Subject | Portuguese | Greek |
transp. | alavanca das mudanças | μοχλός αναστροφής πορείας |
transp., tech., mech.eng. | alavanca das mudanças | μοχλός ταχυτήτων |
transp. | alavanca das mudanças | μοχλός αλλαγής πορείας |
el. | andar de mudança de frequência | στάδιο συχνοτικής μετατροπής |
commun., IT | anunciador de mudança de número | αγγελτήρας αλλαγής αριθμού τηλεφώνου |
el. | análise da mudança da segurança do sistema | ανάλυση μεταβολής ασφαλείας λογισμικού |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | αλλαγή τροχιάς |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | αλλαγή πορείας |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | αλλαγή γραμμής |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | τροχιά αλλαγής κατεύθυνσης |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | λοστός |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | κλειδί σιδηροδρομικής γραμμής |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | διακλάδωση |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | βελόνη |
transp., tech., construct. | aparelho de mudança de via | ψαλίδι σιδηροδρομικής γραμμής |
transp., tech. | aparelho de mudança de via comum | απλή διασταύρωση |
mater.sc., el. | armazenamento por mudança de fase | αποθήκευση με αλλαγή φάσεως |
econ. | Aumentar o impacto da política de desenvolvimento da UE: uma Agenda para a Mudança | Αύξηση του αντίκτυπου της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ: ένα πρόγραμμα δράσης για αλλαγή |
mech.eng. | biela de mudança de passo da pá | ράβδος μεταβολής βήματος πτερυγίου |
mech.eng. | botão de mudança de campo | χειρολαβή αλλαγής πεδίου |
mech.eng. | botão de mudança de campo | χειριστήριο αλλαγής πεδίου |
mech.eng. | bucha de mudança rápida | σφιγκτήρας ταχείας αλλαγής |
transp., mech.eng. | caixa de mudança de regime | κιβώτιο αλλαγής φάσης πέδησης |
tech., industr., construct. | canela de tear automático com mudança de canelas | μασούρι υφαδιού για αυτόματους αργαλειούς |
lab.law. | carregador-mudanças | μεταφορέας επίπλων |
transp. | carro de mudança | αυτοκίνητο μετακόμισης |
industr., construct., chem. | cartucho de mudança rápida | Mηχανισμός αλλαγής στομίου /I.S. |
tech., industr., construct. | cartão de mudança | κάρτα αλλαγής |
tech., law, el. | chave de mudança de geração | δείκτης αναλογίας ανάληψης φορτίου από μονάδες συνδεδεμένες στον ίδιο ζυγό |
mech.eng. | comando de mudança de passo | γωνιομοχλός αλλαγής βήματος σχήματος Τ |
Braz., comp., MS | comitê de aconselhamento sobre mudanças | συμβουλευτική επιτροπή αλλαγών |
transp., mil., grnd.forc., ecol. | comportamento de mudanças de velocidades | τρόπος αλλαγής ταχυτήτων |
environ., UN | Convenção Quadro das Nações Unidas sobre Mudança do Clima | σύμβαση-πλαίσιο για τις κλιματικές μεταβολές |
environ., UN | Convenção Quadro das Nações Unidas sobre Mudança do Clima | Σύμβαση-Πλαίσιο σχετικά με τις κλιματολογικές μεταβολές |
environ., UN | Convenção Quadro das Nações Unidas sobre Mudanças Climáticas | Σύμβαση-Πλαίσιο σχετικά με τις κλιματολογικές μεταβολές |
environ., UN | Convenção Quadro das Nações Unidas sobre Mudanças Climáticas | σύμβαση-πλαίσιο για τις κλιματικές μεταβολές |
nat.sc., environ. | convenção sobre a mudança climática global | Σύμβαση για τη μεταβολή του κλίματος του πλανήτη |
environ. | Convenção-Quadro das Nações Unidas sobre Mudança do Clima | Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή |
