Greek | English |
έγχυση σε βάθος | deep injection |
έκθεση σε ακτινοβολία | radiation exposure The act or state of being subjected to electromagnetic energy strong enough to ionize atoms thereby posing a threat to human health or the environment |
έκθεση σε ακτινοβολίες του φυσικού περιβάλλοντος | exposure to natural background radiation |
έκθεση σε στον κίνδυνο | risk exposure The situation or set of circumstances where the probability of harm to an area or its population increases beyond a normal level |
έκθεση σε στον κίνδυνο | risk exposure |
έκθεση σε ρύπους | pollutant exposure The act or state of being subjected to a substance that adversely affects human health, property or the environment |
έκθεση σε ρύπους | pollutant exposure |
έκθεση των υδάτων σε κίνδυνο | water endangering Can be caused by a variety of means, e.g. farm pollution from animal wastes and silage liquor (liquors from green leaf cattle food which has had molasses added to promote fermentation and preservation; they are highly polluting and can be a seasonal cause of fish deaths in small streams), leachate from landfill sites, and spoil heaps, solvent discharge to sewers or to land and inadequate sewage treatment works |
έκθεση των υδάτων σε κίνδυνο | water endangering |
ένωση σε ίχνη | trace compound |
αέρια και χημικές ουσίες σε δοχεία | chemicals and gases in containers |
Αέρια και χημικές ουσίες σε δοχεία | chemicals and gases in containers |
αέρια και χημικές ουσίες σε δοχεία | gases in pressure containers and discarded chemicals |
αέρια μάζα εμπλουτισμένη σε όζον | ozone-rich air mass |
αέρια μάζα εμπλουτισμένη σε όζον | ozone-rich air |
αέρια μάζα πλούσια σε όζον | ozone-rich air mass |
αέρια μάζα πλούσια σε όζον | ozone-rich air |
αέρια μάζα φτωχή σε όζον | ozone-poor air mass |
αέρια μάζα φτωχή σε όζον | ozone-poor air |
αιωρούμενες στερεές ύλες σε ανάμικτο υγρό | mixed liquor suspended solids |
αμίαντος σε νιφάδες | flocked asbestos |
αμίαντος σε νιφάδες | asbestos applied by projection |
ανάγκη σε τροφές | nutritional requirements |
ανάγκη σε τροφές | food requirements |
ανάπτυξη τολύπης καπνού σε ατμοσφαιρική ροή | growth of a plume in atmospheric flow |
αντίδραση σε καταστροφές | disaster response |
ανώτατα όρια περιεκτικότητας σε μόλυβδο της βενζίνης με μόλυβδο | limit on the maximum lead content of leaded petrol |
αποδάσωση σε τοπική κλίμακα | deforestation at local scale |
αποθήκευση σε βαθειά φρέατα | deep well storage |
αποθήκευση σε βαθειές γεωτρήσεις | deep well storage |
αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς | geological storage of COsub2sub |
αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς | geological storage of carbon dioxide |
αποκατάσταση γαιών του εδάφους σε ορεινές περιοχές | land restoration in mountain areas Measures adopted to control erosion and degradation phenomena in the mountain regions caused by the loss of forest cover due to acid rain, uncontrolled forest cutting, winter skiing resorts construction, etc. |
αποκατάσταση γαιών του εδάφους σε ορεινές περιοχές | land restoration in mountain areas |
απομόνωση του ιζήματος και διάλυσή του σε βασιλικό ύδωρ | isolation of the precipitate and dissolving in aqua regia |
αποτέφρωση σε υψηλή θερμοκρασία | slag incineration |
από λίκνο σε λίκνο | cradle-to-cradle |
Απόβλητα αντιδράσεων με βάση ασβέστιο από αποθείωση καυσαερίων σε στερεή μορφή | calcium based reaction wastes from flue gas desulphurisation in solid form |
Απόβλητα αντιδράσεων με βάση καυσαέριο από αποθείωση καυσαερίων σε μορφή λάσπης | calcium based reaction wastes from flue gas desulphurisation in sludge form |
Απόβλητα από περίθαλψη γέννησης, διάγνωση, θεραπεία ή πρόληψη ασθενειών σε ανθρώπους | waste from natal care, diagnosis, treatment or prevention of disease in humans |
απόβλητα από περιγεννητική φροντίδα,διάγνωση,θεραπεία ή πρόληψη ασθενειών σε ανθρώπους | wastes from natal care, diagnosis, treatment or prevention of disease in humans |
Απόβλητα από πρωτογενή παραγωγή σε γεωργικές καλλιέργειες, φυτοκαλλιέργειες, κυνήγι, ψάρεμα και υδατοκαλλιέργειες, παρασκευή τροφίμων | Waste from agricultural, horticultural, hunting, fishing and aquaculture primary production, food preparation and processing |
απόβλητα από πρωτογενή παραγωγή σε γεωργικές καλλιέργειες φυτοκαλλιέργειες,κυνήγι,ψάρεμα και υδατοκαλλιέργειες,παρασκευή και επεξεργασία τροφίμων | wastes from agriculture, horticulture, aquaculture, forestry, hunting and fishing, food preparation and processing |
απόβλητα από πρωτογενή παραγωγή σε γεωργικές καλλιέργειες φυτοκαλλιέργειες,κυνήγι,ψάρεμα και υδατοκαλλιέργειες,παρασκευή και επεξεργασία τροφίμων | waste from agricultural, horticultural, hunting, fishing and aquaculture primary production, food preparation and processing |
Απόβλητα από την έρευνα, διάγωνση, θεραπεία ή πρόληψη των ασθενειών που εμφανίζονται σε ζώα | waste from research, diagnosis, treatment or prevention of disease involving animals |
απόβλητα από την έρευνα,διάγνωση,θεραπεία ή πρόληψη των ασθενειών που εμφανίζονται σε ζώα | waste from research, diagnosis, treatment or prevention of disease involving animals |
Απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση δεν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης π.χ επενδύσεις, γύψινα εκμαγεία, σεντόνια, πετσέτες, ρουχισμός απορρίψιμος | wastes whose collection and disposal is not subject to special requirements in view of the prevention of infection e.g. dressings, plaster casts, linen, disposable clothing, diapers |
Απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση δεν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης | wastes whose collection and disposal is not subject to special requirements in view of the prevention of infection |
απόθεση ραδιενεργών καταλοίπων σε δεξαμενές καθιζήσεως | radionuclide discharge to settling ponds |
απόθεση σε σειράδια | windrows |
απόρριψη σε ποταμό | river disposal |
απόρριψη σε ποταμό | river disposal Discharge of solid, liquid or gaseous waste into a river |
απόρριψη σε χωματερή | landfill |
Αρκετά υψηλοί ρυθμοί δόσης ακτίνων Χ σε κανονικές τάσεις λειτουργίας. | fairly high X-radiation dose rates at normal operating voltages |
αρχή της "αιθανόλης για χρήση σε γεωργικές επιχειρήσεις" | ethanol-farm concept |
βάλτος σε ασβεστολιθικά εδάφη | calcareous fen |
Βασιζόμενος -η, -ο σε δείκτη | indicator-based |
βιολογική κληρονομιά σε άγρια ζώα | biological heritage of wildlife |
βιολογική κληρονομιά σε μορφές ζωής | biological heritage of wildlife |
βιολογική περιουσία σε άγρια ζώα | biological heritage of wildlife |
Βιομηχανικά αέρια σε κυλίνδρους υψηλής πίεσης, δοχεία LPG και δοχεία βιομηχανικού αεροζόλ περιλαμβάνονται αέρια αλογόνα | industrial gases in high pressure cylinders, LPG containers and industrial aerosol containers including halons |
βιοχημική ανάγκη σε οξυγόνο πέντε ημερών | five-day biochemical oxygen demand |
γέμισμα υδατοδεξαμενής ελικοπτέρου σε μετέωρη πτήση | hoverfill |
Γενικό Συμβουλευτικό Forum σε θέματα περιβάλλοντος | general consultative forum on the environment |
γενικό συμβουλευτικό Forum σε θέματα περιβάλλοντος | General Consultative Forum on the Environment |
γεωλογικός σχηματισμός ξηράς σε μεγάλο βάθος | deep geological formation on land |
δένδρο ευαίσθητο σε πυρκαγιά | fire sensitive tree |
δείκτης ισοδυνάμου δόσεως βάθους σε ένα σημείο | deep dose equivalent index at a point |
δείκτης ισοδυνάμου δόσεως επιφανείας σε ένα σημείο | shallow dose equivalent index |
δείκτης κορεσμού σε ασβεστίτη | calcium saturation index |
δείκτης κορεσμού σε ασβεστίτη | calcite saturation indes |
δεξαμενή ανύψωσης σε διώρυγα | canal lock A chamber with gates on both ends connecting two sections of a canal or other waterway, to raise or lower the water level in each section |
δεξαμενή ανύψωσης σε διώρυγα | canal lock |
δηλητηρίαση με μόλυβδο σε οξεία φάση και σε φάση ύφεσης | lead poisoning in its acute and remission phases |
Διάδοση των δευτερογενών ηλεκτρονίων σε ευθεία γραμμή. | straight-line propagation of secondary electrons |
διάθεση αποβλήτων σε βαθείς ωκεάνιους ιζηματογενείς σχηματισμούς | waste storage in deep ocean sediments |
διάθεση σε γεωλογικούς σχηματισμούς | disposal in geological formations |
διάθεση σε ελεύθερο χώρο | open dumping |
διήθηση σε όχθη | bank filtration |
διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση | Long-range Transboundary Air Pollution |
διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση | long-range transboundary air pollution |
διαρροή από χώρο αποθήκευσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς | seepage from material deposited in geological formations |
διαφοροποιημένη φορολογική μεταχείριση σε σχέση με το περιβάλλον | tax differentiation in favour of the environment |
Διεθνής σύμβαση για την ετοιμότητα, αντιμετώπιση και συνεργασία σε περιστατικά ρύπανσης από το πετρέλαιο | International Convention on oil pollution preparedness and response |
Διεθνής σύμβαση για την ετοιμότητα, αντιμετώπιση και συνεργασία σε περιστατικά ρύπανσης από το πετρέλαιο | International Convention on Oil Pollution Preparedness, Response and Cooperation |
Διεθνής Σύμβαση περί επεμβάσεως στην ανοικτή θάλασσα σε περίπτωση ατυχήματος το οποίο προκαλεί ή δύναται να προκαλέσει ρύπανση οφειλόμενη σε υδρογονάνθρακες | International Convention relating to Intervention on the High Seas in Cases of Oil Pollution Casualties |
διεθνής σύμβαση σχετικά με τη δημιουργία διεθνούς ταμείου αποζημίωσης για ζημίες που οφείλονται σε ρύπανση από υδρογονάνθρακες | International Convention on the establishment of an International Fund for compensation for oil pollution damage |
δικαίωμα πρόσβασης σε διοικητικά έγγραφα | right of access to administrative documents |
δικαίωμα σε βιώσιμο περιβάλλον | amenity right |
δοκιμή αναστολής ανάπτυξης σε φύκη | algal inhibition test |
δοκιμή αναστολής ανάπτυξης σε φύκη | algal growth inhibition test |
δοκιμή αναστολής ανάπτυξης σε φύκη | alga, growth inhibition test |
δοκιμή παρεμπόδισης ανάπτυξης σε φύκη | algal inhibition test |
δοκιμή παρεμπόδισης ανάπτυξης σε φύκη | algal growth inhibition test |
δοκιμή παρεμπόδισης ανάπτυξης σε φύκη | alga, growth inhibition test |
δοκιμασία σε ελεγχόμενο περιβάλλον | environmental testing |
είδος που διαμένει μόνιμα σε μια περιοχή | resident |
εισαγωγή μέσα σε ένα ειδικό φούρνο ενός κυαθίου από χαλαζία | a quartz scoop is placed in a special furnace |
εισροή ρύπανσης οφειλόμενη σε μη σημειακή πηγή | non-point source input |
εισροή ρύπανσης οφειλόμενη σε μη σημειακή πηγή | diffuse source input |
εκπομπές σε απόλυτες τιμές | absolute emissions |
