Greek | English |
άδεια εισόδου σε γενική συνέλευση | admission card |
άνοιγμα πίστεως σε αλληλόχρεο λογαριασμό | opening of current account credit facilities |
άνοιγμα πίστωσης σε αλληλόχρεο λογαριασμό | opening of a current account credit facility |
άνοιγμα σε μη χρεωστικούς τίτλους | non-debt exposure |
έκδοση κερμάτων σε ευρώ | issue of euro coins |
έκδοση ομολόγων σε ευρώ | Euro-denominated borrowing |
έκδοση σε δημόσια εγγραφή | issue to the public |
έκδοση σε δημόσια εγγραφή | invitation for subscription |
έκδοση σε δημόσια εγγραφή | public underwriting |
έκδοση σε δημόσια εγγραφή | public offering |
έκδοση σε δημόσια εγγραφή | public offer for subscription |
έκδοση σε δημόσια εγγραφή | public issue |
έκδοση σε δημόσια εγγραφή | issue floated publicly |
έκδοση σε περιορισμένο κοινό | privately placed issue |
έκδοση σε περιορισμένο κοινό | private offering |
έκδοση σε περισσότερα νομίσματα | multi-currency issue |
έκπτωση σε ήδη πελάτες | loyalty rebate |
έκπτωση σε ήδη πελάτες | loyalty payment |
έντονες κερδοσκοπικές κινήσεις σε βάρος ενός νομίσματος | speculative monetary movement |
έντονες κερδοσκοπικές κινήσεις σε βάρος ενός νομίσματος | run on a currency |
έντυπο για την υποβολή προσφοράς σε δημοπρασία | auction bid form |
έσοδα αντιστοιχούντα σε συγκεκριμένο προορισμό | revenue earmarked for a specific purpose |
έσοδα αντιστοιχούντα σε συγκεκριμένο προορισμό | earmarked revenue |
έσοδα που αντιστοιχούν σε καθορισμένο προορισμό | revenue earmarked for specific purpose |
έσοδα σε κεφάλαιο | capital revenue |
έσοδα σε κεφάλαιο | capital receipts |
έτος μετάβασης στο ευρώ σε φυσική μορφή | cash changeover year |
ίδρυμα που βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης | institution that is failing or likely to fail |
ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους | real gross domestic product |
ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους | real GDP |
αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν κατά κύριο λόγο σε μετοχές ή μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων | funds of funds |
αμοιβαία κεφάλαια σε καταθέσεις; αμοιβαία κεφάλαια διαθεσίμων | cash funds |
ανάγκες σε καθαρά κεφάλαια | net cash requirements NCR |
ανάγκες σε πιστώσεις | appropriation requirements |
αναλαμβάνω σε μεγάλες ποσότητες χρηματοοικονομικό μέσο, κλπ. | to take on a large position in a financial instrument, etc. |
αναληπτέα σε πρώτη ζήτηση | withdrawable on demand |
αναληπτέα σε πρώτη ζήτηση | repayable on demand |
ανασφάλιστα δάνεια σε μετρητά | unsecured cash borrowing |
αντίρρηση σε πληρωμή | objection to a payment |
αντίτιμο σε ECU | equivalent in ECU |
ανταλλαγή επιτοκίων σε διαφορετικά νομίσματα | cross-currency interest rate swaps |
αξιολόγηση δημόσιου χρέους σε ξένο νόμισμα | foreign currency sovereign rating |
αξιολόγηση δημόσιου χρέους σε ξένο νόμισμα | foreign currency debt rating |
αξιολόγηση δημόσιου χρέους σε τοπικό νόμισμα | local currency sovereign rating |
αξιολόγηση δημόσιου χρέους σε τοπικό νόμισμα | domestic currency sovereign rating |
απαιτούμενο κατατεθειμένο αποθεματικό σε δολάρια | required reserves |
απεικόνιση των κερμάτων και χαρτονομισμάτων σε ευρώ | pictorial presentations of euro notes and coins |
απλή αναφορά σε ποσό σε Ecu | simple ecu reference |
απλοποιημένη διαδικασία που εφαρμόζεται σε συγκεκριμένου είδους διακινήσεις εμπορευμάτων | simplified procedure for certain types of traffic |
αποθέματα σε ρευστό | reserves |
αποθέματα σε ρευστό | liquidity reserves |
αποθέματα σε ρευστό; ρευστά διαθέσιμα | liquidity reserves |
αποθέματα σε ρευστό; ρευστά διαθέσιμα | liquid reserves |
αποπληρωμή του δανείου σε ευρώ | financial servicing of the issue in Euros |
αποτίμηση βασιζόμενη σε υπόδειγμα θεωρητικών τιμών | marking to model |
αποτίμηση βασιζόμενη σε υπόδειγμα θεωρητικών τιμών | mark-to-model |
αποτίμηση σε τρέχουσες τιμές | marking to market |
αποτίμηση σε τρέχουσες τιμές της αγοράς | marking-to-market |
απόκτηση μετοχών πλειοψηφίας σε τράπεζες | majority holding of banks |
αριθμημένο σε σειρά | serially numbered |
αρχιικός εξοπλισμός σε έπιπλα | new purchase of furniture |
ασφάλιση πιστώσεων για κάλυψη ζημιάς που οφείλεται σε συναλλαγματικές διαφορές | forward exchange rate cover |
ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά | secured cash borrowing |
αύξηση κεφαλαίου με εισφορά σε είδος | capital increase through contribution in kind |
γραφείο εξουσιοδοτημένο να προβαίνει σε πληρωμές | paying office |
γραφείο πράξεων σε ξένο συνάλλαγμα | foreign exchange dealer |
γυαλί γνωστό με την ονομασία "πολυκυψελωτό" ή γυαλί "αφρώδες" σε όγκους, πλάκες- διαφράγματα, πλάκες και κελύφη | multi-cellular glass in blocks, slabs, plates, panels and similar forms |
δάνειο πληρωτέο σε πρώτη ζήτηση | call money |