environ. | Convenção-Quadro das Nações Unidas sobre Mudança do Clima | Σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές |
transp., mil., grnd.forc. | cota de livre passagem nos aparelhos de mudança de via | εύρος διέλευσης τροχού σε αλλαγές τροχιάς |
transp., mil., grnd.forc. | cota de livre passagem nos aparelhos de mudança de via | διάκενο διέλευσης τροχών σε αλλαγές τροχιάς |
transp. | cruzeta de mudança de passo | πολύποδας αλλαγής βήματος |
transp. | cruzeta de mudança de passo | διάταξη αλλαγής βήματος τύπου αράχνης |
IT | código de mudança de linha | κωδικός τροφοδότησης γραμμής |
IT | código de mudança de linha | κωδικός αλλαγής γραμμής |
stat. | delineamento de dupla mudança | μεταπτωτικός σχεδιασμός |
unions. | despesas de mudança de residência | Έξoδα μετακoμίσεως |
fin., lab.law. | despesas de mudança de residência | έξοδα μετακομίσεως |
lab.law. | despesas relacionadas com a mudança dos empregados | δαπάνες μετάταξης προσωπικού |
IT, earth.sc. | disco que pode ser reescrito por mudança de fase | δίσκος που μπορεί να επανεγγραφεί με αλλαγή φάσης |
IT | disco ótico que pode ser reescrito por mudança de fase | οπτικός δίσκος που μπορεί να επανεγγραφεί με αλλαγή φάσης |
tech., industr., construct. | dispositivo automático de mudança do enrolamento | μηχανισμός αυτόματης ανύψωσης |
tech., industr., construct. | dispositivo automático de mudança do enrolamento | αυτόματο ντόφερ |
el. | dispositivo automático para mudança de discos | μηχανισμός αλλαγής δίσκων |
mater.sc. | dispositivo de mudança de formato | μέρη αλλαγής μεγέθους |
tech., industr., construct. | dispositivo de mudança de posição de curso | μηχανισμός εγκάρσιας μετατόπισης |
mech.eng. | dispositivo de mudança de rodas | εξοπλισμός αντικατάστασης τροχών |
mech.eng. | dispositivo de mudança de velocidade | μηχανισμός αλλαγής ταχύτητας |
mech.eng. | dispositivo de mudança de velocidade | διάταξη αλλαγής ταχύτητας |
mech.eng. | dispositivo de mudança de velocidades | διάταξη αλλαγής ταχυτήτων |
mech.eng. | eixo de mudança de passo | άξονας μεταβολής βήματος πτερυγίου στροφείου ελικοπτέρου |
mech.eng. | eixo de mudança de passo | άξονας μεταβολής βήματος |
tax., transp. | encargos de mudança de destino | επιβάρυνση για αλλαγή προορισμού |
industr., construct. | ensaio destinado a medir as mudanças de dimensões dos tecidos | δοκιμή που προορίζεται για τη μέτρηση των αλλαγών των διαστάσεων στα υφάσματα |
comp., MS | estado de mudança de nome forçada | κατάσταση υποχρεωτικής μετονομασίας |
transp. | estação de mudança de bitola | σταθμός επαφής γραμμών διαφορετικού εύρους |
transp. | estação de mudança de bitola | σταθμός αλλαγής εύρους γραμμής |
transp. | estação de mudança de locomotivas | σταθμός αλλαγής μηχανών |
stat. | estimador do ponto de mudança | εκτιμητής σημείου αλλαγής |
astronaut., transp. | fase inicial de mudança de órbita | αδρανειακός θαλαμίσκος αλλαγής τροχιάς |
fin. | Fundação Internacional para o Desenvolvimento do Mercado de Capitais e da Mudança de Propriedade na República da Polónia | διεθνές ίδρυμα για την ανάπτυξη της αγοράς κεφαλαίου και την αλλαγή ιδιοκτησίας στη δημοκρατία της Πολωνίας |
comp., MS | gestão da mudança | διαχείριση αλλαγών |
stat., scient. | hipótese alternativa de mudança de posicionamento | εναλλακτική υπόθεση μετατόπισης θέσης |
lab.law. | indemnização por mudança | επίδομα μετακόμισης |
lab.law. | indemnização por mudança | αποζημίωση μετακόμισης |
lab.law. | indemnização por mudança de residência | αποζημίωση αλλαγής κατοικίας |
