Greek | English |
άλλη αίτηση βασιζόμενη σε νέα περιστατικά | further application on the basis of new facts |
άσκηση σε πρώτο βαθμό των αρμοδιοτήτων που απονέμονται στο Δικαστήριο | exercise at first instance the jurisdiction conferred on the Court of Justice |
έγκριση τύπου σε ένα στάδιο | single-step type-approval |
έγκριση τύπου σε διαδοχικά στάδια | step-by-step type-approval |
έγκριση τύπου σε πολλαπλά στάδια | multi-stage type-approval |
έκπτωση των εισφορών που καταβάλλονται σε αλλοδαπά ταμεία συντάξεων | deductibility of contributions paid to foreign pension funds |
ίδρυση με εισφορές σε είδος | formation by subscription in specie |
αίτηση βασιζόμενη σε νέα περιστατικά | application on the basis of new facts |
αίτηση για κήρυξη σε πτώχευση | petition for liquidation |
αίτηση για κήρυξη σε πτώχευση | petition for compulsory liquidation |
αίτηση για κήρυξη σε πτώχευση | bankruptcy petition |
αθέμιτη χρησιμοποίηση δεδομένων καταχωρημένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές | computer hacking |
αμοιβαία αναγνώριση σε θέματα αστικού δικαίου | mutual recognition in civil matters |
αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις | mutual recognition of judgments in criminal matters |
ανάγνωση της αποφάσεως ή διατάξεως σε δημόσια συνεδρίαση | deliver a decision or order in open court |
ανάθεση υποθέσεως σε τμήμα | to assign the case to one of the Chambers |
αναίρεση περιοριζόμενη σε νομικά ζητήματα | right of appeal on points of law only |
αναπλήρωση του γραμματέως σε περίπτωση κωλύματος | replacement of the Registrar when he is prevented from attending |
ανατύπωση του κοινοτικού σήματος σε λεξικά | reproduction of a Community trade mark in dictionaries |
αναφέρονται ρητώς σε ένα Kράτος | to refer expressly to a State |
ανεφοδιασμός σε αποθεματικά του ΕΣΚΤ | supply of reserves in the ESCB |
αντισταθμιστικός μισθός σε περίπτωση μείωσης του χρόνου εργασίας | wage compensation |
απαγόρευση εισόδου σε στάδια | exclusion from stadiums |
απαλλαγή από τη φορολογία υπό τον όρο της επανεπένδυσης σε πάγια στοιχεία | exemption on condition that gains are reinvested |
αποζημίωση που καταβάλλεται σε μάρτυρα | compensation payable to the witness |
αποζημίωση που καταβάλλεται σε πραγματογνώμονα | compensation payable to the expert |
αποφασίζω σε ολομέλεια | decide in plenary session |
απόδειξη που βασίζεται σε απλές ενδείξεις | indicative evidence |
απόδειξη πρώτης παρουσίας σε δίκη | proof by appearance |
απόδειξη πρώτης παρουσίας σε δίκη | prima facie proof |
απόρριψη που βασίζεται σε ένσταση | refusal based on an opposition |
απόφαση περί αναθέσεως της υποθέσεως σε τμήμα | decision to assign a case |
Απόφαση πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις | Data Protection Framework Decision |
Απόφαση πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις | Council Framework Decision on the protection of personal data processed in the framework of police and judicial cooperation in criminal matters |
απόφαση που απευθύνεται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο | decision addressed to a natural or legal person |
απόφαση που δεν υπόκειται σε ανακοπή | judgment which not be set aside |
απόφαση που εκδόθηκε σε αστικό θέμα από ποινικό δικαστήριο | judgment given in civil matters by a criminal court |
απόφαση που υπόκειται σε προσφυγή | decision subject to appeal |
απόφαση υποκείμενη σε ανακοπή | judgment which may be the subject of an application to set aside |
απόφαση υποκείμενη σε προσφυγή | actionable decision |
αρμοδιότητα να εκδικάζει σε πρώτο βαθμό | jurisdiction to hear and determine at first instance |
αρμοδιότητα σε θέματα απομίμησης και εγκυρότητας | jurisdiction over infringement and validity |
αρμοδιότητα σε θέματα παραποίησης και εγκυρότητας | jurisdiction over infringement and validity |
αρμοδιότητες σε θέματα εξωτερικών σχέσεων | external competence |
ασυλία σε συνάρτηση με την άσκηση καθηκόντων | functional immunity |
ασυλία σε συνάρτηση με την άσκηση καθηκόντων | executive immunity |
αυτοπρόσωπη εμφάνιση σε συνεδρίαση δικαστηρίου | to appear for trial |
βιομηχανική περιοχή που βρίσκεται σε παρακμή | declining industrial region |
γεννά αποτελέσματα; τίθεται σε ισχύ; ισχύει | is effective |
γνωστοποίηση σχετικά με τη διαπίστωση ότι ο τύπος ... παρόλο που φέρει το σήμα ΕΟΚ, δεν ανταποκρίνεται σε ... | statement that a ... type bearing an EEC mark does not conform to ... |
δήμευση που δεν βασίζεται σε καταδίκη | non-conviction based confiscation |
δήμευση που δεν βασίζεται σε καταδίκη | NCB confiscation |
δίκαιο σε θέματα προστασίας των καταναλωτών | consumer protection law |
δίκη σε θέματα απομίμησης | dispute concerning the infringement |
δίκη σε θέματα εγκυρότητας κοινοτικών σημάτων | dispute concerning the validity of Community trade marks |
δίκη σε θέματα παραποίησης | dispute concerning the infringement |
Δεύτερο Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις | Second Protocol to the European Convention on mutual legal assistance |