εκτάσεις σε αγρανάπαυση | fallow land Arable land not under rotation that is set at rest for a period of time ranging from one to five years before it is cultivated again, or land usually under permanent crops, meadows or pastures, which is not being used for that purpose for a period of at least one year. Arable land which is normally used for the cultivation of temporary crops but which is temporarily used for grazing is included |
εκτάσεις σε αγρανάπαυση | fallow land |
ενέργεια σε φιλική για το περιβάλλον βάση | environmentally friendly energy |
εναπόθεση σε ελεύθερο χώρο | open dumping |
ενεργός άνθρακας σε ρεύμα αέρος | activated carbon in drifting stream process |
ενισχυτικό αντοχής σε διαβροχή | wet strength aid |
επαναληπτικοί πειραματισμοί σε ζώα | duplicate testing on animals |
επαναχρησιμοποίηση κατασκευαστικών στοιχείων από μεταχειρισμένα οχήματα σε στόλους τροχοφόρων επιχειρήσεων | Respect project |
επαναχρησιμοποίηση κατασκευαστικών στοιχείων από μεταχειρισμένα οχήματα σε στόλους τροχοφόρων επιχειρήσεων | Project on re-use of second-hand car components in company car fleets |
επεξεργασία σε δεξαμενές αερισμού | treatment in aerated lagoons |
επιτρεπτή περιεκτικότητα σε ενώσεις μολύβδου | permitted lead-compound content |
Επιτροπή για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο | Committee for implementation of the directive relating to a reduction in the sulphur content of certain liquid fuels |
Επιτροπή κανονισμού για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου EMAS | Committee on the Regulation allowing voluntary participation by organisations in a Community eco-management and audit scheme EMAS |
εργασίες που οδηγούν σε δυνατότητα αξιοποίησης | operations which may lead to recovery |
εταιρική σχέση βιοενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο | Global Bioenergy Partnership |
Ευαίσθητος όγκος και διακριτική ικανότητα του ανιχνευτή σε σχέση με την ενέργεια. | sensitive volume and resolving power of the detector in terms of energy |
ζώνωση/υποδιαίρεση σε ζώνες | zoning |
ζώο σε χειμέρια νάρκη | hibernator |
Η εικόνα αναπαράγεται σε μία φθορίζουσα οθόνη. | the image is reproduced on a fluorescent screen |
η εναπόθεση σωματιδίων γίνεται σε όλα τα μέρη των αναπνευστικών οδών | the deposition of particles occurs in all parts of the respiratory passages |
Θάλαμοι ιονισμού με υγρό για τη μέτρηση της έκθεσης σε μαλακές ακτί-νες Χ. | fluid ionization chambers for measuring exposure to soft X-rays |
θέση σε λειτουργία | putting into service |
θερμόλυση σε περιβάλλον υγρών βαρέων υδρογονανθράκων | thermolysis in liquid heavy hydrocarbon medium |
΄Ιδρυμα για την κατάρτιση σε θέματα περιβάλοντος στην Ευρώπη | Foundation for Environmental Education in Europe |
΄Ιδρυμα για την κατάρτιση σε θέματα περιβάλοντος στην Ευρώπη | European Foundation for Environmental Education |
κέντρο συλλογής βασισμένο σε τροχοφόρους κάδους | wheel bin-based drop-off centre |
κέντρο των Ηνωμένων Εθνών για την παροχή συνδρομής σε καταστάσεις έκτακτης περιβαλλοντικής ανάγκης | United Nations centre for emergency environmental assistance |
Κίνηση για την εφαρμογή του προγράμματος δράσης Agenda 21 σε τοπικό επίπεδο | Local Agenda 21 movement |
καθαρό εσωτερικό προϊόν αναπροσαρμοσμένο σε συνάρτηση με το περιβάλλον | green GNP |
καθαρό εσωτερικό προϊόν αναπροσαρμοσμένο σε συνάρτηση με το περιβάλλον | environmentally adjusted gross national product |
καθαρό εσωτερικό προϊόν αναπροσαρμοσμένο σε συνάρτηση με το περιβάλλον | environmentally adjusted GNP |
καινοτόμα ή/και υποδειγματικό πρότυπα σχέδια στον τομέα της χωροταξίας σε ειδικές περιοχές | innovative and/or demonstrative pilot projects on spatial planning in specific areas |
κατάρτιση σε θέματα | environmental training Teaching of specialists and qualified workers who acquire knowledge and skills necessary to solve environmental problems |
καταμερισμός σε διαύλους | channelling Any system of distribution canals or conduits for water, gas, electricity, or steam |
καταμερισμός σε διαύλους/διοχέτευση | channelling |
κατεργασία σε χώρο υγειονομικής ταφής | landfill treatment |
κατόρυξη σε μικρό βάθος | shallow land burial |
καύση σε λυχνία | gas flaring |
καύση σε λυχνία | flaring |
καύση σε πυρσό | gas flaring |
καύση ελέγχου σε πυρσό | flaring 1. Flares use open flames during normal and/or emergency operations to combust hazardous gaseous. The system has no special features to control temperature or time of combustion; however, supplemental fuel may be required to sustain the combustion. Historically, flares have been used to dispose of waste gases in the oil and gas industry and at wastewater treatment plants having anaerobic digestors. Regulation for thermal destruction of hazardous wastes limit the practical use of flaring to combustion of relatively simple hydrocarbons, such as methane from digesters or landfill gas collection systems. 2. A control device that burns hazardous materials to prevent their release into the environment; may operate continuously or intermittently, usually on top a stack |
καύση σε πυρσό | flaring |
καύση σε ρευστοστερεά κλίνη | fluidized-bed combustion |
καύση σε ρευστοστερεά κλίνη | fluidised bed combustion |
καύση σε ρευστοστερεά κλίνη | fluidized bed combustion |
καύση σε ρευστοστερεά κλίνη | fluid bed combustion |
καύση σε υγρή φάση | wet combustion |
