνότητας | solspole/cylindrisk krydsspole med kort slag |
met. | κυρτωμένο λειαντικό εργαλείο μεγάλης ακτίνας | krumt pudseværktøj |
met. | κυρτωμένο λειαντικό εργαλείο μεγάλης ακτίνας | krum slikker |
industr., construct. | κωνικός τροχός της μεγάλης μεσαίας | centrumsdrev |
industr., construct. | κωνικός τροχός της μεγάλης μεσαίας | centrumdrev |
el. | κύκλωμα μεγάλης καθυστέρησης | kredsløb med lang transmissionstid |
el. | κύκλωμα μεγάλης σύνθετης αντίστασης | højimpedanskredsløb |
mech.eng. | κώνος μεγάλης κωνικότητας | stejl konus |
chem. | λάδι μεγάλης αντοχής | olie til hårde påvirkninger |
commun., IT | λήψη μεγάλης απόστασης | langdistancemodtagning |
commun., IT | λήψη μεγάλης εμβέλειας | langdistancemodtagning |
industr., construct., mech.eng. | λεπτά εργαλεία μεγάλης κοπτικής ικανότητας | fint værktøj med stor skæreegenskab |
transp. | λεωφορείο μεγάλης χωρητικότητας | bus med høj kapacitet |
el. | λυχνιολαβή μεγάλης βάσης | 1- tomme fatning |
commun., el. | μήνας μεγάλης δραστηριότητας διαλείψεων | måned med stor fadingaktivitet |
earth.sc., el. | μαγνήτης για μικρούς κινητήρες μεγάλης πυκνότητας ισχύος | magnet til små motorer med stor effekttæthed |
med. | μαζική εξωτερική αιμοραγία από διάτρηση μεγάλης αρτηρίας | blodstyrtning |
met. | μεγάλης αντοχής | med stor trækstyrke |
environ. | μεγάλης απόστασης | lang- |
transp., avia., el. | μεγάλης εμβέλειας επιτήρηση κίνησης στον αέρα | langtrækkende overvågning af lufttrafik |
life.sc. | μεγάλης κατακόρυφης ανάπτυξης | congestus |
environ. | μεγάλης κλίμακας | lang- |
nucl.phys. | μεγάλης κλίμακας επανεπεξεργασία | oparbejdning i stor målestok |
nat.sc., life.sc. | μεγάλης φωτοπεριόδου | langdagsbehandling |
nat.sc., life.sc. | μεγάλης φωτοπεριόδου | langdag |
transp., avia. | Airbus μεγάλης χωρητικότητας | svære transportfly |
commun., IT | μετάδοση μεγάλης απόστασης | langdistance-transmission |
econ. | μεταφορές μεγάλης ταχύτητας | højhastighedstransport |
econ. | μεταφορικό μέσο μεγάλης χωρητικότητας | stortransportmiddel |
health. | μετρήσεις μεγάλης διάρκειας | langtidsmåling |
transp. | μηχανή μεγάλης ταχύτητας | højhastighedslokomotiv |
transp. | μηχανή μεγάλης ταχύτητας | hurtigtogslokomotiv |
med. | μικροχλωρίδα της μεγάλης κοιλίας των μηρυκαστικών | vomflora |
gen. | μικρόφωνο μεγάλης ευαισθησίας | højfølsom mikrofon |
el. | μονάδα φωτισμού μεγάλης επιφάνειας | storfladearmatur |
tech., industr., construct. | μονόπλακη κυκλική μηχανή μεγάλης διαμέτρου | rundstrikkemaskine med enkelt nåleleje,stor diameter og tungenål |
tech., industr., construct. | μονόπλακη κυκλική μηχανή μεγάλης διαμέτρου με ραμφωτή βελόνα πρέσα | rundstrikkemaskine med enkelt nåleleje,stor diameter og spidsnåle |
tech., industr., construct. | μονόπλακη κυκλική πλεκτομηχανή μεγάλης διαμέτρου | rundstrikkemaskine med enkelt nåleleje og stor diameter |
life.sc. | νέφος μεγάλης υδατοπεριεκτικότητας | skyer med højt vandindhold |
industr. | νήμα μεγάλης αντοχής από ίνες συνεχείς | garn med høj styrke |
industr., construct. | νήμα μεγάλης συστροφής | stærkt snoet garn |
transp., nautic. | ναυσιπλοΐα μεγάλης απόστασης | fjernsøfart |
transp. | οδική υπηρεσία μεγάλης περιμέτρου | vej-fjerntrafik |
transp. | οδός μεγάλης κυκλοφορίας | hovedvej |
el. | ολίσθηση μεγάλης περιόδου | langtidsdrift |
IT, el. | ολοκλήρωση μεγάλης κλίμακας | højintegration |