Δεύτερο Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις | Second Additional Protocol to the Council of Europe Convention on mutual legal assistance |
Δεύτερο Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις | Second Additional Protocol to the European Convention on Mutual Assistance in Criminal Matters |
Δεύτερο Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις | Second Additional Protocol to the Council of Europe Convention on mutual legal assistance in criminal matters |
δημοσίευση λογαριασμών σε ECU | publication of accounts in ecus |
διάθεση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σε αποκωδικοποιημένη μορφή | intercepted communication provided en clair |
διάλογος μεταξύ κοινωνικών εταίρων σε κοινοτικό επίπεδο | dialogue between management and labour at Community level |
διάρθρωση σε εθελοντική βάση | voluntary structure |
διαδικασία που ισχύει σε περίπτωση πολλών καταγγελλόντων | procedure for multiple complaints |
διαδικασία σε υποθέσεις προσωπικής καταστάσεως των φυσικών προσώπων και διαδικασίες που αφορούν τα συναφή θέματα | status proceedings and subsequent proceedings concerning ancillary relief |
διαιρέσεις της χώρας σε δήμους ή κοινότητες | in the Federal Republic of Germany,the concept of domicile expresses a person's connection with a local community within the national territory |
διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | mediation in civil and commercial matters |
διαμόρφωση εν καιρώ μιας κοινής αμυντικής πολιτικής,η οποία μπορεί,σε δεδομένη στιγμή,να οδηγήσει σε κοινή άμυνα | eventual framing of a common defence policy, which might in time lead to a common defence |
διασφάλιση σε επίπεδο πεδίου | hierarchical control |
διατήρηση σπερμοφυούς μορφής σε τμήμα του δάσους | reserved block |
διαφορές ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζόμενους | litigation between employers and employees |
Διεθνής Διάσκεψη για την αστική ευθύνη και την αποζημίωση ζημιών οφειλομένων σε ρύπανση από πετρέλαια πλοίων, 2001 | International Conference on liability and compensation for bunker oil pollution damage, 2001 |
διεθνής καταχώρηση με ισχύ σε ένα κράτος μέλος | registered under international arrangements having effect in a Member state |
Διεθνής σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων σχετικά με τη δικαιοδοσία αστικών δικαστηρίων σε υποθέσεις συγκρούσεως πλοίων,που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες στις 10 Μαΐου 1952 | International Convention for the Unification of Certain Rules relating to Penal Jurisdiction in matters of Collision or Other Incidents of Navigation, signed at Brussels on 10 May 1952 |
διεθνής σύμβαση σχετικά με την αστική ευθύνη για ζημίες που οφείλονται σε ρύπανση από υδρογονάνθρακες | International Convention on Civil Liability for Oil Pollution |
διεθνής σύμβαση σχετικά με την αστική ευθύνη για ζημίες που οφείλονται σε ρύπανση από υδρογονάνθρακες | International Convention on Civil Liability for Oil Pollution Damage |
διεθνής σύμβαση σχετικά με την αστική ευθύνη για ζημίες που οφείλονται σε ρύπανση από υδρογονάνθρακες | CLC Convention |
διεκδικώ τα δικαιώματά μου σε εύθετο χρόνο | to have been afforded, in good time, the opportunity of defending his rights |
διευκολύνω τη χρήση του ECU και εποπτεύω την ανάπτυξή του,συμπεριλαμβανομένης της ομαλής λειτουργίας του συστήματος συμψηφισμού σε ECU | facilitate the use of the ECU and oversee its development, including the smooth functioning of the ECU clearing system |
δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης | right of access to documents of the Union institutions, bodies, offices and agencies |
δικαίωμα σε ένα υγιές περιβάλλον | right to a wholesome environment |
δικαίωμα σε δίκαιη δίκη | right to a fair trial |
δικαίωμα σε ιθεία δίκη | right to a fair trial |
δικαίωμα σε περιουσία | estate |
δικαίωμα σε προνόμιο | option right |
δικαίωμα στο πλεόνασμα σε περίπτωση εκκαθαρίσεως | right to share in any liquidation surplus |
δικαιοδοσία των δικαστηρίων σε υποθέσεις ναυτικού δικαίου | jurisdiction in maritime matters |
δικαιοδοσία των δικαστηρίων σε υποθέσεις ναυτικού δικαίου | admiralty jurisdiction |
δικαιοδόχος επιχείρηση σε σύστημα ενοποιημένης παρουσίας/franchise | franchised society |
δικαιοδόχος επιχείρηση σε σύστημα ενοποιημένης παρουσίας/franchise | franchised company |
δικαστικές και εξώδικες αποφάσεις σε αστικές υποθέσεις | judicial and extrajudicial decisions in civil matters |
δικαστική καταδίκη σε ξυλοδαρμό | beating imposed by a court |
δικηγόρος εγγεγραμμένος σε δικηγορικό σύλλογο | a lawyer entitled to practice before a court |
δικηγόρος εγγεγραμμένος σε δικηγορικό σύλλογο | lawyer entitled to practice |
δικηγόρος εγγεγραμμένος σε δικηγορικό σύλλογο κράτους μέλους | lawyer entitled to practise before a court of a Member State |
δραστηριότητα σε περισσότερες από μια περιοχές δικαιοδοσίας | cross-jurisdictional activity |