δάνειο πληρωτέο σε πρώτη ζήτηση | day-to-day loan |
δάνειο πληρωτέο σε πρώτη ζήτηση | call loan |
δάνειο σε αχυρανθρώπους | straw-man loan |
δάνειο σε πελάτες | loan advance to customers |
δάνειο σε πελάτες | advance to customers |
δήλωση για τα εμπορικά μέτρα που λαμβάνονται σε σχέση με το ισοζύγιο πληρωμών | Declaration on trade measures taken for balance-of-payments purposes |
δαπάνες καταμερισμένες σε | allocate on expenses |
δαπάνες μεταβίβασης από δίκτυο σε δίκτυο | transfer charges |
δείκτης τιμών μετοχών,σε ECU | index of share prices,in ecu |
δείκτης τιμών μετοχών,σε σταθερές τιμές | index of share prices,at constant prices |
διάθεση μετοχών σε αγοραστές | placing |
διάθεση σε ιδιωτικούς οργανισμούς | private placing |
διάθεση σε ιδιωτικούς οργανισμούς | private placement |
διάθεση σε περιορισμένο κοινό | private placing |
διάθεση σε περιορισμένο κοινό | private placement |
διάθεση τίτλων σε ιδιωτικούς οργανισμούς; ιδιωτική τοποθέτηση; διάθεση σε περιορισμένο κοινό | private placement |
διάμετρος, πάχος, βάρος, απόχρωση, σύνθεση του κράματος και στεφάνη των νέων κερμάτων σε ευρώ | diameter, thickness, weight, colour, composition and edge of the new euro coins |
διαβίβαση εντολών σε ορισμένους αντισυμβαλλόμενους | to transmit orders to certain counterparties |
διαιρώ το ποσό της ποσόστωσης σε δύο τμήματα | to divide the quota volume into two tranches |
διακανονισμός σε συνεχή χρόνο | real-time settlement |
διαπραγματευτής σε χρηματιστήρια βασικών εμπορευμάτων | commodity trader |
διαπραγματευτής σε χρηματιστήρια βασικών εμπορευμάτων | commodity dealer |
διασάφηση για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία | entry form for release for free circulation |
διασάφηση για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία | declaration for release for free circulation |
διασαφίζω εμπορεύματα σε περιστασιακή βάση | to declare goods on an occasional basis |
διασυνοριακή πληρωμή σε ευρώ | cross-border payment in euro |
διευκόλυνση ρευστότητας στο πλαίσιο συναλλαγής σε τίτλους προερχόμενους από τιτλοποίηση | liquidity support in an ABS transaction |
Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων και Διακανονισμού σε Συνεχή Χρόνο | Trans-European Automated Real-time Gross settlement Express Transfer system |
Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων και Διακανονισμού σε Συνεχή Χρόνο | TARGET system |
Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων και Διακανονισμού σε Συνεχή Χρόνο | TARGET payment system |
δικαίωμα είσπραξης σε συμφωνία ανταλλαγής επιτοκίων | call swaption |
δικαίωμα επιλογής σε σύμβαση ανταλλαγής επιτοκίων | swaption |
δικαίωμα επιλογής σε σύμβαση ανταλλαγής επιτοκίων | swap option |
δικαίωμα μεταβίβασης από δίκτυο σε δίκτυο | transfer charges |
δικαίωμα πληρωμής σταθερού επιτοκίου σε σύμβαση ανταλλαγής επιτοκίων | put swaption |
δικαίωμα υπαγωγής σε καθεστώς ΦΠΑ | option to tax |
δικαιώματα που ενσωματώνονται σε τίτλους | rights conferred by the securities |
δικαιώματα που ενσωματώνονται σε τίτλους | rights attaching to securities |
δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα σε χρηματιστηριακή αίθουσα | front office |
Δυνατότητα τήρησης των ελάχιστων αποθεματικών σε μέσα επίπεδα | Averaging provision |
δυνατότητα τήρησης των υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών σε μέσα επίπεδα | averaging provision |
εγκρίνω το σχέδιο προϋπολογισμού σε δεύτερη ανάγνωση | to adopt the draft budget at second reading |
εθνική πλευρά των κερμάτων σε ευρώ | national face of euro coins |
εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο | admission of securities to quotation |
εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο | admission of securities to official stock exchange listing |
εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο | admission of securities to official listing |
εισαγωγή σε σημείο εξυπηρέτησης | point of service entry mode |
εισαγωγή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων | importation of excise goods |
εισδοχή τίτλων σε κεφαλαιαγορές | admission of securities to the capital market |
εισφορά σε κεφάλαιο | injection of capital |
εισφορά σε κεφάλαιο | provision of capital |
εισφορά σε κεφάλαιο | capital contribution |
εισφορά σε χρήμα | cash contribution |
εισφορές των κεντρικών τραπεζών σε χρυσό | gold contributions of Central Banks |
εκδιδόμενο σε δημόσια εγγραφή | publicly issued |
εκκαθάριση σε ρευστά διαθέσιμα | cash settlement |
εκτέλεση μουσικών έργων σε δημόσιο δρόμο | musical performance on the public highway |
εκτέλεση πληρωμών σε λογιστική μορφή | non-cash payment transaction |
εκφρασμένο σε ETΔ | SDR denominated |
εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα σε τρέχουσες τιμές | expressed in national currency at current prices |