IT, el. | ολοκλήρωση πολύ μεγάλης κλίμακας | meget stor komponenttæthed |
IT, el. | ολοκλήρωση πολύ μεγάλης κλίμακας | meget høj integrationsgrad |
transp. | ομάδα υψηλού επιπέδου για την ανάπτυξη ενός δικτύου τρένων μεγάλης ταχύτητας | gruppe på højt plan vedrørende højhastighedstog |
transp. | ομάδα υψηλού επιπέδου για την ανάπτυξη ενός δικτύου τρένων μεγάλης ταχύτητας | arbejdsgruppe på højt niveau vedrørende "højhastighedsnettet" |
med. | ουσία μεγάλης κυτταρικής τοξικότητας | stof, som sammenkobles med en stærk cellegift |
transp. | πέδη μεγάλης ισχύος | højkraftsbremse |
industr., construct. | πέτρα της μεγάλης μεσαίας | centrumhjulssten |
earth.sc., mech.eng. | πίεση μεγάλης και απότομης ροής | pulsationstryk |
el. | παλμός μεγάλης ταχύτητας | høj-hastigheds-impuls |
law, environ. | παράβαση μεγάλης κλίμακας | overtrædelse af større omfang |
med. | παραγωγή μεγάλης ποσότητας σπέρματος | hyperspermi |
commun., IT | παρεμβολή μεγάλης απόστασης | forstyrrelse over stor afstand |
transp. | περίοδος πρακτικής άσκησης μεγάλης διάρκειας | praktikophold af længere varighed |
el. | πιλότος μεγάλης ταχύτητας | høj-hastigheds-pilot |
chem. | πλάκα μεγάλης επιφάνειας | Planté-plade |
el. | πλάσμα πολύ μεγάλης πυκνότητας | plasma med meget høj tæthed |
transp. | πλήρες βαγόνι μεγάλης ταχύτητας | ilgodsvognladning |
el. | πλευρική ανάκλαση μεγάλης καθυστέρησης | siderefleksioner med stor forsinkelse |
account. | πράξη μεγάλης αξίας | højværditransaktion |
chem. | πρέσα μεγάλης διαδρομής | presse med stor slaglængde |
transp., el. | προβολέας μεγάλης εμβέλειας | fjernprojektør |
gen. | προστασία της μεγάλης κοιλίας | vombeskyttelse |
transp., avia. | Προσφορότερο ύψος πλεύσης μεγάλης εμβέλειας | optimal marchhøjde ved langdistanceflyvninger |
polit. | Πρωτόκολλο για ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας | protokol om visse bestemmelser vedrørende Det Forenede Kongerige Storbritannien og Nordirland |
environ. | Πρωτόκολλο στη Σύμβαση του 1979 για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση μεγάλης απόστασης που οφείλεται στους έμμονους οργανικούς ρύπους | Århusprotokollen om persistente organiske miljøgifte POP |
environ. | Πρωτόκολλο στη Σύμβαση του 1979 για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση μεγάλης απόστασης που οφείλεται στους έμμονους οργανικούς ρύπους | protokol til 1979-konventionen om grænseoverskridende luftforurening over store afstande om persistente organiske miljøgifte POP |
IT, el. | Πρόγραμμα μεγάλης κλίμακας με ειδικούς στόχους:Π1-Μικροηλεκτρονική | Det overordnede, målrettede mikroelektronikprojekt projekt P1 |
gen. | πυρηνική επίθεση μεγάλης κλίμακας | kernevåbenangreb over en bred front |
agric. | πυρκαϊά μεγάλης εκτάσεως | storbrand |
insur. | ρήτρα μεγάλης αξίας | spidsværdiklausul |
insur. | ρήτρα μεγάλης σπουδαιότητας | paramount clause |
commun. | ραδιογωνιόμετρο μεγάλης εμβέλειας | langdistance-radiopejler |
el. | ραδιοσυμβολομετρία πολύ μεγάλης γραμμής βάσης | radiointerferometri med meget lang basislinie |
environ. | ρεύμα αέρα μεγάλης ταχύτητας | luftstråle med høj hastighed |
industr., construct., chem. | ρητίνη μεγάλης περιεκτικότητας σε στυρένιο | højstyrenharpiks |
el. | ρολόι μεγάλης σταθερότητας | taktgiver med stor stabilitet |
mater.sc., mech.eng. | σάκος μεγάλης περιεκτικότητας | storsæk |
