Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Chinese
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Spanish
Terms
for subject
Life sciences
containing
βάση
|
all forms
Greek
English
αζιμούθιο υπολογισμένο
βάση
ύψους
altitude azimuth
βάση
ανάρτησης θεοδόλιχου από τις κατακόρυφες παρειές
wall support
βάση
βαρόμετρου
base barometer
βάση
για γεωδαισία
baseline
βάση
για χωροσταθμικό πήχυ
tripod for staves
βάση
ελέγχου
field comparator
βάση
ελέγχου
comparator base
βάση
επίστρωσης
coating base
βάση
στήριξης σταδίας
rod support
βάση
στήριξης σταδίας
foot of staff
βοηθητική
βάση
auxiliary base
γεγονός που καθορίζει τη
βάση
αναφοράς του σχεδιασμού
design basis event
ισημερινή
βάση
equatorial stand
σχεδιασμός με
βάση
αναφοράς τις δονήσεις του εδάφους
design basis vibratory ground motion
σχεδιασμός με
βάση
αναφοράς τις κινήσεις του εδάφους
design basis ground motions
σωληνωτή
βάση
tubular base
τοπογραφική
βάση
χάρτου
topographic base
τοπογραφική
βάση
χάρτου
chart base
Get short URL