καύσιμο χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο | low-sulphur fuel |
Κύκλος του αζώτου και επιπτώσεις από την οξείδωση των ιχνοστοιχείων της ατμόσφαιρας σε μεγάλο γεωγραφικό πλάτος | Nitrogen cycle and effects on the oxidation of atmospheric trace species at high latitudes |
Λάσπες από τη διαμόρφωση φωσφορικής επικάλυψης σε μέταλλο | phosphatizing sludges |
λάσπη από τη διαμόρφωση φωσφορικής επικάλυψης σε μέταλλο | phosphatizing sludge |
λίμνη σε μεταβατική φάση | transition lake |
λίμνη σε μεταβατικό στάδιο | transition lake |
λειτουργία αναζήτησης σε CD-ROM | CD-ROM search service The provision of special aid by library staff trained to query bibliographic or other information contained on an electronic storage medium, usually to meet the research needs of the library's clients |
¶λλα απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης | other wastes whose collection and disposal is subject to special requirements in view of the prevention of infection |
λύματα υποβαλλόμενα σε επεξεργασία εκτός τόπου παραγωγής | effluent treated off-site |
μέθοδος βασιζόμενη σε διαμαρτυρίες | method based on odour complaints |
μέθοδος βασιζόμενη σε διαμαρτυρίες | sampling based on odor complaints |
μέθοδος βασιζόμενη σε διαμαρτυρίες | sampling based on odour complaints |
μέθοδος βασιζόμενη σε διαμαρτυρίες | method based on odor complaints |
μέθοδος κρυστάλλωσης λάσπης σε αντιδραστήρα ρευστοποιημένης κλίνης | crystallization in a fluidized bed reactor |
μέθοδος κρυστάλλωσης λάσπης σε αντιδραστήρα ρευστοποιημένης κλίνης | crystallisation in a fluidised bed reactor |
μέθοδος ταφής με κελιά σε τάφρους | trench method |
μέθοδος ταφής με κελιά σε τάφρους | cell method |
μέθοδος ταφής με κύτταρα σε τάφρους | trench method |
μέθοδος ταφής με κύτταρα σε τάφρους | cell method |
μέτρα για τη μείωση της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε μόλυβδο ή άλλα ρυπαντικά υποκατάστατα | measures to reduce the concentrations of lead or other polluting substitutes in the atmosphere |
μέτρο παροχής βοήθειας σε περιπτωση έκτακτης ανάγκης | emergency relief measure |
μετάβαση σε άγρια κατάσταση | running wild |
μετάβαση σε άγρια κατάσταση | running wild A state of nature or a quality or state of being undomesticated, untamed or uncultivated |
μετατροπή σε βιομεθάνιο | biomethanization |
μετατροπή σε βιομεθάνιο | biomethanation |
μετατροπή σε βιομηχανικό παλαιοσίδηρο | conversion into industrial scrap |
μετατροπή σε όζον | ozonization The process of treating, impregnating or combining with ozone |
μετατροπή σε όζον/οζονοποίηση | ozonization |
μετατροπή της ιλύος σε χρήσιμο λίπασμα | sludge composting |
μετατροπή των οργανικών ουσιών σε ανόργανες ; μετατροπή σε μετάλλευμα | mineralisation |
μετατροπή των υπολειμμάτων σφαγίων, σε πιλοτικό κέντρο | pilot-plant rendering |
μετατροπή χρεών σε οικολογική επένδυση | debt swap |
μετατροπή χρεών σε οικολογική επένδυση | debt-for-environment swap |
μετατροπή χρεών σε οικολογική επένδυση | debt conversion |
μεταφορά αερίων ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of atmospheric pollutants |
μεταφορά αερίων ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-distance transport of air pollutants |
μεταφορά αερίων ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of air pollutants |
μεταφορά αερίων ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of airborne pollutants |
μεταφορά αερίων ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of air pollution |
μεταφορά αερίων ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long range transport of air pollutants |
μεταφορά ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-distance transport of air pollutants |
μεταφορά ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of air pollutants |
μεταφορά ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of airborne pollutants |
μεταφορά ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of atmospheric pollutants |
μεταφορά ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long-range transport of air pollution |
μεταφορά ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση | long range transport of air pollutants |
μεταφορά δικαιωμάτων δημοπράτησης εκπομπών σε μεταγενέστερο χρόνο | backloading |
μεταφορά σε μεγάλη απόσταση | long-range transportation |
μεταφορά σε μεγάλη απόσταση | long-range transport |
μεταφορά σε μεγάλη απόσταση | long-distance transport |
Μετρήσεις έκθεσης που έγιναν κοντά σε συσκευές τηλεπικοινωνιών. | exposure readings taken close to telecommunication devices |
μετρητής περιεκτικότητας σε πετρέλαιο | oil-content meter |
μικροεκχύλιση σε στερεή φάση | solid phase microextraction |
μοντέλο ηλεκτρονικού υπολογιστή για μετακινήσεις σε μεγάλες αποστάσεις | long-range transport computer model |
να ληφθεί η σύμφωνη γνώμη των αρχών ελέγχου της ρύπανσης πριν από τη διοχέτευση σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων/αποβλήτων | S54 |
να ληφθεί η σύμφωνη γνώμη των αρχών ελέγχου της ρύπανσης πριν από τη διοχέτευση σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων/αποβλήτων | obtain the consent of pollution control authorities before discharging to wastewater treatment plants |
νομοθεσία σε επίπεδο καντονίου | cantonal law |
νομοθεσία σε επίπεδο περιφέρειας | regional law |
