DictionaryForumContacts

   Italian
Terms for subject Insurance containing danno | all forms | exact matches only
ItalianGreek
accordo internazionale sulla responsabilità civile per i danni d'inquinamento causato da idrocarburiδιεθνής σύμβαση για τον καταλογισμό ευθύνης στους πλοιοκτήτες για μόλυνση της θάλασσας από πετρέλαιο
accordo piccoli danniσχέδιο κοινοπραξίας
base danni denunciatiμε βάση τις καθορισμένες απαιτήσεις
clausola approporzionamento danniσυμφωνία δύο ασφαλιστικών εταιριών για το διακανονισμό ζημιών ασφαλισμένων τους
clausola controllo danniρήτρα ελέγχου του αντεράιτινγκ και των αποζημιώσεων από τον αντασφαλιστή
clausola cooperazione danniρήτρα συνεργασίας ασφαλιστή και αντασφαλιστή σε περίπτωση ύπαρξης ζημιάς
commissario d'avaria autorizzato alla liquidazione danniεξουσιοδοτημένος από την ασφαλιστική εταιρία πράκτορας για διακανονισμό και πληρωμή αποζημίωσης
copertura danni da sprinklerασφάλιση συστημάτων καταιονισμού
copertura danni da sprinklerασφάλιση σπρίνκλερς
danno accidentaleξαφνική και απρόβλεπτη ζημία
danno da fumoζημία από καπνό
danno da terremotoζημιά από σεισμική δόνηση
danno fisico accidentale a personaτυχαία σωματική βλάβη
danno improvviso e imprevistoξαφνική και απρόβλεπτη ζημία
danno indirettoεπακόλουθη ζημιά
danno irreparabileανεπανόρθωτη ζημιά
danno netto del ricuperoζημία διάσωσης
danno per cassaάμεση πληρωμή μεγάλης ζημιάς
danno sentimentaleσυναισθηματική ζημία
eccesso di danniτεχνικό έλλειμμα των ασφαλιστικών πληρωμών λόγω ζημιών
eccesso di danniτεχνικό έλλειμμα
indennizzo di assicurazione contro i danniαποζημιώσεις ασφαλειών ατυχημάτων
liquidatore danniδιακανονιστής ζημιών γενικών κλάδων
liquidatore danniπραγματογνώμων
liquidazione dei danniεκτίμηση της ζημίας
liquidazione dei danniδιακανονισμός ζημιών
massimo danno possibileμέγιστη πιθανή ζημιά
massimo danno probabileυπολογισθείσα μέγιστη ζημιά
massimo danno probabileπιθανή μέγιστη ζημιά
obbligo per l'assicurato di fare quanto ragionevolmente possibile per evitare un dannoρήτρα λογικών προστατευτικών μέτρων
organismi di assicurazione a fini di lucro del ramo-vita e dei rami danniκερδοσκοπικές ασφάλειες ζωής και ασφάλειες ατυχημάτων
persona autorizzata a dare coperturaπράκτορας εξουσιοδοτημένος να παράσχει κάλυψη για λογαριασμό του ασφαλιστή
prova del dannoαπόδειξη ζημίας
richiesta di danno per cassaαπαίτηση χρημάτων
richiesta di danno per cassaάμεση πληρωμή μεγάλης ζημιάς
risarcimento del dannoαποκατάσταση της ζημίας
sviluppo del danno nel tempoδιορθωτική εκτίμηση για αρχική πρόβλεψη ύψους ζημιάς
ufficio danniγραφείο διακανονισμού ζημιών για λογαριασμό ομάδας ασφαλιστών
velocità di liquidazione danniισοτιμία νομίσματος για τον οριστικό διακανονισμό της ζημιάς