Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Italian
Portuguese
Terms
for subject
Industry
containing
εκ
|
all forms
|
exact matches only
Greek
Portuguese
έγκριση τύπου
ΕΚ
pedido de receção CE
αντικολλητόν με καρδίαν
εκ
μοριοσανίδος
contraplacado aglomerado
αντικολλητόν με καρδίαν
εκ
ξύλου
contraplacado tabuado
αντοχή στη φθορά
εκ
τριβής
resistência ao desgaste
Γυαλί δια την προστασία
εκ
της θερμότητος
vidro de proteção térmica
Γυαλί δια την προστασία
εκ
της θερμότητος
vidro de proteção contra o calor
ελαστική παραμόρφωσις
εκ
σταθεράς φορτίσεως
fluência
ελαστική παραμόρφωσις
εκ
σταθεράς φορτίσεως
solifluxão
ελαστική παραμόρφωσις
εκ
σταθεράς φορτίσεως
deformação
επεξεργάζομαι
εκ
νέου ένα μοντέλο
rever o modelo
μήτρα
εκ
δύο τεμαχίων
molde de prensa em duas partes
μήτρα
εκ
πολλών τεμαχίων
molde para unir dois ou mais componentes
μήτρα
εκ
πολλών τεμαχίων
molde de cantos
μη συνδεδεμένο λεπτώς διακλαδισμένο ινίδιο
εκ
πολυαιθυλενίου
fibrila não coerente de polietileno
οξύ
εκ
ξύλου,οξεϊκόν οξύ
ácido pirolenhoso
οπλισμός
εκ
τετραγωνισμένης ξυλείας εδραζόμενος επί πεδίλων
cavalete
πιστοποιητικό έγκρισης τύπου
ΕΚ
ficha de receção CE
σήμα έγκρισης τύπου
ΕΚ
marca de receção CE
σειρά ικριωμάτων
εκ
στρογγύλων ξύλων
pórtico de esteios
Συντελεστής οπτικής ανακλάσεως
εκ
των έξω
fator de reflexão visível para o exterior
τμήμα βλεπόμενον
εκ
του μακρόθεν
segmento de visão distante
τσιμέντο
εκ
σκωριών
cimento dos altos fornos
τσιμέντο
εκ
σκωριών
cimento de escórias
φούρνος με καυστήρες
εκ
των άνω
forno de chama horizontal
φούρνος με καυστήρες
εκ
των άνω
forno com queimadores nas empenas
φύλλον αντικολλητόν
εκ
δύο τεμαχίων εχόντων καθέτους τας ίνας
contraplacado de duas folhas
Get short URL