εμπορεύματα που έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία | goods released for free circulation |
εμπορεύματα που έχουν τεθεί σε κατανάλωση μετά από άλλο τελωνειακό καθεστώς | goods which, after another customs procedure has been applied, enter into home use |
εμπορεύματα σε ελεύθερη κυκλοφορία | goods in free circulation |
εμπορεύματα σε ελεύθερη κυκλοφορία στην εσωτερική αγορά της Κοινότητας | goods in free movement on the internal market of the Community |
εμπορεύματα σε προσωρινή εναπόθεση | goods in temporary storage |
εμπόρευμα που έχει τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία με μειωμένο ή μηδενικό εισαγωγικό δασμό λόγω του προορισμού του για ειδικούς σκοπούς | goods released for free circulation at a reduced or zero rate of import duty on account of their end-use |
εμπόρευμα που υπόκειται σε εισαγωγικούς δασμούς | goods liable to import duties |
εμφανίζω τα εμπορεύματα σε κάθε ζήτηση | to produce the goods whenever so required |
ενίσχυση για εγκατάσταση και τοποθέτηση σε εργασία | employment premium |
ενίσχυση για την παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις | aid for advisory services for firms |
ενίσχυση σε πρωτοβουλίες | aid for initiatives |
ενιαίος χώρος πληρωμών σε ευρώ | single euro payments area |
εντολή αγοράς ορισμένης ποσότητας χρεογράφων ή αγαθών σε συγκεκριμένη τιμή | buy stop order |
εντολή αγοράς σε ορισμένη τιμή για να αποφευχθεί ζημία | stop order |
εντολή αγοράς σε ορισμένη τιμή για να αποφευχθεί ζημία | stop loss order |
εντολή εκτέλεσης σε ορισμένη χρονική στιγμή | time limit order |
εντολή ενεργοποιούμενη σε εύρος τιμών | stop limit order |
εντολή ενεργοποιούμενη σε συγκεκριμένο όριο | stop order |
εντολή ενεργοποιούμενη σε συγκεκριμένο όριο | stop loss order |
εντολή πώλησης σε ακαθόριστη τιμή | market order |
εντολή πώλησης σε ακαθόριστη τιμή | at best order |
εντολή σε θεματοφύλακα | instruction to a custodian |
εντολή σε περίπτωση αδυναμίας κάλυψης | instruction in the event of failure to cover |
εντολή συναλλαγής σε καθορισμένη τιμή | price limit order |
εντολή συναλλαγής σε τιμή ανώτερη ή κατώτερη του εύρους τιμών της αγοράς | market-if-touched |
ενυπόθηκο δάνειο σε δύο στάδια | two-step mortgage |
εξέλιξη του προσχεδίου σε τελικό σχέδιο | to develop the design sketch into a final design |
εξουσία σε θέματα νομισματικής πολιτικής | power in monetary matters |
εξοφλητέα σε πρώτη ζήτηση | withdrawable on demand |
εξοφλητέα σε πρώτη ζήτηση | repayable on demand |
επίδομα σε περίπτωση τοκετού | childbirth allowance |
επίδομα σε περίπτωση τοκετού | birth grant |
επανάληψη πράξεων σε συνάλλαγμα | resumption of exchange transactions |
επαναπατρισμός του προϊόντος ρευστοποιήσεως των επενδύσεων σε ακίνητα | repatriation of the proceeds of the liquidation of real estate investments |
επαναποτιμώ σε ευρώ | to redenominate into euro |
επενδυτικό μέσον εκφρασμένο σε ευρώ | Euro-denominated investment vehicle |
επενδύσεις σε άϋλα στοιχεία | intangible investments |
επενδύσεις σε ίδια ή οιονεί ίδια κεφάλαια | equity or quasi-equity investments |
επενδύσεις σε ίδια ή οιονεί ίδια κεφάλαια | equity and quasi-equity investments |
επενδύσεις σε ακίνητα | real estate investments |
επενδύσεις σε πάγια στοιχεία | investments in fixed capital |
επενδύσεις σε πάγια στοιχεία | fixed investment |
επιβολή φόρου σε εισοδήματα εξωτερικού | foreign taxation |
επιστρεπτέα σε πρώτη ζήτηση | withdrawable on demand |
επιστρεπτέα σε πρώτη ζήτηση | repayable on demand |
επιτροπή επαφών στον τομέα των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες | Contact Committee - Undertakings for Collective Investment in Transferable Securities |
Επιτροπή Συνεργασίας περί Συντονισμού των Ορων για την Εισαγωγή Κινητών Αξιών σε Χρηματιστήριο Αξιών | Contact Committee Coordinating the Conditions for the Admission of Securities to Official Stock Exchange Listing |
επιτόκια και αποδόσεις επενδύσεων σε ECU | interest rates and yields of ecu investments |
επιτόκιο χρηματαγοράς σε ετήσια βάση | annualized money market rate |
επιχείρηση που διαθέτει τα προϊόντα σε μειωμένες τιμές | price discounter |
επιχείρηση που διαθέτει τα προϊόντα σε μειωμένες τιμές | discounter |
εποπτεία σε ενοποιημένη βάση | consolidated supervision |
εποπτεία σε ενοποιημένη βάση | supervision on a consolidated basis |
εποπτεία σε μερικώς ενοποιημένη βάση θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματος | sub-consolidated supervision of a credit institution subsidiary |
εποπτεία σε μη-ενοποιημένη βάση | supervision on an unconsolidated basis |
εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάση | supervision of credit institutions on a consolidated basis |
εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάση | consolidated supervision of credit institutions |
ετήσια ανάπτυξη σε πραγματικούς όρους | annual growth in real terms |
