DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing Διεύθυνση | all forms
GreekPortuguese
Γενική Διεύθυνση Πολιτικής ΑεροπορίαςDireção-Geral da Aviação Civil
γενική διεύθυνση συντονισμού και διαχείρισης οδώνDireção-Geral de Coordenação e Gestão Rodoviária
διεύθυνση αεροσκάφουςendereço de aeronave
Διεύθυνση Διαχείρισης και Συντονισμού ΔρόμωνDireção-Geral de Coordenação e Gestão Rodoviária
διεύθυνση ελέγχου εναέριας κυκλοφορίαςdireção do controlo do tráfego aéreo
διεύθυνση ινώνsentido da fibra
διεύθυνση νημάτωνsentido da fibra
διεύθυνση οχήματοςdireção
διεύθυνση πορείας του οχήματος δοκιμήςtrajetória do veículo de ensaio
διεύθυνση πρόσπτωσηςdireção de incidência
διεύθυνση πυξίδαςrumo de bússola
επιταχυνσιόμετρο ευαίσθητο κατά τη διεύθυνση της κρούσηςacelerómetro sensível na direção do impacto
επιταχυνσιόμετρο που καταγράφει κατά τη διεύθυνση της κρούσηςacelerómetro sensível na direção do impacto
κεντρική διεύθυνση ελέγχουposto central de comando
κεντρική διεύθυνση ελέγχουcentro de controlo
κεντρική διεύθυνση λειτουργίαςposto central de comando
κεντρική διεύθυνση λειτουργίαςcentro de controlo
κεντρική διεύθυνση της εμπορευματικής κίνησηςgestão centralizada do tráfego de mercadorias
κυματισμός κάθετος προς τη διεύθυνση του πλοίουmar de través
προώθηση εμπορικών τρένων αντίθετα από τη διεύθυνση κυκλοφορίαςcirculação em contravia
υποβοηθούμενη διεύθυνσηdirecção assistida