DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Finances containing βαρος | all forms
GreekPortuguese
έντονες κερδοσκοπικές κινήσεις σε βάρος ενός νομίσματοςmovimento monetário especulativo
αναλήψεις υποχρεώσεων εις βάρος του οικονομικού έτουςcompromissos assumidos, imputáveis ao exercício
αναλήψεις υποχρεώσεων εις βάρος του οικονομικού έτουςautorizações concedidas imputáveis ao exercício
αναλήψεις υποχρεώσεων εις βάρος των διαθεσίμων πιστώσεων υποχρεώσεωνcompromissos assumidos, imputáveis às dotações para autorizações disponíveis
αναλήψεις υποχρεώσεων εις βάρος των διαθεσίμων πιστώσεων υποχρεώσεωνautorizações concedidas imputáveis às dotações de autorizações disponíveis
βάρος φορολογούμενουobrigação do sujeito passivo
δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμούdespesa a cargo do orçamento
δασμολογητέο βάροςpeso tributável
δασμολόγηση κατά βάροςtributaçao com base no peso
εμπορεύματα που δασμολογούνται με βάση το βάρος τουςmercadorias tributadas com base no peso
καθαρό βάροςpeso líquido
καθαρό βάροςpeso
μικτό βάροςpeso bruto
πραγματοποιηθείσες πληρωμές εις βάρος του οικονομικού έτουςpagamentos efetuados imputáveis ao exercício
προγενέστερη απαίτηση, βάρος ή υποθήκηdireito de preferência
πρότερη απαίτηση, βάρος ή υποθήκηdireito de preferência