δυνατότητα αναθέσεως πραγματογνωμοσύνης σε οποιοδήποτε πρόσωπο,σώμα,γραφείο,επιτροπή ή όργανο | possibility of entrusting the task of giving an expert opinion to any individual, body, authority, committee or other organization |
εγγραφή σε ευρετήριο | recording |
εγγραφή σε μητρώο επιμελητηρίου | registration |
εγγραφή σε μητρώο επιμελητηρίου | incorporation |
εγκαθίσταμαι σε αλλοδαπό κράτος | to establish oneself abroad |
εγκεκριμένοι πληρεξούσιοι οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι σε πίνακα | authorized professional representatives whose names appear on the list |
Εγχειρίδιο για την εφαρμογή της Σύμβασης της Χάγης της 15ης Νοεμβρίου 1965 για την επίδοση και την κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Practical Handbook on the Operation of the Hague Convention of 15 November 1965 on the Service Abroad of Judicial and Extrajudicial Documents in Civil and Commercial Matters |
εγχειρίδιο για τις αστυνομικές αρχές και τις αρχές ασφαλείας όσον αφορά τη συνεργασία σε σημαντικά γεγονότα με διεθνή διάσταση | Handbook for police and security authorities concerning cooperation at major events with an international dimension |
Εισηγητική έκθεση της σύμβασης που καταρτίστηκε βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ´Ενωση, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Explanatory Report on the Convention, drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgements in Matrimonial Matters |
Εισηγητική έκθεση του πρωτοκόλλου που καταρτίστηκε βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ´Ενωση σχετικά με την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Explanatory report on the Protocol, drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on the interpretation by the Court of Justice of the European Communities of the Convention on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgements in Matrimonial Matters |
εισφορά σε είδος | issue otherwise than for cash |
εισφορά σε είδος | issue for non-cash consideration |
εισφορά σε κινητό ή ακίνητο | real or personal estate invested |
εκδικάζω απόφαση σε σύντομο χρόνο | to give decision without delay |
εκδικάζω σε πρώτο βαθμό | with jurisdiction to hear and determine at first instance |
εκθέτω τη γνώμη μου σε κάποιον | inform so. of one's views |
εκπρόσωπος επικουρούμενος από σύμβουλο ή δικηγόρο εγγεγραμμένο σε δικηγορικό σύλλογο ενός των κρατών μελών | agent assisted by an adviser or by a lawyer entitled to practise before a court of a Member State |
εκτέλεση σε κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία | sequestration of the movable and immovable property |
ελεύθερη πρόσβαση σε κάθε μισθωτή δραστηριότητα της επιλογής του | free access to any paid employment of their choice |
εμπειρογνώμων σε θέματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας | industrial property expert |
εμπειρογνώμων σε θέματα επαγγελματικών σχέσεων | expert on industrial relations |
εμπορεύματα σε transit | goods in transit |
ενέργειες που θα αναληφθούν βάσει ...; ενέργειες που πρέπει να ακολουθήσουν; συνέχεια που πρέπει να δοθεί σε ... | action to be taken in regard to ... |
ενεργώ ως πληρεξούσιος σε θέματα σημάτων | to act as a representative in trade mark matters |
ενεχύραση της ασφάλειας σε μετρητά | pledge of cash collateral |
εξαναγκασμός σε στείρωση | enforced sterilization |
εξασφαλίζω αποκλειστικότητα σε περιορισμένο χρόνο | to guarantee exclusive rights limited in time |
επένδυσις σε θυγατρική εταιρία | investment in subsidiaries |
επένδυσις σε θυγατρική εταιρία | participation |
επένδυσις σε θυγατρική εταιρία | investment |
επανεντάσσω αυτόματα τα ποσά που είχαν εκπέσει σε προηγούμενη φορολογική χρήση | to reincorporate automatically amounts previously deducted |
επανεπένδυση σε πάγια στοιχεία | reinvestment in fixed assets |
επιδίδω σε κάποιον προσωπικά | to serve on somebody in person |
Επιτροπές Προσαρμογής των Οδηγιών στην Επιστημονική και Τεχνική Πρόοδο - Ηλεκτρολογικό Υλικό που Χρησιμοποιείται σε Εκρήξιμη Ατμόσφαιρα | Committee for the Adaptation to Scientific and Technical Progress of the Directives on Electrical Equipment for Use in Potentially Explosive Atmospheres |
Επιτροπή για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας Κανονισμός "Βρυξέλλες II" | Committee on jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in matrimonial matters and in matters of parental responsibility Brussels II Regulation |
εργασία σε διαδοχικές βάρδιες | continuous three-shift working |
εργασία σε διαδοχικές βάρδιες | rotating shift work |
εργασία σε διαδοχικές βάρδιες | continuous shift work |
εταιρεία εγκατεστημένη σε ζώνη ανάπτυξης | company located in a development area |
Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί ενιαίου νόμου σε θέματα διαιτησίας | European Convention providing a Uniform Law on Arbitration |
εφαρμοστέα σε κάθε συμφωνία ή κατηγορία συμφωνιών | applicable in the case of any agreement or category of agreements |