ο μόλυβδος που εκχυλίζεται σαν άλας διθιζόνης επανακτάται σε διά-λυμα νιτρικού οξέος | the lead extract in the form of dithizonate is recovered in a nitric solution |
ο προσδιορισμός του μολύβδου σε βιολογικά υλικά | lead determination in a biological medium |
Ο ρυθμός έκθεσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το δυναμικό της λυχνίας | the exposure rate depends to a considerable extent on the tube voltage |
Οι ακτίνες Χ ήταν ημιομοιογενείς σε μια ευρεία οριζόντια ζώνη. | the X-rays were semihomogeneous in a broad horizontal band |
οι ομογενοποιημένοι ιστοί υποβλήθηκαν δύο φορές σε κατάψυξη | the homogenates have been frozen twice |
οικολογική καταστροφή που προκαλείται σε τοποθεσίες φυσικού κάλλους | environmental damage to tourism beauty spots |
οικο-λογιστικός έλεγχος για την αξιολόγηση και τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων σε τόπους βιομηχανικής παραγωγής | European Community scheme for the evaluation and improvement of the environmental performance at industrial production sites |
οικοσύστημα σε γλυκά ύδατα γλυκέων υδάτων | freshwater ecosystem |
οικοσύστημα σε γλυκά ύδατα | freshwater ecosystem The living organisms and nonliving materials of an inland aquatic environment |
ολική ανάγκη σε οξυγόνο | total oxygen demand |
Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας | European Nuclear Safety Regulators Group |
Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας | European High Level Group on Nuclear Safety and Waste Management |
οριστική αποθήκευση σε γεωλογικούς σχηματισμούς | final geological storage |
ουσία επιρρεπής σε βιοσυσσώρευση | pollutants liable to bioaccumulate |
ουσία επιρρεπής σε βιοσυσσώρευση | bioaccumulative pollutants |
ουσία υποκειμένη σε βιοσυσσώρευση | bioaccumulative substance |
παρακολούθηση και αξιολόγηση της μεταφοράς ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλες αποστάσεις στην Ευρώπη | European Monitoring and Evaluation of Pollutants |
παρακολούθηση και αξιολόγηση της μεταφοράς ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλες αποστάσεις στην Ευρώπη | Cooperative programme for the monitoring and evaluation of the long-range transmission of air pollutants in Europe |
παρακολούθηση και αξιολόγηση της μεταφοράς ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλες αποστάσεις στην Ευρώπη | Cooperative Programme for Monitoring and Evaluation of the long-range transmission of air pollutants in Europe |
παροχή των καυσαερίων σε όγκο | volumetric flow rate of waste gases |
περιβαλλοντική κατάρτιση/κατάρτιση σε θέματα | environmental training |
περιεκτικότητα κατακόρυφης ατμοσφαιρικής στήλης σε όζον | ozone-column content |
περιεκτικότητα κατακόρυφης ατμοσφαιρικής στήλης σε όζον | ozone column content |
περιεκτικότητα λαμπτήρα σε υδράργυρο | lamp mercury content |
περιεκτικότητα σε αερολύματα | impact analysis |
περιεκτικότητα σε αερολύματα | impact study |
περιεκτικότητα σε αερολύματα | environmental impact statement |
περιεκτικότητα σε αλουμίνιο | aluminium content |
περιεκτικότητα σε αλουμίνιο | aluminium content Amount of aluminium contained in a solution |
περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο | calcium-content |
περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο | hardness |
περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο | alkalinity |
περιεκτικότητα σε ασβέστιο | calcium content |
περιεκτικότητα σε ασβέστιο | calcium content Amount of calcium contained in a solution |
περιεκτικότητα σε θρεπτικέςά ουσίες (συστατικά) | nutrient content |
περιεκτικότητα σε θρεπτικέςά ουσίες | nutrient content The amount of proteins, carbohydrates, fats, inorganic salts (e.g. nitrates, phosphates), minerals (e.g. calcium, iron), and water |
περιεκτικότητα σε θρεπτικέςά ουσίες συστατικά | nutrient content |
περιεκτικότητα σε νερό ελαφρών καυσίμων | fine fuel moisture |
περιεκτικότητα σε νερό καυσίμου ύλης | fuel moisture content |
περιεκτικότητα σε νιτρικά άλατα | nitrate level |
περιεκτικότητα σε CΟ | carbon monoxide content |
περιεκτικότητα σε οξυγόνο | oxygen content |
περιεκτικότητα σε οξυγόνο | oxygen content Amount of oxygen contained in a solution |
περιεκτικότητα σε ρύπους | pollutant content |
περιεκτικότητα της βενζίνης σε μόλυβδο | lead content of petrol |
περιοχή εκτεθειµένη σε θόρυβο | area exposed to noise |
περιοχή που υπόκειται σε περιβαλλοντικούς περιορισµούς | area with environmental constraints |
πετρέλαιο ντίζελ πτωχό σε θείο | low-sulphur diesel |
πιλοτικά έργα στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας περιοχών εκτεθειμένων σε κινδύνους στιγμιαίων πλημμυρών | pilot projects in the field of environmental protection of areas prone to flash floods |
Πιλοτικά έργα στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας περιοχών εκτεθειμένων σε κινδύνους στιγμιαίων πλημμυρών | Pilot projects in the field of environmental protection of areas prone to flash floods |
πολαρογραφική μικροανάλυση του μολύβδου στο αίμα και σε βιολογικά υλικά | polarographic micro-determination of lead in blood and biological media |
πορεία του ραδιενεργού νέφους σε διάφορα υψόμετρα | plume trajectories at different altitudes |
ποσοστό απογύμνωσης σε κατιόντα | cation export rate |
ποσοστό απογύμνωσης σε κατιόντα | export rate of cations |
ποσοστό απογύμνωσης σε κατιόντα | rate of denudation |
