DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing Διεύθυνση | all forms
GreekPortuguese
Γενική Αστυνομική Διεύθυνση ΑθηνώνComissariado-Geral da Polícia de Atenas
Γενική Αστυνομική Διεύθυνση ΑττικήςComissariado-Geral da Polícia de Atenas
γενική διεύθυνσηdireção
διεύθυνση αντικλήτουdomicílio escolhido
διεύθυνση εργασίαςadministração do trabalho
διεύθυνση κηδεμονείαςtutela de ofício
Διεύθυνση νομικών υποθέσεωνDireção Assuntos Jurídicos
διεύθυνση προσώπωνcomando
διεύθυνση προσώπωνchefia
Διεύθυνση Συμβουλευτικών Εργασιών ΑDireção de Trabalhos Consultivos - A
Διεύθυνση Συμβουλευτικών Εργασιών ΑAGTC.A
Διεύθυνση Συμβουλευτικών Εργασιών ΒDireção de Trabalhos Consultivos - B
διεύθυνση του Γραφείουdireção do Instituto
διεύθυνση του συστήματος ενοποιημένης παρουσίας/franchisegestão da franquia
διεύθυνση των δημοσίων υποθέσεωνcondução dos assuntos de interesse público
διεύθυνση των μεταλλείωνadministração das minas
διεύθυνση των υποθέσεωνcondução dos negócios
επαγγελματική διεύθυνσηendereço profissional
κεντρική διεύθυνσηdireção central