εφαρμοστέο δίκαιο σε διαθέσεις τίτλων που κατέχονται μέσω έμμεσων συστημάτων κατοχής | law applicable to dispositions of securities held through indirect holding systems |
Εφετείο που δικάζει σε πρώτο βαθμό | appeal court sitting as a tribunal of first instance |
ζήτημα που τίθεται σε ψηφοφορία | question to be put to the vote |
η απόφαση υπόκειται σε ανακοπή | an objection may be lodged against the judgment |
η ΕΚΤ έχει την ευρύτερη νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα από την εθνική νομοθεσία | the ECB shall enjoy the most extensive legal capacity accorded to legal persons under its law |
η Ευρωπόλ θα ευρίσκεται σε στενή επαφή με έναν και μοναδικό εθνικό φορέα | Europol shall liaise with a single national unit |
η Kοινότης υποχρεούται σε αποκατάσταση της ζημίας | the Community shall make good the damage |
η Eπιτροπή δύναται να προβαίνει σε όλους τους αναγκαίους ελέγχους | the Commission may carry out any checks required |
ηθική αυτουργία σε αξιόποινη πράξη | instigation of an offence |
ηθικός αυτουργός σε αξιόποινη πράξη | instigator of an offence |
ημερήσια απεργία σε εθνική κλίμακα | national one-day strike |
ηττηθείς διάδικος σε διαδικασία ανακοπής | losing party in opposition proceedings |
θέση σε ισχύ | entry into force |
θέση σε λειτουργία | placing into service |
θέση σε πρώτη ανάγνωση | position at first reading |
θέτω πάλι σε ισχύ | to revive |
θέτω σε ισχύ | to implement |
θέτω σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της Συνθήκης ΕΚ | to prejudice the attainment of the objectives of the treaty |
Κέντρο μελετών για την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου σε ποινικά και οικονομικά θέματα | Study Centre for the Application of Community Criminal and Financial Law |
κήρυξη σε πτώχευση | declaration of bankrupting |
κήρυξη σε πτώχευση | declaration of bankruptcy |
κήρυξη σε πτώχευση | decree of bankruptcy |
κήρυξη σε πτώχευση | adjudication of bankruptcy |
κήρυξη του προσφεύγοντος σε πτώχευση | applicant declared bankrupt |
καθήκοντα και αρμοδιότητες που ανάγονται σε κάθε θέση-τύπο | duties and powers attaching to each basic post |
κανονισμός αμοιβαίας χρησιμοποίησης βαγονιών σε διεθνή κυκλοφορία | Regulations governing the reciprocal Use of Wagons in international Traffic R.I.V. |
Κανονισμός του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Council Regulation EC No 44/2001 of 22 December 2000 on jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in civil and commercial matters |
Κανονισμός του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Brussels I Regulation |
κανόνας που εφαρμόζεται σε | rule governing |
κατάτμηση σήματος οφειλόμενη σε εκούσια μεταβίβαση | splitting of a trade mark as a result of a voluntary assignment |
κατάχρηση σε ασέλγεια | sexual abuse of incompetents |
καταλήγω σε συμφωνία | to reach an agreement |
καταλήγω σε συμφωνία | to reach a settlement |
καταχώρηση της αλλοδαπής αποφάσεως σε σχετικά βιβλία του αρμοδίου δικαστηρίου | to have a foreign judgment registered with the appropriate court |
κλήτευση με ανακοίνωση σε σχετικό πίνακα του δικαστηρίου | service effected by posting it on the court notice board |
κλήτευση σε προφορική διαδικασία | summons to oral proceedings |
Κοινότητα που βασίζεται σε μια θρησκεία | Community based on religion |
μέλος που προβαίνει σε παράλληλες αγορές | member making parallel purchases |
μέρισμα σε μετρητά | cash dividend |
μέτρο εμπορικής άμυνας σε περίπτωση ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων | measure to protect trade in the case of dumping and subsidies |
μέτρο που υποκαθίσταται σε πρόστιμο | measure in lieu of a fine |
μεσολάβηση σε ποινικές υποθέσεις | mediation in penal matters |
μεσολάβηση σε ποινικές υποθέσεις | mediation in criminal cases |
μεσολάβηση σε ποινικό θέμα | penal mediation |
μεσολάβηση σε ποινικό θέμα | mediation in penal matters |
μεσολάβηση σε ποινικό θέμα | mediation in criminal cases |
μεταβιβάσεις σε είδος | transfer in kind |
μετατρέπω την ποινή του θανάτου σε φυλάκιση | to commute the death sentence to prison sentence |
μετατροπή μιας ατομικής επιχείρησης σε εταιρεία | conversion of a sole proprietorship into a company |
μετατροπή σε αίτηση εθνικού σήματος | conversion into a national trade mark application |
μετατροπή της επιχείρησης σε εταιρεία | incorporation of an enterprise |
μετατροπή των υποχρεώσεων σε μετοχικό κεφάλαιο | converting liabilities into equity capital |
μεταφορά, σε εθνικό επίπεδο, των αποφάσεων του Συμβουλίου | national transposition of Council decisions |
μεταφορά σε παλαιές αξίες στα βιβλία της εταιρείας | historic values entered into the accounts of the company |
μη κήρυξη σε πτώχευση | not been declared bankrupt |
Νόμος για την κατάργηση των διατάξεων περί εγγείου ιδιοκτησίας που βασίζονται σε φυλετικά κριτήρια | Abolition of Racially Based Land Measures Act |
