DictionaryForumContacts

   Portuguese
Terms for subject Medical containing imobilização | all forms | exact matches only
PortugueseGreek
imobilização do quadrilαποκλεισμός του ισχίου
imobilização em suporte sólidoακινητοποίηση σε στερεό υλικό
imobilização enzimáticaακινητοποίηση ενζύμων
imobilização palpebralβλεφαρόστασις
imobilização palpebralακινητοποίηση των βλεφάρων
imobilização por adsorçãoακινητοποίηση με προσρόφηση
imobilização por inclusãoακινητοποίηση με εγκλωβισμό
imobilização por ligação cruzadaακινητοποίηση σταυροδεσμού
imobilização por união covalenteακινητοποίηση με ομοιοπολικό δεσμό
síndrome de imobilizaçãoσύνδρομο ακινητοποίησης
teste de imobilizaçãoδοκιμασία ακινητοποίησης