DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Business containing ικανότητα | all forms
GreekPortuguese
πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότηταςANR certificada
πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότηταςagência de notação de risco certificada