DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Economy containing μπορώ | all forms
GreekEnglish
αγαθά πάγιου κεφαλαίου που μπορεί να αναπαραχθούνreproducible fixed capital goods
αποτιμήσεις σε τιμές που μπορεί να παρατηρηθούν άμεσαvaluation at prices which can be observed directly
επιδότηση για την οποία δεν μπορεί να ζητηθεί έννομη προστασίαnon-actionable subsidy
στοιχείο που μπορεί να θεωρηθεί ανταπόδοση από το μέρος του δικαιούχουcounterpart from the beneficiary,but not simultaneous
τιμές που μπορεί να παρατηρηθούν άμεσαprices which can be observed directly
τιμή που δεν μπορεί να προσδιοριστεί εύκολαidentifiable price
τυχαίες ζημίες που μπορούν να καλυφθούν ασφαλιστικάprovision for accidental damage
υπηρεσίες που μπορεί να είναι εμπορεύσιμες και μη εμπορεύσιμεςservices supplied on a market or a non-market basis
χρηματοπιστωτικές απαιτήσεις που μπορεί να χρησιμοποιηθούν αυτόματαassets automatically acceptable
χρονική στιγμή που μπορεί να απαιτηθεί η πληρωμήtime payment can be demanded