ποσοστό απογύμνωσης σε κατιόντα | rate of cationic denudation |
ποσοστό απογύμνωσης σε κατιόντα | cation denudation rate |
ποσοστό κορεσμού σε διαλελυμένο οξυγόνο | dissolved oxygen saturation rate |
ποσό σε οργανικές ύλες | organic matter content |
προβλεπόμενη περιβαλλοντική συγκέντρωση σε επιφανειακά ύδατα | predicted environmental concentration in surface water |
προβλεπόμενη συγκέντρωση σε υπόγεια ύδατα | predicted environmental concentrations in groundwater |
Προσανατολισμένος -η, -ο σε έργο | project-oriented |
προσδιορισμός ανάλυση σε δοκιμαστικό σωλήνα | in vitro assay |
προσδιορισμός ανάλυση σε δοκιμαστικό σωλήνα | in vitro assay Assay taking place in an artificial environment |
προσδιορισμός ανάλυση σε ζώντα οργανισμό | in vivo assay |
προσδιορισμός ανάλυση σε ζώντα οργανισμό | in vivo assay Experiments that are carried out in the living organism |
πρωτογενής λειμώνας σε βραχώδεις δόμους | pioneer vegetation of rock surfaces |
Πρωτόκoλλο της σύμβασης του 1979 για τη διαμεθοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλες αποστάσεις από βαρέα μέταλλα | Protocol to the 1979 Convention on Long-range Transboundary Air Pollution on Heavy Metals |
Πρωτόκολλο για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, της σύμβασης για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακό πλαίσιο | SEA Protocol |
Πρωτόκολλο για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, της σύμβασης για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακό πλαίσιο | Protocol on Strategic Environmental Assessment |
Πρωτόκολλο για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, της σύμβασης για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακό πλαίσιο | Protocol on Strategic Environmental Assessment to the Convention on Environmental Impact Assessment in a Transboundary Context |
Πρωτόκολλο για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, της σύμβασης για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακό πλαίσιο | Kiev Protocol |
Πρωτόκολλο περί συνεργασίας για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία και, σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, στην καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θάλασσας | Protocol concerning cooperation in preventing pollution from ships and, in cases of emergency, combating pollution of the Mediterranean Sea |
Πρωτόκολλο στη Σύμβαση του 1979 για τη διαμεθοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλη απόσταση, σχετικά με τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση του προγράμματος για τη συνεχή παρακολούθηση και την εκτίμηση της μεταφοράς των ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση στην Ευρώπη EMEP | Protocol to the Convention on Long-range Transboundary Air Pollution, on Long-term Financing of the Cooperative Programme for Monitoring and Evaluation of the Long-range Transmission of Air Pollutants in Europe EMEP |
Πρωτόκολλο στη σύμβαση του 1979 για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, για την μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος | Protocol to the 1979 Convention on Long-Range Transboundary Air Pollution to abate Acidification, Eutrophication and Ground-Level Ozone |
Πρωτόκολλο στη σύμβαση του 1979 για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, για την μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος | 1999 Gothenburg Protocol to Abate Acidification, Eutrophication and Ground-level Ozone |
Πρωτόκολλο στη σύμβαση του 1979 για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, για την μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος | Protocol to Abate Acidification, Eutrophication and Ground-level Ozone |
Πρωτόκολλο στη σύμβαση του 1979 για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, για την μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του τροποσφαιρικού όζοντος | Gothenburg Protocol |
Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την πρόσβαση σε γενετικούς πόρους και τον ισόρροπο και δίκαιο καταμερισμό των πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από τη χρήση τους | Nagoya Protocol on Access to Genetic Resources and the Fair and Equitable Sharing of Benefits Arising from their Utilization to the Convention on Biological Diversity |
Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την πρόσβαση σε γενετικούς πόρους και τον ισόρροπο και δίκαιο καταμερισμό των πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από τη χρήση τους | Protocol on Access and Benefit-Sharing |
Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την πρόσβαση σε γενετικούς πόρους και τον ισόρροπο και δίκαιο καταμερισμό των πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από τη χρήση τους | Nagoya Protocol |
Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την πρόσβαση σε γενετικούς πόρους και τον ισόρροπο και δίκαιο καταμερισμό των πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από τη χρήση τους | Nagoya Protocol on ABS |
Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την πρόσβαση σε γενετικούς πόρους και τον ισόρροπο και δίκαιο καταμερισμό των πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από τη χρήση τους | ABS Protocol |
