DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Industry containing σκελετός | all forms
GreekEnglish
μη εμφανής σκελετόςconcealed frame core
Σιδερένιος σκελετός τροφοδότουforehearth casing
Σιδερένιος σκελετός τροφοδότουchannel casing
σκελετός εργαλείουtool body
σκελετός εφοδιασμένος με γυαλιάshield of glass
Σκελετός καλουπιούskeleton mould
σκελετός καπέλουhat foundation
σκελετός καπέλου εφοδιασμένος με ελατήριαspring frame for opera hats
Σκελετός λεκάνης,σκελετός τροφοδότουspout casing
Σκελετός λεκάνης,σκελετός τροφοδότουfront casing
σκελετός ομπρέλας βροχήςumbrella FRAME
Σκελετός στοιχείουskeleton section
Σκελετός στοιχείουopen section
στρεβλωμένος σκελετόςbuckled tyre