ετήσια μείωση φόρου σε περίπτωση δωρεάς | annual gift tax exclusion |
ετήσιες ανάγκες σε πιστώσεις και σε προσωπικό | annual requirements in appropriations and posts |
εταιρεία εγκατεστημένη σε ζώνη απασχόλησης | company established in an employment area |
εταιρεία επενδύσεων σε ακίνητα | real estate trust |
εταιρεία επενδύσεων σε ακίνητα | real estate investments trust |
εταιρεία επενδύσεων σε ακίνητα | real estate fund |
εταιρεία επενδύσεων σε επιχειρήσεις μικρής κεφαλαιοποίησης | "small cap" investment fund |
εταιρεία επενδύσεων σε κινητές αξίες και ακίνητα | mixed investment trust |
εταιρεία επενδύσεων σε ομολογίες | bond investment trust |
εταιρεία επενδύσεων σε συγκεκριμένη χώρα | fund investing in an individual country |
εταιρεία επενδύσεων σε συγκεκριμένο παραγωγικό κλάδο | fund investing in an individual industry |
ευρωομόλογο σε νόμισμα γεν | Euroyen bond |
ευρωπαϊκό ομόλογο σε δολάρια | Eurodollar bond |
ευρωπαϊκό ομόλογο σε δολάρια | Euro-dollar bond |
ευρύτερη νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα από το δικαίο του κράτους μέλους | the most extensive legal capacity accorded to legal persons under its law |
εφάπαξ προκαταβολή σε ενυπόθηκο δάνειο | buydown |
εφάπαξ προκαταβολή σε ενυπόθηκο δάνειο | buy-down |
εφαρμογή σε δύο επίπεδα | two-tier application |
ζημία σε περίπτωση αθέτησης του αντισυμβαλλομένου | loss given default of the counterparty |
ημερομηνία εισόδου σε αποταμίευση | date of deposit in the warehouse |
ημερομηνία μετάβασης στο ευρώ σε φυσική μορφή | cash changeover date |
θέματα σε περιφερειακό επίπεδο | regional forum |
θέση κερδοσκόπου που προσβλέπει σε ανατίμηση | bull position |
θέση κερδοσκόπου που προσβλέπει σε ανατίμηση | bull account |
θέση σε αχρηστία | scrapping |
θέση σε αχρηστία | to scrap |
θέση σε ελεύθερη διακίνηση | release for free circulation |
θέση σε ελεύθερη διακίνηση | releasing goods for free circulation |
θέση σε ελεύθερη διακίνηση | placing in free circulation |
θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία | releasing goods for free circulation |
θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία | placing in free circulation |
θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία | release for free circulation |
θέση σε κατανάλωση | release to the market |
θέση σε κατανάλωση | release for consumption |
θέση σε κατανάλωση | release for home use |
θέση σε κατανάλωση | clearance for home use |
θέση σε κυκλοφορία από το χρηματιστήριο | placing on a stock exchange |
θέση σε κυκλοφορία μετοχών | making available on the market of securities |
θέση σε κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων και κερμάτων σε ευρώ | introduction of euro notes and coins |
θέση σε παράγωγα μέσα | position in derivative instruments |
θέση σε συνάλλαγμα | foreign currency position |
θέση σε σχέση με το μερίδιο στο ΔNT | tranche position |
θέση σε τοκομερίδιο σταθερού επιτοκίου | fixed coupon position |
θέση σε χρυσό | position in gold |
θέτω σε κίνδυνο μια εγγύηση | call a guarantee |
θέτω σε κατανάλωση | to release for home use |
θέτω σε κατανάλωση | to clear for home use |
θέτω τα εμπορεύματα σε κατανάλωση | to declare the goods for home use |
ιδιωτική έκδοση; έκδοση σε περιορισμένο κοινό | private issue |
ισοτιμία σε χρυσό | gold parity |
ισχύς σε ψήφους | voting power |
ισόποσο σε εθνικό νόμισμα | national currency equivalent |
ισόποσο σε εθνικό νόμισμα | equivalent in national currency |
καθαρή ανοικτή θέση σε Ecu | net open position in ECU |
καθαρή θέση σε σύνθετα νομίσματα | net position in composite currencies |
καθαρή προστιθέμενη αξία σε τιμές συντελεστών παραγωγής ανά μονάδα εργασίας | net value added at factor cost per work unit |
καθεστώς αναστολής προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης | suspension system |
καθεστώς αναστολής προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης | duty-suspension arrangements |
καθημερινή συμμετρική αποτίμηση των περιθωρίων σε τρέχουσες τιμές | symmetric daily marking-to-market of the collateral |
κανόνας αντιστάθμισης σε περίπτωση άρνησης μεταφοράς ορισμένου αριθμού επιβατών | denied-boarding compensation rule |
καρτέλ συμμετεχόντων σε δημοπρασία | tendering ring |
καρτέλ συμμετεχόντων σε δημοπρασία | tendering conference |
καρτέλ συμμετεχόντων σε προσφορά | tendering ring |
καρτέλ συμμετεχόντων σε προσφορά | tendering conference |
κατάθεση σε λογαριασμό αλλοτρίων περιουσιακών στοιχείων | trust investment |
κατάθεση σε λογαριασμό αλλοτρίων περιουσιακών στοιχείων | fiduciary investment |
κατάθεση σε λογαριασμό αλλοτρίων περιουσιακών στοιχείων | fiduciary deposit |
κατάθεση σε μετρητά | cash deposit |
κατάθεση σε τίτλους | deposit of securities |
καταθέσεις σε χρυσό | gold deposit |
