DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Construction containing κατα της | all forms
GreekPortuguese
άνοιγμα για τη μεταφορά υλικών κατά τη διάρκεια της κατασκευής ενός έργουabertura na construção
προσωρινό άνοιγμα κατά τη διάρκεια της κατασκευήςabertura temporária na construção
συντονιστής για θέματα ασφάλειας και υγείας κατά την εκπόνηση της μελέτης του έργουcoordenador em matéria de segurança e de saúde durante a elaboração do projeto da obra