DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Pharmacy and pharmacology containing ασφαλειας | all forms
GreekPortuguese
έκθεση ασφάλειας για την αναφορά μεμονωμένου περιστατικούrelatórios sobre casos específicos de segurança
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειαςRelatório Periódico de Segurança
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειας μιας μοναδικής ουσίαςrelatório periódico de segurança específico de um único princípio ativo
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειας μιας μοναδικής ουσίαςrelatório periódico de segurança específico
έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειας μιας μοναδικής ουσίαςRPS específico
αυτόνομη μεμονωμένη έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειαςRPS independente
αυτόνομη μεμονωμένη έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειαςrelatório periódico de segurança independente
ζώνη ασφαλείαςarmadura
μελέτη ασφαλείας μετά την έγκριση του φαρμάκουestudo de segurança pós-autorização
μετεγκριτική μελέτη ασφαλείαςestudo de segurança pós-autorização
μη παρεμβατική μετεγκριτική μελέτη ασφάλειαςestudo de segurança pós-autorização sem intervenção
μηχανικός ασφάλειας εγκαταστάσεωνengenheiro de segurança
περιοδικές ενημερώσεις ασφαλείαςatualizações periódicas de segurança
φαρμακολογία ασφάλειαςfarmacologia de segurança