νόμος περί αποζημιώσεως κατά ατυχήματος για πρόσωπα που εκτελούν δημόσια καθήκοντα σε ορισμένες περιπτώσεις | Act on accident compensation for persons having assisted in performing official duties |
νόμος περί ειδικού βοηθήματος σε ηλικιωμένους ανέργους | Special Support Act |
νόμος περί ειδικού βοηθήματος σε ηλικιωμένους ανέργους | Act on special benefits for older unemployed persons |
Νόμος περί οικονομικών εξουσιών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης με διεθνή διάσταση | International Emergency Economic Powers Act |
νόμος περί της παροχής εκπαίδευσης σε κοινωνικούς χορούς | Viennese Act on dance schools |
νόμος περί της παροχής εκπαίδευσης σε κοινωνικούς χορούς | Act on giving ballroom dancing lessons |
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. | This Regulation shall be binding in its entirety and directly applicable in all Member States |
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. | This Regulation shall be binding in its entirety and directly applicable in the Member States in accordance with the Treaties |
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. | This Regulation shall be binding in its entirety and directly applicable in the Member States in accordance with the Treaty establishing the European Community |
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος | This Regulation shall be binding in its entirety and directly applicable in all Member States |
ο Oργανισμός δεν δύναται να προβαίνει σε οποιαδήπτε διάκριση μεταξύ των καταναλωτών | the Agency may not %discriminate in amy wa between users |
οδηγία σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους | Directive on access to, and interconnection of, electronic communications networks and associated facilities |
οδηγία σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους | Access Directive |
οι αλλοδαποί που βρίσκονται σε αλλοδαπό κράτος | foreigners who are abroad |
οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε κάθε οργανισμό | the provisions of this Article shall apply to any body |
οικονομίες σε έξοδα εργατικού δυναμικού οι οποίες επραγματοποιήθησαν αντικανονικώς | saving in labour costs improperly effected |
Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή σε επίπεδο αναπληρωτών | Economic and Financial Committee Alternates |
ομάδα "δικαστική συνεργασία σε θέματα αστικού δικαίου" | Working Party on juridical cooperation in civil matters |
Ομάδα δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις | Judicial Cooperation Working Group on Civil Matters |
ομοσπονδιακό ταμείο ασφάλισης εργαζομένων σε ορυχεία | Federal Insurance Fund for Miners |
ονομαστικό μέρισμα σε μετρητά | nominal cash dividend |
οργανόγραμμα διαδοχικών εργασιών απασχολουμένων σε μηχανές | man-machine chart |
παράδοση της εξουσίας σε πολιτική κυβέρνηση | transfer of power to a civilian government |
παρακολούθηση σε πραγματικό χρόνο και καθ'όλο το εικοσιτετράωρο | real-time, fulltime monitoring |
παραπλάνηση σε χρηματιστηριακές πράξεις | acts of brokerage deception |
παραπομπή σε άλλο δικαστήριο | transfer to another court |
παραπομπή σε κατάστημα εργασίας | transfer to a workhouse |
παροχή αδειών σε αλιείς | licensing of fishermen |
παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες | providing services to an end-user |
πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων σε διεθνές επίπεδο | extent to which it should apply on a world scale |
περίοδος μεταφοράς σε επόμενη φορολογική χρήση | period of carry-forward |
περιουσιακά στοιχεία σε συνάλλαγμα | foreign-exchange assets |
περιουσιακό στοιχείο σε συνάλλαγμα | foreign exchange asset |
πράξη που υπόκειται σε άδεια του δικαιούχου | restricted act |
πραγματοποιώ ένα στάδιο της ελευθερίας εγκαταστάσεως σε ορισμένη δραστηριότητα | achieve a stage in attaining freedom of establishment as regards a particular activity |
προβαίνει σε εκκαθάριση | close out |
προβαίνει σε καθορισμό ειδικής δωσιδικίας | to have an address for service:to specify a particular address for service |
προβαίνω σε έρευνα | to make enquiries |
προβαίνω σε κατάσχεση πλοίου | to seize |
προβαίνω σε κατάσχεση πλοίου | to embargo |
προβαίνω σε κατάσχεση πλοίου | to arrest |
προβαίνω σε μεταφορές πιστώσεων | transfer appropriations |
προβαίνω σε παραχάραξη | to be involved in counterfeiting |
προβαίνω σε σύνταξη πρακτικού | execute a procès-verbal |
προθεσμία προσδιοριζόμενη σε ημέρες,εβδομάδες,μήνες ή έτη | period expressed in days, weeks, months or years |
προσδίδω πολυμερή χαρακτήρα σε μια συμφωνία | to place an agreement on a multilateral footing |
προσεπικαλώ τρίτο σε δίκη | to join a third party in the proceedings |
προσθήκη σε μία σύμβαση | schedule to an agreement |
προσθήκη σε μία σύμβαση | additional clause to an agreement |
προστασία σε περίπτωση απομάκρυνσης, απέλασης και έκδοσης | protection in the event of removal, expulsion or extradition |