Πρωτόκολλο της Σύμβασης της Γενεύης για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, το οποίο αφορά την καταπολέμηση των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων ή των διαμεθοριακών ροών τους | Protocol to the Convention on Long-range Transboundary Air Pollution concerning the Control of Emissions of Volatile Organic Compounds or their Transboundary Fluxes |
Πρωτόκολλο της σύμβασης του 1979 για διαμεθοριακή ρύπανση σε μεγάλη απόσταση σχετικά με την καταπολέμηση των εκπομπών οξειδίων του αζώτου ή της διαμεθοριακής μεταφοράς τους | Protocol to the 1979 Convention on long-range transboundary air pollution concerning the control of emissions of nitrogen oxides or their transboundary fluxes |
Πρωτόκολλο της Σύμβασης του 1979 περί της διαμεθοριακής ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση σχετικά με τον έλεγχο των εκπομπών οξειδίων του αζώτου ή των διασυνοριακών ροών τους | Protocol to the 1979 Convention on Long-range Transboundary Air Pollution, concerning the Control of Emissions of Nitrogen Oxides or their Transboundary Fluxes |
Πρωτόκολλο της Σύμβασης του 1979 περί της διασυνοριακής ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση, σχετικά με τη μείωση των εκπομπών θείου ή των διασυνοριακών ροών του, τουλάχιστον κατά 30% | Protocol to the Convention on Long-range Transboundary Air Pollution, on the Reduction of Sulphur Emissions or their Transboundary Fluxes by at least 30 per cent |
Πρωτόκολλο της Σύμβασης του 1979 περί της διασυνοριακής ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση, σχετικά με τη μείωση των εκπομπών θείου ή των διασυνοριακών ροών του, τουλάχιστον κατά 30% | Helsinki Protocol |
Πρωτόκολλο της Σύμβασης του 1979 περί της διασυνοριακής ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση σχετικά με την περαιτέρω μείωση των εκπομπών θείου | Protocol to the 1979 Convention on Long-range Transboundary Air Pollution, on Further Reduction of Sulphur Emissions |
Πρωτόκολλο της Σύμβασης του 1979 περί της διασυνοριακής ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση σχετικά με την περαιτέρω μείωση των εκπομπών θείου | 1994 Oslo Protocol on Further Reduction of Sulphur Emissions |
Πρωτόκολλο του 1973 περί επεμβάσεως στην ανοικτή θάλασσα σε περίπτωση ρυπάνσεως οφειλομένης σε ουσίες διάφορες των υδρογονανθράκων | Protocol relating to Intervention on the High Seas in Cases of Pollution by Substances other than Oil |
πρόγραμμα βελτιώσεων σε επίπεδο γειτονιάς | neighbourhood improvement scheme |
Πρόγραμμα περιφερειακών δράσεων κατόπιν πρωτοβουλίας της Επιτροπής σε θέματα περιβάλλοντος | Regional action programme on the initiative of the Commission concerning the environment |
Πρόγραμμα συνεργασίας για τη συνεχή παρακολούθηση και την εκτίμηση της μεταφοράς σε μεγάλη απόσταση των ατμοσφαιρικών ρύπων στην Ευρώπη | Cooperative Programme for the Monitoring and Evaluation of the Long-range Transmission of Air Pollutants in Europe |
πρόκληση φθορισμού σε πετρέλαιο | oil fluorescence excitation |
πρόσβαση σε διοικητικά έγγραφα | access to administrative documents The legal right of access to administrative documents or the opportunity to avail oneself of the same |
πρόσβαση σε διοικητικά έγγραφα | access to administrative documents |
πρόσβαση του κοινού σε έκταση γης | public access to land The right or permission for all persons of a community to use government owned geographic areas such as parks, campgrounds and historical sites |
πρόσβαση του κοινού σε έκταση γης | public access to land |
πρότυπο εφαρμόσιμο σε υγρά απόβλητα | sewage effluent standard |
πρότυπο μεταφοράς σε μεγάλη απόσταση | LRTAP model |
πρότυπο μεταφοράς σε μεγάλη απόσταση | long-range transport model |
πρότυπο μεταφοράς σε μεγάλη απόσταση | LRT model |
πυρηνικά υλικά που περιέχονται σε απόβλητα και απορρίματα | nuclear materials contained in wastes and discards |
ραδιενεργά απόβλητα εγκιβωτισμένα σε υαλώδεις μήτρες | radioactive waste encased in vitreous matrices |
ρύπανση που οφείλεται σε νιτρικές ενώσεις από διάχυτες πηγές | pollution caused by nitrates from diffuse sources |
ρύπανση σε μεγάλη απόσταση | long-distance pollution |
forum σε θέματα περιβάλλοντος | General Consultative Forum on the Environment |
σε κατάσταση σκόνης | in powder form |
σε μέση απόσταση | mid range |
σε μέση απόσταση | mesoscale |
σε μέση απόσταση | intermediate range |
σε μεγάλη απόσταση | longe-range |
σε μεγάλη απόσταση | long range |
σε μεγάλη κλίμακα | longe-range |
σε μεγάλη κλίμακα | long range |
σε μικρή απόσταση | short-range |
σε μικρή απόσταση | short range |
σε μικρή κλίμακα | short-range |
σε μικρή κλίμακα | short range |
σταθμός μέτρησης κοντά σε κυκλοφορία | traffic-orientated station |
στερεό σε αιώρηση | suspended solid |
στερεό υποκείμενο σε σήψη | putrescible solids |
συμβάλλει σε | contributor of |
συνεχής παρακολούθηση και εκτίμηση της μεταφοράς των ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση στην Ευρώπη | European Monitoring and Evaluation of Pollutants |
συνεχής παρακολούθηση και εκτίμηση της μεταφοράς των ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση στην Ευρώπη | Cooperative programme for the monitoring and evaluation of the long-range transmission of air pollutants in Europe |
συνεχής παρακολούθηση και εκτίμηση της μεταφοράς των ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση στην Ευρώπη | Cooperative Programme for Monitoring and Evaluation of the long-range transmission of air pollutants in Europe |