καταθέτω περιθώριο εγγύησης σε μέλος ή μη μέλος συστήματος συμψηφισμού | place margin with a clearing or non clearing member |
κατακερματισμός των νέων αγορών σε ευρώ | dislocation of the new euro markets |
καταλογίζω δαπάνη σε συγκεκριμένο κονδύλιο του προϋπολογισμού | to charge an item of expenditure to a specific budget heading |
καταλογίζω σε γραμμή του προϋπολογισμού | book to a line in the budget |
κερδοσκοπία σε ξένο συνάλλαγμα | exchange arbitrage |
κεφάλαιο επένδυσης σε δημοτική ομολογία | municipal bond fund |
κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστήριο αξιών | securities admitted to official listing |
κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστήριο αξιών | security admitted to the Official List |
κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστήριο αξιών | security admitted to official listing |
κοινή πλευρά των κερμάτων σε ευρώ | common face of euro coins |
κορυφή σε σχήμα V | spike top |
κορυφή σε σχήμα V | V top |
κρυπτογραφημένα στοιχεία σε μαγνητικό υλικό | magnetic material encoded data |
κύκλος εργασιών σε επίπεδο ΕΖΕΣ | EFTA-wide turnover |
κύκλος εργασιών σε κοινοτικό επίπεδο | Community-wide turnover |
κύκλος συναλλαγών σε χρηματιστήριο | ring |
κύκλος συναλλαγών σε χρηματιστήριο | pit |
λειτουργική θέση σε συνάλλαγμα | operational position in foreign currency |
μέθοδος μετατροπής σε εθνικά νομίσματα των ποσών που εκφράζονται σε λογιστικές μονάδες | convertion of sums expressed in units of account into national currencies |
μέρισμα σε γραμμάτιο ή σε είδος | scrip dividend |
μέρισμα σε γραμμάτιο ή σε είδος | dividend in specie |
μέσα διαπραγματεύσιμα σε χρηματιστήριο | exchange-traded derivative |
μέσο συναλλαγών σε επίσημα χρηματιστήρια | exchange-traded instrument |
μέσο συναλλαγών σε επίσημα χρηματιστήρια | exchange-traded instruments |
μερισμός σε μεταφορά | entitled to dividend |
μερισμός σε μεταφορά | carrying dividend |
μερισμός σε μεταφορά | eligible for dividend payment |
μερισμός σε μεταφορά | ranking for dividend |
μερισμός σε μεταφορά | bearing dividend |
μεσιτεία σε συναλλαγές κινητών αξιών | dealing in transferable securities |
μετέχω σε συναλλαγή | enter into transactions |
μεταπώληση σε τιμή κάτω του κόστους | resale at a loss |
μετατρέπει σε συνάλλαγμα τρίτων χωρών τα στοιχεία ενεργητικού | to convert the assets in the currency of a third country |
μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος | vendor's share |
μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος | share issued as consideration for the transfer of assets other than cash |
μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος | share issued for a consideration other than cash |
μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος | share issued for consideration other than cash |
μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος | initial share |
μετοχή αμοιβής; μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος | share issued for consideration other than cash |
μετοχή διακινούμενη σε αγορά υποκείμενη σε διοικητικούς περιορισμούς | equity traded on a regulated market |
μετοχή που εκδόθηκε σε αντάλλαγμα | share created after an exchange |
μετοχή που υπόκειται σε πρόσκληση καταβολής | callable share |
μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς | share issued as consideration for the transfer of assets other than cash |
μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς | share issued for a consideration other than cash |
μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς | vendor's share |
μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς | share issued for consideration other than cash |
μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς | initial share |
μη διατύπωση αντιρρήσεων σε μια κοινοποιηθείσα συγκέντρωση | non-opposition to a notified concentration |
μητρική επιχείρηση επενδύσεων εγκατεστημένη σε κράτος μέλος | parent investment firm in a Member State |
μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος | parent financial holding company in a Member State |
μητρικό πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε κράτος μέλος | parent credit institution in a Member State |
νέο καθεστώς εισαγωγών σε πειραματική βάση | new import scheme aimed at subsequent liberalisation |
νομίσματα και αξιόγραφα κατατεθειμένα σε πιστωτικά ιδρύματα | currencies and securities with depositories |
ξένα νομίσματα πληρωτέα σε χρυσό | foreign bills payable in gold |
ο προοδευτικός συντονισμός της πολιτικής των Kρατών μελών σε θέματα συναλλάγματος | the progressive coordination of the exchange policies |
οι δασμοί ελαττώνονται σε κάθε μείωση κατά 10% | the duties shall at each reduction be lowered by 10% |
οι συμμετέχοντες σε συναλλαγματική | parties to a bill |
ομολογία εξοφλητέα σε μετοχές | equity redeemable bond |
