Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Natural sciences
containing
μύκητες
|
all forms
Greek
English
ασθένεια η οποία οφείλεται στον
μύκητα
mycogone perniciosa
mycogone gill mildew
(nosogenum: Mycogone perniciosa)
δένδρον-ξενιστής πλευρωτών
μυκήτων
conky
εμβόλιο
μύκητα
spawn
επιβλαβής
μύκητας
weed mould
θερμόφιλος
μύκητας
thermophilic fungus
κίτρινος
μύκητας
yellow mould
κίτρινος
μύκητας
mat disease
καστανός χρωματισμός σομφού εκ
μυκήτων
fungus brown-stain
καστανός χρωματισμός σομφού εκ
μυκήτων
fungous brown-stain
καστανός χρωματισμός σομφού εκ
μυκήτων
chocolate-brown stain
καστανός χρωματισμός σομφού εκ
μυκήτων
coffee-brown stain
καστανός χρωματισμός σομφού εκ
μυκήτων
brown stain
καταπολέμηση
μυκήτων
fungi control
καταπολέμηση των
μυκήτων
fungi control
καφέ κηλίδες οι οποίες οφείλονται στον
μύκητα
cephalosporium
cephalosporium brown blotch
(Cephalosporium spp.)
μαυρισμένη ζώνη λόγω προσβολής από
μύκητες
black zone
μαυρισμένη ζώνη λόγω προσβολής από
μύκητες
pencil line
μαυρισμένη ζώνη λόγω προσβολής από
μύκητες
zone line
μαυρισμένη ζώνη λόγω προσβολής από
μύκητες
pencilling
μαυρισμένη ζώνη λόγω προσβολής από
μύκητες
black line
μύκητας
-δείκτης
indicator mould
μύκητες
αποβλήτων
sewage fungus
προσβολή εκ
μυκήτων
υπό την επίδρασιν χιόνος
snow mould
προσβολή εκ
μυκήτων
υπό την επίδρασιν χιόνος
snow blight
προστασία κατά των
μυκήτων
fungi control
πόρος του ασκού
μυκήτων
διά του οποίου ελευθερώνονται τα περιθήκια
ostiole
σήψη από
μύκητες
fungal rot
υποκίτρινος
μύκητας
yellowish mould
Get short URL