transp. | indicador de mudança de direção | ενδείκτης προσεχούς κατεύθυνσης |
transp., industr. | indicador de mudança de direção | φώτα αλλαγής κατευθύνσεως |
transp., mil., grnd.forc. | indicador de mudança de direção | φλας |
transp., industr. | indicador de mudança de direção | φανός δείκτης κατεύθυνσης |
transp., industr. | indicador de mudança de direção | δείκτης πορείας |
transp., mil., grnd.forc. | indicador de mudança de direção | ενδείκτης κατεύθυνσης |
el. | indicador de mudança de direção com braço ou seta móveis | δείκτης αλλαγής κατεύθυνσης με βραχίονες και κινητά βέλη |
el. | indicação de mudança de derivação em curso | ενδείκτης μεταγωγέα εν λειτουργία |
nucl.phys., mech.eng. | injeção de material a mudança de fase nos blocos de betão | έγχυση υλικού αλλαγής φάσεως σε κύβους σκυροδέματος |
transp. | instalação de mudança de bitola | εγκατάσταση αλλαγής εύρους γραμμής |
transp. | intermitência síncrona das luzes indicadoras de mudança de direção | ταυτόχρονη αναβόσβεση των φανών-δεικτών πορείας |
el. | intermitência síncrona das luzes indicadoras de mudança de direção | ταυτόχρονη αναβόσβεση των φανών-δεικτών πορείας |
mech.eng., construct. | interruptor de mudança de velocidade de emergência | διακόπτης ελέγχου επιβραδύνσεως |
mech.eng., construct. | início de mudança de velocidade | αρχή επιβραδύνσεως |
transp., industr. | luz indicadora de mudança de direção | φώτα αλλαγής κατευθύνσεως |
transp., industr. | luz indicadora de mudança de direção | δείκτης πορείας |
transp., mil., grnd.forc., el. | luz indicadora de mudança de direção | φως που αναβοσβύνει ρυθμικά |
transp., mil., grnd.forc., el. | luz indicadora de mudança de direção | φανός-δείκτης πορείας |
transp., mil., grnd.forc., el. | luz indicadora de mudança de direção | φως ένδειξης αλλαγής κατεύθυνσης |
transp., mil., grnd.forc., el. | luz indicadora de mudança de direção | φλας |
transp., mil., grnd.forc., el. | luz indicadora de mudança de direção | φως αλλαγής πορείας |
transp., mil., grnd.forc., el. | luz indicadora de mudança de direção | φανός δείκτης κατεύθυνσης |
mech.eng. | macaco de mudança de roda | γρύλος αντικατάστασης τροχού |
mech.eng. | mandril de mudança rápida | σφιγκτήρας ταχείας αλλαγής |
phys.sc., el. | material a mudança de fase | υλικό με αλλαγή φάσεως |
tech. | material a mudança de fase | υλικό με αλλαγή φάσης |
met. | maçarico de caudal variável regulável pela mudança de injetor | καυστήρας συγκολλήσεως με εναλλάξιμα ακροφύσια |
met. | maçarico de caudal variável regulável pela mudança de injetor | καυστήρας συγκολλήσεως με ρύθμιση πιέσεως |
industr., construct., chem. | mecanismo de mudança de tomada | Mηχανισμός αλλαγής φορτίουμετασχηματιστής |
mech.eng. | mecanismo de mudança de velocidade | διάταξη αλλαγής ταχύτητας |
mech.eng. | mecanismo de mudança de velocidade | μηχανισμός αλλαγής ταχύτητας |
IT, dat.proc. | memória de mudança de estado | μνήμη αλλαγής κατάστασης |
fin. | Ministério da Mudança de Propriedade | Υπουργείο Μετατροπής της Κυριότητας |
fin. | Ministério da Mudança de Propriedade | υπουργείο αλλαγών ιδιοκτησίας |
stat. | modelos de ponto de mudança | πρότυπα σημείου αλλαγής |
math. | modelos de ponto de mudança | πρότυπα σημείου αλλαγής |
mech.eng. | motor de mudança rápida | κινητήρας QEC |
mech.eng. | motor de mudança rápida | ειδικά εξοπλισμένος βασικός κινητήρας |
mech.eng. | motor de mudança rápida | βασικός κινητήρας με τυποποιημένο εξοπλισμό |
med. | mudança antigénica | αντιγονική εκτροπή |
med. | mudança antigénica | αντιγονική μετάπτωση |