ομολογία μετατρέψιμη σε μετοχές | convertible debenture |
ομολογία μετατρέψιμη σε μετοχές | convertible loan stock |
ομολογία μετατρέψιμη σε μετοχές | convertible bond |
ομολογία μετατρέψιμη σε μετοχές | bond redeemable into shares |
ομολογία πληρωτέα σε μετοχές | equity redeemable bond |
ομολογίες εκφρασμένες σε δανικές κορώνες και διαπραγματεύσιμες σε χρηματιστήριο της Δανίας | bonds denominated in Danish kroner and dealt in on the stock exchange in Denmark |
ομολογίες που έχουν εκφρασθεί σε εθνικό νόμισμα | bond denominated in national currency |
ομολογίες σε κυκλοφορία, στα χέρια των ομολογιούχων | outstanding bonds |
ομολογίες σε σειρά | serial bonds |
ομολογιες σε κυκλοφορία | outstanding security |
ομολογιες σε κυκλοφορία | issued security |
ομόλογο πληρωμής σε είδος | payment-in-kind bond |
ομόλογο πληρωμής σε είδος | PIK bond |
ονομαστική αξία και τεχνικές προδιαγραφές των κερμάτων σε ευρώ που πρόκειται να κυκλοφορήσουν | denominations and technical specifications of euro coins intended for circulation |
ονομαστική αξία του Ευρώ σε εθνικό νόμισμα | national denomination of the euro |
οργανισμός επενδύσεων σε ακίνητα | real estate fund |
οργανισμός επενδύσεων σε προϊόντα βάσης | commodity fund |
οργανισμός που επενδύει σε συμβάσεις προθεσμιακών αγοραπωλησιών και δικαιωμάτων επιλογής | futures and options fund |
οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες | undertaking for collective investment in transferable securities |
οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες | UCITS fund |
οφειλή σε πιστωτικά ιδρύματα | amount owed to credit institutions |
οφειλή σε πιστωτικά ιδρύματα | account owed to credit institutions |
οψιόν σε future | option on future |
οψιόν σε future | future option |
παγίδα σε ανοδική αγορά | bull trap |
παρατυπίες που μπορούν να οδηγήσουν σε καταχρήσεις | irregularities which could result in abuse |
παραχάραξη και παραποίηση τραπεζογραμματίων σε ευρώ | counterfeiting and falsification of euro banknotes |
παροχή σε είδος | payment in kind |
παροχή σε είδος | benefit in kind |
περιθώριο ασφαλείας σε δολάρια | dollar safety margin |
περιθώριο επί παραγώγων μέσων διαπραγματεύσιμων σε χρηματιστήριο | margin on exchange-traded derivatives |
πηνίο που έχει ελαθεί σε θερμή κατάσταση; ημικατειργασμένο προϊόν σε ρόλλους για λαμαρίνες | coils for re-rolling |
πιστοποιητικό τίτλων για συμμετοχή των κατόχων τους σε γενική συνέλευση | shareholding certificate |
πιστώσεις που έχουν μεταφερθεί από ένα κεφάλαιο σε άλλο | appropriations transferred between chapters |
Eπιτροπή συνεργασίας για την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών και τις πληροφορίες επί των αξιών αυτών που πρέπει να δημοσιεύονται | Contact Committee on the admission of securities to official stock exchange listing and on information to be published on those securities |
πληρωμές σε είδος | payment in kind |
πληρωμές σε είδος | remuneration in kind |
πληρωμές σε είδος | allowance in kind |
πληρωμή σε μετρητά | payment in cash |
πληρωμή σε χρήματα | cash payment |
πληρωμή σε χρήματα στο ταμείο του υπόλογου | cash payments made to the accounting officer |
πληρώνω σε είδος | to pay in kind |
πληρώστε σε εντολή του... | pay to |
ποσά οφειλόμενα σε πιστωτικά ιδρύματα | amount owed to credit institutions |
ποσά οφειλόμενα σε πιστωτικά ιδρύματα | account owed to credit institutions |
ποσά σε αναμονή για να επενδυθούν | redemption awaiting placement |
ποσόστωση που εκφράζεται σε λογιστικές μονάδες | quota expressed in units of account |
προβαίνω σε ελέγχους | to check |
προβαίνω σε ελέγχους | to carry out checks |
προθεσμιακές πράξεις χωρίς κάλυψη σε μετρητά | outright transactions |
προθεσμιακή σύμβαση διαπραγματεύσιμη σε επίσημο χρηματιστήριο | exchange-traded future |
προμήθεια χρηματιστή για συναλλαγές σε συναλλαγματικές ή γραμμάτια | money broking |
προμήθεια χρηματιστή για συναλλαγές σε συναλλαγματικές ή γραμμάτια | exchange brokerage |
προνομιούχες μετοχές που μετέχουν και σε τυχόν πρόσθετο μέρισμα | participating preferred share |
προνομιούχες μετοχές που μετέχουν και σε τυχόν πρόσθετο μέρισμα | participating preference share |
προσαρμογή σε εξωτερικό επίπεδο | external adjustment |
προτιμώμενες απαιτήσεις σε περίπτωση χρεωκοπίας | preferred claim under bankrupts |
προτιμώμενες απαιτήσεις σε περίπτωση χρεωκοπίας | preferential payment in bankruptcy |
προϊστάμενοι ευρωπαϊκών υπηρεσιών ερευνών σε τελωνειακά θέματα | Heads of European Customs Investigation Services |
προϊόν που υπόκειται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης | product subject to excise duty |
προϊόν που υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης | product subject to excise duty |
προϊόντα με βάση τα δημητριακά που παίρνονται με διόγκωση ή καβούρντισμα: διογκωμένο ρύζι puffed rice, καλαμπόκι σε νιφάδες corn-flakes και παρόμοια | prepared foods obtained by the swelling or roasting of cereals or cereal products |
