Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Bulgarian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Spanish
Terms
for subject
Transport
containing
διέλευση
|
all forms
Greek
English
απαγορευμένη
διέλευση
no thoroughfare
απαγορεύεται η
διέλευση
από τις ράχες διαλογής
wagon not to be hump-shunted
απαγορεύεται η
διέλευση
από τις ράχες διαλογής
not to be hump-shunted
αρχιπελαγική
διέλευση
archipelagic sea lanes passage
αστική οδική
διέλευση
urban connector
αστική οδική
διέλευση
cross-town link
διέλευση
αλλαγής από πτέρνης
to
trail the point
διέλευση
αλλαγής από πτέρνης
to
pass the point trailing
διέλευση
αλλαγής κατ'αιχμή
to
run over the facing point
διέλευση
αλλαγής κατ'αιχμή
to
pass the point facing
διέλευση
από τα αεροδρόμια
airport transit
διέλευση
από τον πύργο ελέγχου
control tower flyover
διέλευση
εφόρμησης
attack run
διέλευση
μεταξύ δύο πτήσεων
transit
διέλευση
μεταξύ δύο πτήσεων
through-flight
διέλευση
συσκευής γραμμής
crossing over points
διέλευση
των συνόρων
crossing of frontiers
διέλευση
των συνόρων
crossing of borders
διέλευση
υπεράνω
overflight
διέλευση
υπεράνω
over-flight
διαμετακομιστική
διέλευση
transit journey
επιθεώρηση κατά τη
διέλευση
inspection when running
επιτρέπω τη
διέλευση
αμαξοστοιχίας
to
pass a train through
κατατομή αναφοράς για ελεύθερη
διέλευση
free passage reference profile
σταθμός επιθεώρησης των βαγονιών κατά τη
διέλευση
observation cabin for the inspection of moving wagons
συνιστώμενη
διέλευση
recommended passage
χαντάκι για τη
διέλευση
ηλεκτρικού καλωδίου
electric cable conduit
χαντάκι για τη
διέλευση
ηλεκτρικού καλωδίου
electric cable pit
χαντάκι για τη
διέλευση
ηλεκτρικού καλωδίου
troughing
χαντάκι για τη
διέλευση
ηλεκτρικού καλωδίου
conduit
χαντάκι για τη
διέλευση
ηλεκτρικού καλωδίου
cable trough
χαντάκι για τη
διέλευση
ηλεκτρικού καλωδίου
cable channel
Get short URL