el. | σήματα μεταγωγής μεγάλης ταχύτητας | kolblingssignaler med høj hastighed |
el. | σειριακός αποκωδικοποιητής μεγάλης ταχύτητας μπιτ | sekvensdekoder for høj datasignaleringshastighed |
transp. | σιδηροδρομική γραμμή μεγάλης ταχύτητας | højhastighedsnet |
econ., fin. | στερλίνα Μεγάλης Βρετανίας ; | pund sterling |
el. | στοιχείο πολύ μεγάλης διάρκειας ζωής | komponent med meget lang levetid |
transp. | στροβιλοκίνητο τρένο μεγάλης ταχύτητας | gasturbinetog med høj hastighed |
transp. | στροβιλοκίνητο τρένο μεγάλης ταχύτητας | TGV-tog |
nat.sc. | συμβολομετρία πολύ μεγάλης γραμμής βάσης | interferometri med meget lang basislinie |
el. | συμβολόμετρο με βάση μεγάλης διάρκειας | interferometer med lang basislinje |
nat.sc. | συμβολόμετρο πολύ μεγάλης βάσης | interferometer med meget lang basislinie |
mech.eng. | συμπιεστής μεγάλης ισχύος | højtrykskompressor |
social.sc. | Συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαικής Κοινότητας πλην του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας για την κοινωνική πολιτική | aftale om social- og arbejdsmarkedspolitikken indgået mellem Det Europæiske Fællesskabs medlemsstater med undtagelse af Det Forenede Kongerige Storbritannien og Nordirland |
gen. | Συνέδριο ή ΦΣρουμ "Επιστήμη, Τεχνολογία και Κοινωνία: Η πρΣκληση της Μεγάλης Ευρώπης" | Forum "Videnskab, Teknologi og Selskaber: Udfordringen ved Det Store Europa" |
mech.eng., construct. | σωλήνας καλωδίου μεγάλης διατομής | tykvægget rør |
el. | σύγχρονο πολυκαναλικό σύστημα μεγάλης ταχύτητας | synkront højhastigheds-multikanalsystem |
gen. | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας στη σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και στο πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων | konvention om Kongeriget Danmarks, Irlands og Det Forenede Kongerige Storbritanniens og Nordirlands tiltrædelse af konventionen om retternes kompetence og om fuldbyrdelse af retsafgørelser i borgerlige sager, herunder handelssager, samt af protokollen vedrørende Domstolens fortolkning af denne konvention |
social.sc., UN | Σύμβαση για την πρόληψη των βιομηχανικών ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως | konvention vedrørende forebyggelse af større industrielle uheld |
law | σύμβαση της 19ης Οκτωβρίου 1978 για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας,της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας στη σύμβαση των Βρυξελλών | konvention af 9 oktober 1978 om Kongeriget Danmarks, Irlands og Det Forenede Kongerige Storbritanniens og Nordirlands tiltrædelse af Bruxelleskonventionen |
transp. | σύνδεση μεγάλης απόστασης | fjernforbindelse |
agric., mech.eng. | σύνδεσμος μεγάλης στεγανότητας | muffesamling |
IT | σύστημα αποθήκευσης δεδομένων μεγάλης ταχύτητας | datalagringssystem for høje datasignaleringshastigheder |
commun. | σύστημα εξερευνητικής σάρωσης υπερύθρων,μεγάλης διακριτικής ικανότητας | infrarødt skanderingssystem med stor opløsningsevne |
commun. | σύστημα μετάδοσης δεδομένων μεγάλης ταχύτητας | høj-hastigheds-datatransmissionssystem |
transp. | σύστημα ναυσιπλοϊας μεγάλης εμβέλειας | LORAN-system-C |
transp. | σύστημα ναυσιπλοϊας μεγάλης εμβέλειας | LORAN C-radionavigationssystem |
el. | σύστημα ραδιοαιομετάδοσης μεγάλης χωρητικότητας | høj-kapacitets-radiorelæsystem |
transp., avia. | ταχύτητα πλεύσης μεγάλης εμβέλειας | langdistancemarchfart |