med. | mudança antigénica | αντιγονική μετάλλαξη |
med., health., anim.husb. | mudança antigénica | αντιγονική διολίσθηση |
chem. | mudança automática de bobinas | αυτόματη αλλαγή μπομπινών |
industr., construct. | mudança automática de potes | αλλαγή δοχείων κλωστηρίου |
life.sc. | mudança brusca do vento | αλλαγή ανέμου |
life.sc. | mudança brusca na direção do vento | άλμα ανέμου |
lab.law. | mudança brutal de claro-escuro | απότομη αλλαγή της διαφάνειας |
gen. | mudança climática antropogénica | ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή |
gen. | mudança climática natural | φυσική κλιματική μεταβολή |
law | mudança da forma jurídica | νομική μεταβολή |
tech., industr., construct. | mudança da origem do vaivém de um retorcedor ascendente | διαδρομή αδελφωτικής και στριπτικής μηχανής |
earth.sc. | mudança de absorvente | αντικατάσταση απορροφητού |
comp., MS | mudança de aplicação | μετάβαση σε εφαρμογή |
account. | mudança de base | αλλαγή βάσης |
transp., avia. | mudança de bitola | αλλαγή αεροσκάφους, αλλαγή μεγέθους του αεροσκάφους |
industr., construct., chem. | mudança de bobina | Aλλαγή κουβαριού |
law | mudança de cargo | μετάταξη |
lab.law. | mudança de categoria | αλλαγή βαθμού |
met. | mudança de cilindro | αλλαγή κυλίνδρου |
transp. | mudança de classe | αλλαγή θέσης |
transp. | mudança de coloração | αλλαγή απόχρωσης |
IT, dat.proc. | mudança de coluna incondicional | διακοπή στήλης χωρίς συνθήκη |
industr., construct., chem. | mudança de composição | Aλλαγή συνθέσεως μίγματος |
transp. | mudança de declive | αλλαγή κλίσης |
transp., mech.eng. | mudança de direção | μεταβολή κατεύθυνσης |
transp., mech.eng. | mudança de direção | αλλαγή κατεύθυνσης |
social.sc. | mudança de domicílio | αλλαγή κατοικίας |
law, lab.law. | mudança de emprego | αλλαγή εργασίας |
law, lab.law. | mudança de emprego | αλλαγή θέσης εργασίας |
phys.sc. | mudança de estado | μετατροπή φάσης |
phys.sc. | mudança de estado | μεταβολή καταστάσεως |
phys.sc. | mudança de estado | μεταβολή κατάστασης |
earth.sc., el. | mudança de estado irreversível | μη αντιστρεπτή μεταβολή κατάστασης |
earth.sc., el. | mudança de estado reversível | αντιστρεπτή μεταβολή κατάστασης |
earth.sc., el. | mudança de fase | αλλαγή φάσεως |
gen. | mudança de fase alfa-beta | αλλαγή φάσεως β-α |
earth.sc., el. | mudança de fase sólido-sólido | μεταβολή φάσεως στερεού-στερεού |
agric. | mudança de folha | αλλαγή αγροτεμαχίου |
el. | mudança de frequência heteródina | ετερόδυνη αλλαγή συχνότητας |
law, lab.law. | mudança de funções | μετάταξη δημοσίου υπαλλήλου |
transp. | mudança de horários | μετατόπιση δρομολογίων |
transp. | mudança de itinerário | αλλαγή δρομολογίου |
transp. | mudança de itinerário | αλλαγή διαδρομής |
IT, dat.proc. | mudança de linha invertida | ανάστροφη τροφοδότηση γραμμής |
industr., construct. | mudança de mandril | αλλαγή τυμπάνου συλλογής |
mech.eng. | mudança de marcha | αλλαγή ταχύτητας |
mech.eng. | mudança de marcha | αλλαγή κίνησης |
agric. | mudança de maré | μεταβολή της παλίρροιας |
social.sc. | mudança de morada | αλλαγή κατοικίας |
mech.eng. | mudança de motor | κινητήρας εξοπλισμένος με παρελκόμενα |
med. | mudança de médico | αλλαγή οικογενειακού ιατρού |
proced.law. | mudança de nome | αλλαγή κυρίου ονόματος |
proced.law. | mudança de nome | μεταβολή κυρίου ονόματος |
industr., construct., chem. | mudança de novelo | Aλλαγή κουβαριού |
commun., IT | mudança de número | αλλαγή αριθμού |