πρόσβαση σε χρηματοδοτικές υπηρεσίες σε ευρώ | access to financial services in euros |
πρόσβαση σε χρηματοδοτική διευκόλυνση | access to a facility |
πρόσκληση για προεγγραφή σε κεφάλαιο | capital call |
πρόσκληση για προεγγραφή σε κεφάλαιο | call for subscribed capital |
πρόσκληση για υποβολή προσφοράς σε δημοπρασία | invitation to bid |
πρόσωπα που ενεργούν σε συνεννόηση | persons acting in concert |
πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής εμπειρίας σε νομισματικά ή τραπεζικά θέματα | person of recognised standing and professional experience in monetary or banking matters |
πόροι σε μετρητά | cash on hand |
πόροι σε μετρητά | cash resources |
πόροι σε μετρητά | cash in hand |
πόροι σε μετρητά | cash balances |
στάθμιση που δίδεται σε μια εθνική κεντρική τράπεζα στην κλείδα κατανομής | weighting of a national central bank in the key |
στατιστική για την προληπτική εποπτεία σε μακροοικονομικό επίπεδο | macro-prudential statistics |
στοιχεία από πηγή συναλλαγής σε δικαιούχο | originator to beneficiary information |
στοιχεία από πηγή συναλλαγής σε δικαιούχο | details of payment |
στοιχεία από πηγή συναλλαγής σε δικαιούχο | beneficiary information |
στοιχεία πληρωμής σε δικαιούχο | details of payment |
στοιχεία πληρωμής σε δικαιούχο | originator to beneficiary information |
στοιχεία πληρωμής σε δικαιούχο | beneficiary information |
στρατηγικές καλυμμένης θέσης σε δικαιώματα | hedge option strategies |
στρατηγικές καλυμμένης θέσης σε δικαιώματα | covered option strategies |
στρατηγική πώλησης καλυμμένων θέσεων σε δικαιώματα αγοράς | covered call writing strategy |
συμβόλαια παραγωγών με διακανονισμό συναλλαγής σε μετρητά | cash settlement contracts |
συμμετοχή στα κέρδη που βασίζεται σε μετοχές | share-based profit sharing |
συμμετοχή στα κέρδη που βασίζεται σε παροχές μετρητών | cash-based profit sharing |
συμμετοχή τρίτων σε χορηγηθέντα δάνεια | participation by third parties in loans |
Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για τελωνειακή συνεργασία και αμοιβαία συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα | Agreement between the European Community and the United States of America on customs cooperation and mutual assistance in customs matters |
συμφωνία πλαίσιο για ανταλλαγές σε συνάλλαγμα | Master Foreign Exchange Swap Agreement |
συμφωνία σε μετρητά | cash contract |
συμφωνίες ανταλλαγής πληρωμών σταθερών επιτοκίων σε διαφορετικά νομίσματα | fixed/fixed currency swaps |
συμφωνίες σε διμερή βάση για αλληλοδιείσδυση | interpenetration agreement on a bilateral basis |
συναλλαγές σε αγαθά,υπηρεσίες και εισόδημα | transactions in goods, services and income |
συναλλαγές σε ξένο νόμισμα | foreign currency transaction |
συναλλαγές σε συνάλλαγμα επί προθεσμία | forward foreign exchange operations |
συναλλαγές σε συνάλλαγμα επί προθεσμία | forward operations |
συναλλαγές σε συνάλλαγμα επί προθεσμία | forward exchange transactions |
συναλλαγές σε συνάλλαγμα επί προθεσμία | foreign exchange forward contract |
συναλλαγές σε χρεόγραφα | transactions in securities |
συναλλαγές σε χρεόγραφα | operations in securities |
συναλλαγές σε χρεόγραφα | dealings in securities |
συναλλαγές σε χρεώγραφα | operations in securities |
συναλλαγές σε χρεώγραφα | transactions in securities |
συναλλαγές σε χρεώγραφα | dealings in securities |
συναλλαγές σε χρυσό | gold transaction |
συναλλαγματική ισοτιμία για επιταγές σε ξένο νόμισμα | cheque rate |
συναλλαγματική ισοτιμία για επιταγές σε ξένο νόμισμα | check rate |
συναλλαγματική ισοτιμία με βάση την περιεκτικότητα σε πολύτιμο μέταλλο | mint par of exchange |
συναλλαγματική ισοτιμία με βάση την περιεκτικότητα σε πολύτιμο μέταλλο | mint par |
συναλλαγματική σε ένα και μόνο πρωτότυπο | sole of exchange |
συναλλαγματική σε ένα και μόνο πρωτότυπο | sola |
συνδρομή σε χρυσό | gold subscription |
συνολική καθαρή θέση σε συνάλλαγμα | overall net foreign-exchange position |
συνολικό ποσό του συναπτομένου δανείου σε αρχικό κεφάλαιο και τόκους | total amount of basic loan plus interest |
συνολικό ποσό του συναπτομένου δανείου σε αρχικό κεφάλαιο και τόκους | total amount of a loan in principal and interest |
συντελεστής σημασίας σε σχέση με τη γιούτα | coefficient of jute-related importance |
Σύμβαση για τη χαρτοσήμανση των συναλλαγματικών και των γραμματίων σε διαταγή | Convention on the Stamp Laws in connection with Bills of Exchange and Promissory Notes |
σύμβαση καθορισμού επιτοκίου σε μεταγενέστερη ημερομηνία | deferred rate-setting contract |
σύμβαση παράγωγων μέσων επί συναλλαγματικών ισοτιμιών σε Ecu | derivative foreign-exchange contract in ecus |
σύμβαση σε ξένο συνάλλαγμα | foreign exchange contract |
σύμβαση σε ξένο συνάλλαγμα | exchange contract |