προσφυγές που ασκούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα σε θέματα ανταγωνισμού | actions or proceedings brought by natural or legal persons in competition matters |
προσφυγή σε ανώτερο δικαστήριο | challenge before a higher jurisdiction |
προσφυγή σε μέσα αναστολών | recourse to time-wasting duplication |
προτροπή σε κατάδοση | encouraging denunciation |
προϊόν προβλεπόμενο σε σύμβαση | contract product |
Πρωτόκολλο για την απονομή αρμοδιοτήτων σε ορισμένα όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για θέματα κοινοτικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας | Protocol Conferring Powers in respect of Community Patents on Certain Institutions of the European Communities |
πρωτόκολλο για την ερμηνεία από το ΔΕΚ της συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Protocol concerning the interpretation by the Court of Justice of the Convention of 27 September 1968 on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters |
Πρωτόκολλο που καταρτίστηκε βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ´Ενωση σχετικά με την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων σε γαμικές διαφορές | Protocol drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on the interpretation by the Court of Justice of the European Communities of the Convention on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgements in Matrimonial Matters |
Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση της Χάγης για την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Supplementary Protocol to the Hague Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Judgements in Civil and Commercial Matters |
Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις | Additional Protocol to the European Convention on Mutual Assistance in Criminal Matters |
πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής εμπειρίας σε νομισματικά ή τραπεζικά θέματα | person of recognized standing and professional experience in monetary or banking matters |
πρόσωπο που νομιμοποιείται να είναι διάδικος σε διαδικασία | person entitled to be party to appeal proceedings |
ρήτρα επιστροφής σε είδος εντός δοχείων | clause requiring refunds in kind in respect of storage tanks |
ρήτρα περιορισμού σε πράξη μεταβίβασης | deed restriction |
σήμα έγκρισης προτύπου ΕΟΚ σε περίπτωση απαλλαγής από τον αρχικό έλεγχο | EEC pattern approval sign for instruments exempt from initial verification |
σε αντικανονική κατάσταση | in breach of the regulations |
σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρον | to an extent that is contrary to the common interest |
σε εκτάκτως επείγουσες περιπτώσεις | in cases of special urgency |
σε επείγουσες περιπτώσεις | in case of urgency |
σε εφαρμογή | in operation |
σε ισχύ | in force |
σε κάθε περίπτωση | whatever the circumstances |
σε κάθε περίπτωση | none the less |
σε κάθε περίπτωση | in any case |
σε πίστωση αυτών | in witness whereof |
σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του προέδρου | if the President is absent or indisposed |
σε περίπτωση αφίξεως στον τόπο προορισμού χωρίς ζημία του φορτίου | in the event of the safe arrival of the cargo at the place of destination |
σε περίπτωση ερημοδικίας του εναγομένου | if the defendant fails to enter an appearance |
σε περίπτωση παραίτησης,απαλλαγής από τα καθήκοντα ή θανάτου | in the event of resignation, compulsory retirement or death |
σε περίπτωση υποτροπής | should the infringement be repeated |
σε πλάγια γραμμή' εκ πλαγίου | in collateral line |
σε πρώτο βαθμό | at first instance |
σε συνεδρίαση περιορισμένης σύνθεσης, σε περιορισμένη σύνθεση | in restricted session |
συγγενείς σε πλάγια γραμμή | persons related collaterally |
συγκεκαλυμμένη συνεισφορά σε είδος | disguised contribution in kind |
συμβουλή σε ζητήματα οργάνωσης | management consultation |
συμβόλαιο σε χρονική και υλική βάση | time and material contract |
συμμετέχω σε απεργιακή κινητοποίηση | to strike |
συμμετοχή σε είδος | issue otherwise than for cash |
συμμετοχή σε είδος | issue for non-cash consideration |
συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση | participation in a criminal organisation |
συμμετοχή σε συμμορία | group offending |
συμμετοχή σε σύστημα ενοποιημένης παρουσίας/franchise | franchise concession |
συμπληρωματική εφαρμογή του εθνικού δικαίου σε θέματα απομίμησης | complementary application of national law relating to infringement |
συμπληρωματική εφαρμογή του εθνικού δικαίου σε θέματα παραποίησης | complementary application of national law relating to infringement |
συμπληρωματικός όρος σε μία σύμβαση | schedule to an agreement |
συμπληρωματικός όρος σε μία σύμβαση | additional clause to an agreement |
συμφωνία για την πώληση βιβλίων σε καθορισμένη τιμή | Net Book Agreement |
Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Agreement between the European Community and the Kingdom of Denmark on jurisdiction and the recognition and enforcement of judgments in civil and commercial matters |
Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις | Agreement between the European Community and the Kingdom of Denmark on the service of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters |
Συμφωνία συναφθείσα από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σέγκεν | Agreement concluded by the Council of the European Union and the Republic of Iceland and the Kingdom of Norway concerning the latters' association with the implementation, application and development of the Schengen acquis |
συνέχεια των συμβάσεων σε ECU | continuity of ECU contracts |
συνίσταται σε συντονισμένη δράση | to take the form of a concerted approach |
συνδικαλιστική οργάνωση αντιπροσωπευτική σε εθνικό επίπεδο | nationally representative union organization |
συνεδριάζω σε ολομέλεια | sit in plenary session |
συνενοχή σε αδίκημα | involvement in crime |
συνεργός σε αξιόποινη πράξη | accessory to an offence |
Συνθήκη του Μαρακές για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε έντυπα για τυφλούς, άτομα με προβλήματα όρασης και λοιπά άτομα με προβλήματα ανάγνωσης εντύπων | Marrakesh Treaty to Facilitate Access to Published Works for Persons who are Blind, Visually Impaired, or otherwise Print Disabled |
Συνθήκη του Μαρακές για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε έντυπα για τυφλούς, άτομα με προβλήματα όρασης και λοιπά άτομα με προβλήματα ανάγνωσης εντύπων | Marrakech Treaty |
συνιδιοκτησία πλειόνων με συμφωνία ότι σε περίπτωση θανάτου του το μερίδιο του προαποβιώσαντος περιέρχεται στον επιζώντα συγκύριο | joint ownership with a right of survivorship |
συντελεστής του φόρου σε εθνικό επίπεδο | national tax rate |
σχέδιο ή υπόδειγμα με το οποίο έρχεται σε σύγκρουση | conflicting design |
Σχέδιο Ευρωπαϊκής Γενικής Σύμβασης για τη διεθνή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις | Draft European Comprehensive Convention on International Cooperation in Criminal Matter |
Σύμβαση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης του Καναδά | Treaty between the Government of the Hellenic Republic and the Government of Canada on mutual legal assistance in criminal matters |
Σύμβαση για τη διαβίβαση δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on the services of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Brussels Convention |
σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Brussels Convention |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | 1968 Brussels Convention on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters consolidated version |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and Enforcement |
σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and the Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Judgments Convention |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Judgments Convention |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and the Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters Lugano,16.09.1988 |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on Jurisdiction and the Recognition and Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | 2007 Lugano Convention |
Σύμβαση για την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Judgements in Civil and Commercial Matters |
Σύμβαση για την είσπραξη, σε διεθνές επίπεδο, απαιτήσεων διατροφής παιδιών και άλλων μορφών οικογενειακής διατροφής | Convention on the international recovery of child support and other forms of family maintenance |
Σύμβαση για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περίπτωση διορθώσεως των κερδών συνδεδεμένων επιχειρήσεων | Arbitration Convention |
Σύμβαση για την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις | Convention on the service in the Member States of the European Union of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters |
Σύμβαση καταρτιζόμενη βάσει του άρθρου Κ3 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on the service in the Member States of the European Union of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters |
Σύμβαση που σκοπεύει να διευκολύνει την προσφυγή στη δικαι οσύνη σε διεθνές επίπεδο | Convention designed to facilitate international access to the courts |
Σύμβαση σχετικά με τα αστικά δικαιώματα σε περιπτώσεις διεθνών απαγωγών παιδιών | Convention on the Civil Aspects of International Child Abduction |
σύμβαση σχετικά με την επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών και εξωδίκων εγγράφων στην αλλοδαπή σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις | Convention on the service abroad of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters |
σύμβαση της Νέας Υόρκης της 20ής Ιουνίου 1956 για την είσπραξη διατροφής σε αλλοδαπό κράτος | New York Convention of 20 June 1956 on the recovery abroad of maintenance |
Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές | Hague Securities Convention |
Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές | Convention on the law applicable to certain rights in respect of securities held with an intermediary |
σύμβαση της Χάγης της 15ης Απριλίου 1958 για τη δικαιοδοσία του συμβατικού forum σε περίπτωση διεθνούς πωλήσεως κινητών προσωπικής χρήσεως | Hague Convention of 15 April 1958 on the jurisdiction of the contractual forum in matters relating to the international sale of goods |
Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Convention on Jurisdiction and Enforcement |
Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Judgments Convention |
Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Convention on Jurisdiction and the Enforcement of Judgments in Civil and Commercial Matters |
Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | 1968 Brussels Convention on jurisdiction and the enforcement of judgments in civil and commercial matters consolidated version |
Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή | Brussels Convention |
Σύμβαση όσον αφορά τη δικαστική αρμοδιότητα και την εκτέλεση των αποφάσεων σε θέματα γάμου | convention on jurisdiction and enforcement of judgments in matrimonial matters |
σύμβουλος σε ζητήματα ενοποιημένης παρουσίας/franchising | franchise consultant |
σύμπραξη ψήφου σε διασκέψεις | conference voting rights |
σύνδεση σε επίπεδο διοίκησης | common directorship |
σύννομη πρόσβαση σε κλειδιά κρυπτοθέτησης | lawful access to encryption keys |
σύστημα συμψηφισμού σε Ecu | ECU clearing system |
τήρηση των συνθηκών σε ισχύ | continuance in force of treaties |
τίθεμαι σε ισχύ | to enter into force |
τίθεμαι σε ισχύ | to come into force |
τίθεμαι σε ισχύ' επέρχεται το αποτέλεσμα | to take effect |
τίθεμαι σε ισχύ' επέρχεται το αποτέλεσμα | to become operative |
τίθεται σε ισχύ | enter into force |
τίθεται σε ισχύ | take effect |
τίθεται σε ισχύ | come into force |
τα έγγραφα δεν υπόκεινται σε έρευνα και κατάσχεση | papers shall be exempt from search and seizure |
το Γραφείο καλεί τους διαδίκους σε συμβιβασμό | the Office invites the parties to make a friendly settlement |
το πειθαρχικό συμβούλιο προέβη σε εξέταση | an inquiry has been held on the instructions of the Disciplinary Board |
τοποθετήσεις σε τίτλους | contribution |
τρέχον ταμειακό διαθέσιμο σε συνάλλαγμα | foreign exchange working balance |
τρέχον ταμειακό υπόλοιπα σε συνάλλαγμα | foreign exchange working balance |
τρέχοντα ταμειακά υπόλοιπα σε συνάλλαγμα | foreign-exchange working balances |
τραπεζογραμμάτιο που εκφράζεται σε νομίσματα | banknote denominated in currencies |
τυγχάνω μέρος σε ... | to be party to |
τυποποίηση σε δημόσιες συμβάσεις | standardisation in public procurement |
τυποποίηση σε δημόσιες συμβάσεις | Regulatory policy and standardisation, electronic commerce, telematics network, environment |
τυποποίηση σε δημόσιες συμβάσεις | European telematic networks and systems - IDA |
υποβάλλονται σε καθεστώς απορρήτου | subject to a security system |
υπογραφή υποκείμενη σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση | simple signature |
υπογραφή υποκείμενη σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση | signature subject to ratification, acceptance or approval |
υποδούλωση' υποταγή προσώπου τινός σε δουλεία | enslavement |
Υποπρόγραμμα Value II σε δίκτυα επικοινωνίας ηλεκτρονικών υπολογιστών Ε&Α-Δράση σχετιχά με τις απαιτήσεις αρτιότητας και εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που αφορούν την κοινοτική Ε&ΤΑ | Value subprogramme II on R&D computer communications networks-Action on integrity and confidentiality requirements of Community RTD information |
Υποπρόγραμμα Value II σε δίκτυα επικοινωνίας ηλεκτρονικών υπολογιστών Ε&Α-Δράση σχετιχά με τις απαιτήσεις αρτιότητας και εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που αφορούν την κοινοτική Ε&ΤΑ | VALUE II |
υποχρέωση των μελών του FAO σε θέματα διαβουλεύσεων | consultative obligations of FAO members |
υποχρεούνται αλληλεγγύως σε αποκατάσταση της ζημίας που προέκυψε από την αίτησή τους | they shall be jointly responsible for making good any damage arising out of their action |
υπό την επιφύλαξη ασκήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου, περιοριζομένης σε νομικά ζητήματα | subject to a right of appeal to the Court of Justice on points of law only |
υπόθεση εκκρεμής σε δικαστήριο | case on the cause list |
υπόθεση σε παρακολούθηση | case in follow-up |
υπόκειμαι σε έλεγχο ή ερμηνεία | be open to review or interpretation |
χρονομερίδιο σε κτίριο | timeshare interest in a building |
χωρισμός έκτασης σε οικόπεδα,οδούς κ.λπ. | subdivision |
όμιλος επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε έδαφος ενός κράτους | resident group of undertakings |
όρια στη χρήση των περιορισμών σε δικαιώματα | limitation on use of restrictions on rights |
...ότι άλλο Kράτος μέλος ασκεί καταχρηστικώς τις εξουσίες που προβλέπονται σε... | ...that another Member State is making improper use of the powers provided for in... |