σχέδιο έκθεσης σε στον θόρυβο | noise exposure plan |
σχέδιο έκθεσης σε στον θόρυβο | noise exposure plan A formulated or systematic method to prevent the effects of being subjected to loud or harsh sounds |
σχέδιο έκθεσης σε στον κίνδυνο | risk exposure plan A scheme or method of acting that takes effect if the probability of harm to an area or its population increases beyond a normal level |
σχέδιο έκθεσης σε στον κίνδυνο | risk exposure plan |
σχέδιο βιομηχανικής χρήσης της γης/υποδιαίρεση σε ζώνες | industrial zoning |
σχέδιο σε επίπεδο διαμερίσματος για τη διάθεση των οικιακών απορριμάτων και των εξομοιουμένων προς αυτά | departmental plan for the elimination of domestic and related waste |
σχέδιο σε προετοιμασία | project in preparation |
Σύμβαση για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακά πλαίσια | Espoo Convention |
Σύμβαση για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακά πλαίσια | EIA Convention |
Σύμβαση για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακά πλαίσια | Convention on Environmental Impact Assessment in a Transboundary Context |
Σύμβαση για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα | Convention on Access to Information, Public Participation in Decision-making and Access to Justice in Environmental Matters |
Σύμβαση για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα | Aarhus Convention |
σύμβαση διεθνούς συνεργασίας για την ετοιμότητα κατά της ρύπανσης από πετρέλαιο και την ανταπόκριση σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης | Convention on International Cooperation on Oil Pollution Preparedness and Response in Emergency Cases |
σύμβαση συνεργασίας σε θέματα υδατικής οικονομίας στη Λεκάνη του Δούναβη | agreement on cooperation on management of water resources in the Danube basin |
Σύμβαση σχετικά με τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση | Convention on Long-range Transboundary Air Pollution |
σύνδεση φορτίου με ελικόπτερο σε μετέωρη πτήση | hover hook-up |
σύνδρομο οφειλόμενο σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες | radiation sickness |
σύνδρομο οφειλόμενο σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες | radiation sickness |
σύνδρομο οφειλόμενο σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες | radiation sickness The complex of symptoms characterizing the disease known as radiation injury, resulting from excessive exposure of the whole body (or large part) to ionizing radiation. The earliest of these symptoms are nausea, fatigue, vomiting, and diarrhea, which may be followed by loss of hair (epilation), hemorrhage, inflammation of the mouth and throat, and general loss of energy |
σύστημα μείωσης της περιεκτικότητας σε υδρόθειο | H2S abatement system |
τα όρια ασφαλείας εκφράζονται σε RAD ανά μονάδα χρόνου | the safety limits will be expressed in rads per time unit |
τελική διάθεση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς | geological disposal for CO2 |
τετρατόμηση/χωρισμός διαίρεση σε τεταρτημόρια | quartering |
Το μαγνητρόνιο ήταν ενσωματωμένο σε ένα ραντάρ μετρήσεως ύψους. | the magnetron was incorporated in a radar altimeter |
Το φίλμ κρατούσαν στη θέση του με μία ταινία καλύψεως σε άμεση επαφή με το περίβλημα. | the film was held in position with masking tape in direct contact with the cabinet |
τοπίο σε αναβαθμίδες | terraced landscape Landscape resulting from the method of cultivating land by cutting terraces or benches into slopes to create areas of flat land. The practice is common in mountainous areas where land is scarce and rainfall uncertain |
τοπίο σε αναβαθμίδες | terraced landscape |
τοποθέτηση ζώων σε ζωολογικούς κήπους | keeping animals in zoos |
τροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτείνες | high protein food |
τροφοδοσία σε/με οξυγόνο από την επιφάνεια του νερού/ύδατος | oxygen supply from the water surface |
υδατοδεξαμενή για γέμισμα ελικοπτέρου σε μετέωρη πτήση | hoverfill tank |
Υπηρεσία εντοπισμού πληροφοριών για το περιβάλλον σε παγκόσμια κλίμακα | Global Environmental Information Locator Service |
υποδιαίρεση σε ζώνες | zoning Designation and reservation under a master plan of land use for light and heavy industry, dwellings, offices, and other buildings; use is enforced by restrictions on types of buildings in each zone |
υποδιαίρεση σε ζώνες | industrial zoning A system of land use planning that forms zones or boundaries to be used only by manufacturing or business enterprises |
υποδοχέας απορριμμάτων σε σταθμό μεταφόρτωσης | tipping floor |
φορτίο σε οργανικές ύλες | organic matter content |
χημική ουσία που υπόκειται σε αυστηρούς περιορισμούς | severely restricted chemical |
χημική ουσία υποκείμενη σε κοινοποίηση | chemical subject to notification |
χρήση ουσίας που συνεπάγεται έκθεση του ευρύτερου κοινού σε αυτή | wide dispersive use |
χρωστική ουσία που επιτρέπεται να χρησιμοποιείται σε τρόφιμα | colouring matter authorised for use in foodstuffs intended for human consumption |
χωρητικότητα του νερού σε φορτίο ρύπανσης | pollution load capacity of water |
χωρισμός διαίρεση σε τεταρτημόρια | quartering The act of dismembering the carcass of an animal with the production of organic waste which if improperly disposed cause problems of pollution and fawl smells |
ύλη υποκείμενη σε σήψη | putrescible matter |