law, lab.law. | mudança de ofício | αλλαγή του είδους εργασίας |
agric. | mudança de parcela | αλλαγή αγροτεμαχίου |
fin. | mudança de paridade | μεταβολή ισοτιμίας |
law | mudança de partner numa partnership | αλλαγή εταίρου προσωπικής εταιρείας |
transp., nautic. | mudança de pavilhão | μετανηολόγηση |
earth.sc., transp. | mudança de polaridade de gerador de par magnético em cada quarto de órbita | αλλαγή πολικότητας της γεννήτριας μαγνητικού ζεύγους ανά τεταρτημόριο της τροχιάς |
el. | mudança de porta | αλλαγή θύρας |
el. | mudança de porto | αλλαγή θύρας |
fin., polit. | mudança de posição pautal | αλλαγή δασμολογικής κλάσης |
commun. | mudança de potência | αλλαγή στάθμης ισχύος |
econ., commer. | mudança de propriedade | σημείο μεταφοράς αρμοδιότητας |
law | mudança de proprietário | μεταβίβαση της ιδιοκτησίας |
law | mudança de proprietário | αλλαγή ιδιοκήτη |
IT, dat.proc. | mudança de página condicional | διακοπή σελίδας υπό συνθήκη |
IT, dat.proc. | mudança de página incondicional | διακοπή σελίδας χωρίς συνθήκη |
industr., construct. | mudança de ramo de fábricas | εγκατάλειψη εργοστασίων |
forestr. | mudança de regime | εναλλαγή,μετασχηματισμός,μεταστροφή |
agric. | mudança de regime alimentar | αλλαγή σιτηρεσίου |
agric. | mudança de regime alimentar | αλλαγή διαίτης |
econ. | mudança de regime político | αλλαγή πολιτικού καθεστώτος |
lab.law., mater.sc. | mudança de residência | αλλαγή υπηρεσιακής έδρας |
lab.law., mater.sc. | mudança de residência | αλλαγή έδρας στην υπηρεσία |
law | mudança de residência | αλλαγή της διαμονής |
gov. | mudança de residência do funcionário | μετακόμιση του υπαλλήλου |
transp., construct. | mudança de secção | τμήμα συναρμογής |
mech.eng. | mudança de sentido por correia | αναστρέφουσα ιμαντοκίνηση |
h.rghts.act., med., psychol. | mudança de sexo | επαναπροσδιορισμός φύλου |
earth.sc. | mudança de tipo de onda | μεταβολή των κυμάτων |
earth.sc. | mudança de tipo de onda | μεταβολή του είδους των κυμάτων |
law | mudança de titular de registo | αλλαγή δικαιούχου της καταχωρήσεως |
el. | mudança de tomadas | αλλαγή λήψεων |
IT | mudança de transposição | αλλαγή αντιμεταθέσεων |
chem. | mudança de velocidade | γρανάζια μετάδοσης κίνησης |
transp., mech.eng. | mudança de velocidade | μηχανισμός αλλαγής ταχύτητας |
transp., mech.eng. | mudança de velocidade | αλλαγή ταχύτητας |
mech.eng. | mudança de velocidade | αλλαγή κίνησης |
chem. | mudança de velocidade | αλλαγή ταχυτήτων |
transp. | mudança de velocidades | μηχανισμός αλλαγής ταχυτήτωνποδήλατα |
commun., transp. | mudança de via | έξοδος από γραμμή οχημάτων |
met. | mudança de via | αλλαγή τροχιάς |
IT, transp. | mudança de via com comando de bordo | παθητικός αυτοματισμός κλειδιού |
transp., construct. | mudança de via com comando lateral | ενεργός αυτοματισμός κλειδιού |
mech.eng. | mudança de óleo | αλλαγή λαδιού |
commun. | mudança do encaminhamento em função da hora | δρομολόγηση ανάλογα με την ώρα |
industr., construct. | mudança do jogo | αλλαγή μπομπίνας |
gen. | mudança do subconjunto gás de cobertura | αντικατάστασις στοιχείων υλικού αναπαραγωγής |
environ. | mudança do uso do solo | αλλαγή της χρήσης της γής |
industr., construct., mech.eng. | mudança dos pneus | αλλαγή ελαστικών |
environ. | mudança ecológica | περιβαλλοντική μεταβολή |
comp., MS | mudança entre aplicações | εναλλαγή εφαρμογών |
industr., construct., chem. | mudança escalonada da composição | Mεταβατικό μίγμα |
commun. | mudança física | φυσική αλλαγή |