σύνθεση σε νομίσματα | currency composition |
τέλος απάντησης σε ειδοποίηση μη επίδοσης | charge for reply to an advice of non-delivery |
τέλος διελεύσεως προβλεπόμενο σε σύμβαση μεταξύ ιδιωτών | transit charge payable under a private contract |
τήρηση λογαριασμών κινητών αξιών που βρίσκονται σε παρακατάθεση | custody account bookkeeping |
τίτλοι που κατατάσσονται σε ομάδες ανάλογα με την προθεσμία λήξης τους | instruments grouped by maturity |
τίτλοι σε διαταγή | order instrument |
τίτλοι σε διαταγή | paper to order |
τίτλοι σε διαταγή | order security |
τίτλοι σε διαταγή | order documents |
τίτλοι σε διαταγή | order instruments |
τίτλοι σε διαταγή | document endorsable to order |
τίτλοι σε διαταγή | order document |
τίτλοι σε διαταγή | bill to order |
τα έντυπα παρουσιάζονται σε δεσμίδες | the forms shall be made up in sets |
τα έσοδα και τα έξοδα προβλέπονται σε ειδική κατάσταση | the revenue and expenditure shall be budgeted for in a special account |
τα έσοδα και τα έξοδα...προβλέπονται σε ειδική κατάσταση | the revenue and expenditure ... shall be budgeted for in a special account |
τα εμπορεÙματα που τοποθετοÙνται σε ελεÙθερες ζώνες πρέπει να μποροÙν να γíνονται αντικεíμενο μ | it must be possible for ownership of goods placed in free zones to be transferred |
τα Kράτη μέλη θέτουν σε ισχύ δασμό για κάθε προ2bόν | Member States shall introduce a duty on each product |
ταμειακή πίστωση σε τερματικά POS | cash advance at POS terminals |
τερματικά για την ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων σε σημεία πώλησης | electronic funds transfer at point of sale |
τερματικά για την ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων σε σημεία πώλησης | electronic funds transfer at point of sale terminals |
τερματικά για την ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων σε σημεία πώλησης | EFTPOS terminals |
τερματικά σε σημεία πώλησης | POS terminals |
τιμή του Ecu σε εθνικό νόμισμα | value of the ecu in national currencies |
τιμή του Ecu σε εθνικό νόμισμα | equivalent of the ecu in national currencies |
τοποθέτηση σε τίτλους | investment in securities |
τοποθέτηση σε χρεόγραφα | investment in securities |
τραπεζική κατάθεση σε κεντρική τράπεζα | reserve deposit |
τραπεζική χορήγηση σε ECU | bank lending in ECUs |
τραπεζογραμμάτιο σε ευρώ | banknote denominated in euro |
υπαγωγή των εμπορευμάτων σε ένα τελωνειακó καθεστώς | the goods reentered under a customs procedure |
υπαγωγή των εμπορευμάτων σε ένα τελωνειακó καθεστώς | the goods are placed under a customs procedure |
υπεύθυνος για τη διάθεση σε κυκλοφορία | person responsible for marketing |
υποβάλλομαι σε τελωνειακό έλεγχο | to be subjected to a customs check |
υπολογισμός των ιδίων κεφαλαίων σε ενοποιημένη βάση | calculation of own funds on a consolidated basis |
υποτίμηση σε σταθερό ποσοστό | constant rate depreciation |
υποχρεωτικά αποθεματικά σε τίτλους | compulsory reserves in securities |
υποχρεωτικές καταθέσεις σε δεσμευμένο λογαριασμό της κεντρικής τράπεζας | compulsory deposits in a blocked account with the Central Bank |
υποχρεώσεις σε συνάλλαγμα | foreign currency liabilities |
υπόχρεος σε φόρο εισοδήματος | income-tax payer |
υπόχρεος σε φόρο μισθού | wage-tax payer |
φορολογική έκπτωση παραχωρούμενη σε ιδιώτες | itemized deduction |
φορολογική έκπτωση παραχωρούμενη σε ιδιώτες | itemised deduction |
φόροι κατανάλωσης καπνοβιομηχανικών προϊόντων σε φύλλα | duty on purchases of manufacturing tobacco in leaf form |
χαρτονόμισμα σε κυκλοφορία | note circulation |
χαρτονόμισμα σε κυκλοφορία | note issue |
χαρτονόμισμα σε κυκλοφορία | notes in issue |
χαρτονόμισμα σε κυκλοφορία | paper currency in circulation |
χαρτονόμισμα σε κυκλοφορία | notes and coins in circulation |
χρεόγραφα σε κυκλοφορία | quoted bonds |
χρεόγραφα σε κυκλοφορία | outstanding bonds |
χρηματοπιστωτικά κεφάλαια βασίζόμενα σε δείκτη | tracking fund |
χρηματοπιστωτικά κεφάλαια βασίζόμενα σε δείκτη | tracker |
χρηματοπιστωτικά κεφάλαια βασίζόμενα σε δείκτη | index-tracking fund |
χρηματοπιστωτικά κεφάλαια βασίζόμενα σε δείκτη | stock index fund |
χρηματοπιστωτικά κεφάλαια βασίζόμενα σε δείκτη | tracker fund |
χρηματοπιστωτικά κεφάλαια βασίζόμενα σε δείκτη | index fund |
χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες προσιτές σε όλους | inclusive finance |
χρονοδιάγραμμα των ετησίων αναγκών σε πιστώσεις και σε προσωπικό | schedule of annual requirements in appropriations and posts |
"χτίσιμο"θέσεων σε μετοχές | book building |
χώρος συναλλαγών σε χρηματιστήριο | ring |
χώρος συναλλαγών σε χρηματιστήριο | pit |
όγκος συναλλαγών σε τίτλους εκφρασμένους σε ECU | turnover of ECU securities |
όροι εμπορίου υπολογιζόμενοι σε όρους παραγωγικότητας και των δύο συναλλασσομένων χωρών | double factorial terms of trade |