DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Criminal law containing πρόληψη | all forms
GreekPortuguese
Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον 'Ελεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του ΕγκλήματοςGabinete para a Droga e a Criminalidade
Επιτροπή για την πρόληψη του εγκλήματος και την Ποινική ΔικαιοσύνηComissão da Prevenção do Crime e da Justiça Penal
Helsinki European United Nations Institute ; Ευρωπαϊκό 'Ιδρυμα του Ελσίνκι που υπάγεται στα Ηνωμένα 'Εθνη, για την πρόληψη και την καταπολέμηση του εγκλήματοςInstituto de Helsínquia para a prevenção do crime e a luta contra a delinquência, sob a égide das Nações Unidas
Κέντρο για Πρόληψη του Διεθνούς ΕγκλήματοςCentro de Prevenção da Criminalidade Internacional
Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005 , σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίαςTerceira Diretiva Branqueamento de Capitais
Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005 , σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίαςTerceira Diretiva BC
Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005 , σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίαςDiretiva 2005/60/CE do Parlamento Europeu e do Conselho, de 26 de outubro de 2005, relativa à prevenção da utilização do sistema financeiro para efeitos de branqueamento de capitais e de financiamento do terrorismo
πρόληψη της εγκληματικότηταςprevenção da criminalidade
πρόληψη του εγκλήματοςprevenção da criminalidade