mech.eng. | mudança na espessura da carcaça recipiente | μεταβολή του πάχους του κελύφους δοχείου |
gen. | mudança no refrigerante | αντικατάστασις του ψυκτικού μέσου |
comp., MS | mudança por compatibilidade | εναλλαγή συμβατότητας |
commun. | mudança recente | αλλαγή εν λειτουργία |
comp., MS | Mudança Rápida de Utilizador | γρήγορη εναλλαγή χρηστών |
econ. | mudança social | κοινωνική αλλαγή |
social.sc. | mudança social | κοινωνική μεταβολή |
environ. | mudança tecnológica | τεχνολογική μεταβολή |
econ. | mudança tecnológica | τεχνολογική αλλαγή |
med. | mudança transmissível da posição dos genes | κληρονομήσιμη μετατόπιση γονιδίων |
med. | mudança transmissível da posição dos genes | κληρονομική αντιμετάθεση |
stat. | mudanças estruturais | δομικές αλλαγές |
stat. | mudanças alterações múltiplas | πολλαπλάσιες αλλαγές |
fin. | mudanças simultâneas | ταυτόχρονη και προς την ίδια κατεύθυνση μεταβολή της ισοτιμίας |
med., life.sc. | Mutagénio por mudança da matriz de leitura | μεταλλαξογόνα μετατόπισης του πλαισίου ανάγνωσης |
med. | nistagmo de mudança de posição | νυσταγμός αλλαγής θέσεως |
unions. | Observatório da Mudança | παρατηρητήριο των αλλαγών |
unions. | Observatório Europeu da Mudança | Ευρωπαϊκό παρατηρητήριο της αλλαγής |
comp., MS | Online – Conteúdo Passível de Mudança | Η ηλεκτρονική εμπειρία – μπορεί να αλλάξει |
earth.sc., el. | operação de mudança de derivações | λειτουργία μεταγωγής λήψεων |
UN | Painel de Alto Nível sobre as Ameaças, os Desafios e a Mudança | Ομάδα Υψηλού Επιπέδου για τις απειλές, τις προκλήσεις και την αλλαγή |
mech.eng. | parafuso de mudança de marcha | κοχλίας αναστροφής της κίνησης |
mech.eng. | parafuso de mudança de marcha | κοχλίας αλλαγής της κίνησης |
lab.law. | participação direta na mudança organizacional | άμεση συμμετοχή στην οργανωτική μεταβολή |
earth.sc., mech.eng. | perda por mudança de direção | απώλεια από αλλαγή διεύθυνσης |
mech.eng. | placa de colocação flexível da caixa de mudanças principal | εύκαμπτη πλάκα στήριξης κυρίου κιβωτίου μετάδοσης κίνησης |
transp. | placa de comando de mudança de passo | δίσκος ελέγχου βήματος στροφείου ουράς |
agric., met. | ponto crítico com mudança de fase | σημείο μετασχηματισμού |
agric., met. | ponto crítico com mudança de fase | σημείο απελευθέρωσης θερμότητας |
agric., met. | ponto crítico com mudança de fase | σημείο αναστροφής |
agric., met. | ponto crítico com mudança de fase | κρίσιμο σημείο |
agric., met. | ponto crítico com mudança de fase | κρίσιμο σημείο αλλαγής φάσης |
agric., met. | ponto crítico com mudança de fase | θερμοκρασία μετασχηματισμού |
Braz., math. | ponto de mudança | σημείο καμπής |
stat. | ponto de mudança | σημείο σπασιμάτων |
stat. | ponto de mudança | σημείο καμπής (bra) |
gen. | ponto de mudança | σημείο αλλαγής |
energ.ind. | ponto de mudança de escalão | σημείο αλλαγής βαθμίδας |
stat., scient. | ponto de mudança de sinal | μετάβαση σε τιμές κάτω του μέσου |
transp., mech.eng. | ponto de mudança de velocidade | σημείο αλλαγής σχέσεως του κιβωτίου ταχυτήτων |
mech.eng. | porta-ferramentas de mudança rápida | εργαλειοδέτης ταχείας αλλαγής |
math. | problema com pontos de mudança retrospectivo | αναδρομική πρόβλημα σημείο αλλαγής |
stat. | problema do ponto de mudança | πρόβλημα σημείου αλλαγής |
math. | problema do ponto de mudança sequencial | διαδοχικό πρόβλημα σημείο αλλαγής |
sociol., lab.law. | Programa da União Europeia para a Mudança e a Inovação Social | Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την απασχόληση και την κοινωνική καινοτομία |