transp., avia. | ταχύτητα πλεύσης μεγάλης εμβέλειας με πλήρη ισχύ | langdistancemarchfart med alle motorer i drift |
commun., transp. | τενόρος μεγάλης ισχύος | kraftigt horn |
environ. | τεχνική παρακολουθήσεως μεγάλης οπτικής διαδρομής | fjernovervågningsmetode |
commun. | τεχνολογία μετάδοσης δεδομένων μεγάλης ταχύτητας | datateknologi med høje transmissionshastigheder |
IT, el. | τεχνολογία πολύ μεγάλης κλίμακας ολοκλήρωσης | VLSI-teknologi |
commun. | τηλεφωνικό καλώδιο μεγάλης απόστασης | fjerntelefonledning |
commun. | τηλεφωνικό κύκλωμα μεγάλης απόστασης | telefonledning over længere afstand |
law, insur. | Τομεακή συμφωνία για τα μεγάλα αεροσκάφη; Τομεακή συμφωνία για τα αεροσκάφη μεγάλης μεταφορικής ικανότητας | sektoraftale for store fly |
agric., industr., construct. | τράβα,τετραγωνισμένος κορμός μεγάλης εγκαρσίας τομής | bjælke |
transp. | τρένο μεγάλης ταχύτητας | gasturbinetog med høj hastighed |
transp., mil., grnd.forc. | τρένο μεγάλης ταχύτητας | højhastighedstransport |
transp. | τρένο μεγάλης ταχύτητας | højhastighedstog |
transp. | τρένο μεγάλης ταχύτητας | TGV-tog |
transp., mil., grnd.forc. | τρένο μεγάλης ταχύτητας; τρένο υψηλής ταχύτητας | højhastighedstog |
industr., construct. | τροχός της μεγάλης μεσαίας | centrumshjul |
industr., construct. | τροχός της μεγάλης μεσαίας | store bundhjul |
industr., construct. | τροχός της μεγάλης μεσαίας | centrumhjul |
mech.eng. | τρυπάνι μεγάλης γωνίας ελίκωσης για διάτρηση ξύλου | træbor |
el. | τόνος μεγάλης περιόδου | tone med langsom periode |
agric. | υνί μεγάλης κοπής | bredt skær |
IT | υπολογιστης μεγάλης κλίμακος | stordatamat |
el. | φέρουσα FM μεγάλης πυκνότητας | FM-bærebølge med stor effekttæthed |
el. | φέρουσα μεγάλης φασματικής πυκνότητας | bærebølge med stor spektraldensitet |
el. | φασματικός αναλύτης μεγάλης διακριτικότητας | spektrum-analysator med stor opløsningsevne |
med. | φασματογραφία μάζας μεγάλης διαχωριστικής ικανότητας | massespektrometri med høj opløsningsevne |
transp. | φορτηγό βαγόνι μεγάλης ταχύτητας πλήρες | ilgodsvognladning |
transp. | φρένο μεγάλης ισχύος | højkraftsbremse |
commun. | φυσικό κανάλι μεγάληςυψηλήςχωρητικότητας | fysisk kanal med høj kapacitet |
econ., market. | φυτά μεγάλης καλλιέργειας και κηπευτικά προϊόντα | markafgrøder,gartneri-og havebrugsprodukter |
el. | φωτεινή δέσμη μεγάλης ισχύος | højeffektstråle |
cultur. | φωτογραφική μηχανή με φακό πολύ μεγάλης οπτικής φωνίας | kamera med vidvinkelobjektiv |
insur. | χορήγηση παροχών σε είδος μεγάλης σημασίας | tilståelse af proteser,større bandager etc. |
insur. | χορήγηση παροχών σε είδος μεγάλης σημασίας | blanket E114 |
fin. | χρήμα μεγάλης ισχύος | dynamiske penge |
agric. | ψεκαστήρας μεγάλης απόδοσης | sprøjte med stor kapacitet |
agric. | ψεκαστήρας φυτών μεγάλης καλλιέργειας | sprøjte med stor kapacitet |
transp., avia. | 3/4ψος πλεύσης μεγάλης εμβέλειας | marchhøjde ved langdistanceflyvning |
coal. | όρυξη διατρημάτων μεγάλης διαμέτρου | grovhulboring |
transp. | όχημα μεγάλης διαδρομής | fjerntrafikvogn |
transp. | όχημα μεγάλης θεωρητικής ταχύτητας | køretøj med høj teoretisk hastighed |
transp. | όχημα μεγάλης χωρητικότητας | godsvogn med stor kapacitet |
transp. | όχημα μεγάλης χωρητικότητας | køretøj med høj kapacitet |
life.sc., transp. | ώρα μεγάλης κίνησης | myldretid |