social.sc., ed. | programa de ação de promoção da inovação em matéria de formação profissional resultante das mudanças tecnológicas na Comunidade Europeia | Πρόγραμμα δράσης στους τομείς των νέων τεχνολογιών και της επαγγελματικής εκπαίδευσης |
social.sc., ed. | programa de ação de promoção da inovação em matéria de formação profissional resultante das mudanças tecnológicas na Comunidade Europeia | Πρόγραμμα για την προώθηση της καινοτομίας στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης που προκύπτει από την τεχνολογική αλλαγή |
econ. | projecto de mudança | σχέδιο αλλαγής |
med. | reação a mudança de clima | αντίδρασις στην αλλαγή του κλίματος |
el. | recetor por mudança de frequência | ετερόδυνος δέκτης |
IT, tech. | registo sem retorno a zero por mudança dos "uns" | εγγραφή με μαγνητική αλλαγή στο 1 |
mech.eng. | regulador térmico por mudança de estado | συσκευή κωδικής παλμικής διαμόρφωσης |
fin. | relatório sobre a gestão da mudança | έκθεση διαχείρισης της αλλαγής |
mater.sc. | resistência às mudanças de temperatura | αντοχή στις μεταβολές της θερμοκρασίας |
mech.eng. | roda de mudança | αφαιρετός οδοντοτροχός |
mech.eng. | roda de mudança | ελεύθερος οδοντοτροχός |
mech.eng. | roda de mudança | αντικαταστάσιμος οδοντοτροχός |
mech.eng. | roda de mudança | οδοντοτροχός αλλαγής ταχύτητας |
mech.eng. | roda de mudança de velocidade | οδοντοτροχός μεταβολής ταχύτητας |
mech.eng. | roda de mudança de velocidade | οδοντοτροχός αλλαγής ταχύτητας |
commun. | sequência de mudança de cor | ακολουθία αλλαγής χρώματος |
mech.eng., el. | serviço contínuo com mudança de velocidade periódica | συνεχής περιοδική λειτουργία με μεταβολές ταχύτητας |
commun. | sinal de mudança para dados | σήμα διαφυγής δεδομένων |
IT | sinalização por mudança de amplitude | σηματοδοσία αλλαγής πλάτους |
IT | sinalização por mudança de frequência | σηματοδοσία αλλαγής συχνότητας |
mech.eng. | solenoide de mudança de velocidade | ηλεκτρονόμος αλλαγής σχέσης μετάδοσης κίνησης |
mech.eng. | solenoide de mudança de velocidade | ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα αλλαγής σχέσης μετάδοσης κίνησης |
insur., lab.law. | subsídio de mudança de domicílio | επίδομα μετοικήσεως |
insur., lab.law. | subsídio de mudança de domicílio | επίδομα αλλαγής κατοικίας |
insur., lab.law. | subsídio de mudança de residência | επίδομα αλλαγής κατοικίας |
insur., lab.law. | subsídio de mudança de residência | επίδομα μετοικήσεως |
transp. | suplemento de mudança de classe | εισιτήριο για αλλαγή θέσης |
industr., construct. | tear com mudança automática de lançadeiras ou de canelas | αυτόματος αργαλειός εναλλαγής των σαϊτών ή των μασουριών |
el. | tempo de mudança | χρόνος μετάπτωσης |
agric. | tempo efetivo da mudança de parcela | πραγματικός χρόνος πτήσης προς άλλο αγροτεμάχιο |
agric. | tempo efetivo da mudança de parcela | πραγματικός χρόνος αλλαγής αγροτεμαχίου |
commun. | transições e mudanças de estado | αλλαγές και μεταβάσεις κατάστασης |
econ. | uma mudança nas fontes de abastecimento | μεταβολή στις πηγές εφοδιασμού |
mech.eng. | unidade de comando da mudança de velocidade | κινητήρια διάταξη ρυθμιζόμενης ταχύτητας |
lab.law. | vestiário para mudança de roupa na zona para descontaminação | αποδυτήρια εντός της περιοχής ραδιενεργού απορρυπάνσεως |
transp., mech.eng. | válvula de mudança de regime | διακόπτης αλλαγής |
transp., mech.eng. | válvula de mudança de regime | βαλβίδα αλλαγής |