Subject | Portuguese | Greek |
gen. | a Alta Autoridade tomará todas as medidas de ordem interna | η Aνωτάτη Aρχή λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο εσωτερικής φύσεως |
gen. | a Comissão assegurará as ligações que considere oportunas com... | η Eπιτροπή διασφαλίζει πρόσφορες σχέσεις με... |
gen. | a Comissão assumirá as responsabilidades que lhe são confiadas pelo presente Tratado | η Eπιτροπή ασκεί τα καθήκοντα που της αναθέτει η παρούσα συνθήκη |
gen. | a compatibilidade do projeto de acordo com as disposições do presente Tratado | η υπό μελέτη συμφωνία συμβιβάζεται με την παρούσα συνθήκη |
agric., met. | a introdução do aço inoxidável em todas as fases do ciclo do leite | είσοδος του ανοξείδωτου χάλυβα σε όλα τα στάδια της γαλακτοπαραγωγής |
gen. | a necessidade de simplificar as formalidades impostos ao comércio | η ανάγκη απλουστεύσεως των επιβαλλομένων στο εμπόριο διατυπώσεων |
gen. | a ordem pela qual as perguntas serão analisadas | η σειρά με την οποία θα εξετασθούν οι ερωτήσεις |
gen. | a referência às propostas, pareceres e consultas recolhidos | αναφορά στις προτάσεις,γνώμες και διαβουλεύσεις που έχουν συλλεγεί |
agric. | acordo ad referendum sobre os citrinos e as massas alimentícias | συμφωνία ad referendum για τα εσπεριδοειδή και τα ζυμαρικά |
gen. | Acordo de Cooperação entre Euratom e o Reino da Noruega relativo à proteção contra as radiações | Συμφωνία συνεργασίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για την ακτινοπροστασία |
gen. | Acordo de Estabilização e de Associação entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a Antiga República Jugoslava da Macedónia, por outro | Συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφ' ενός, και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, αφ' ετέρου |
patents. | Acordo de Nice relativo à Classificação Internacional dos Produtos e Serviços aos quais se aplicam as Marcas de Fábrica ou de Comércio | Συμφωνία της Νίκαιας που αφορά τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώρηση σημάτων |
gen. | Acordo de Parceria e Cooperacão entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a República do Cazaquistão, por outro | Συμφωνία για τη σύναψη εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας του Καζακστάν, αφετέρου |
gen. | Acordo de Parceria e Cooperação entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a Geórgia, por outro | Συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου |
gen. | Acordo de Parceria e Cooperação entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a República da Arménia, por outro | Συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Αρμενίας, αφετέρου |
gen. | Acordo de Parceria e Cooperação entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a República da Bielorrússia, por outro | Συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Λευκορωσίας, αφετέρου |
gen. | Acordo de Parceria e Cooperação que estabelece uma Parceria entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a Federação da Rússia, por outro | Συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας για τη σύναψη εταιρικής σχέσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός και της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αφετέρου |
gen. | Acordo de Parceria e Cooperação que Estabelece uma Parceria entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e o Turquemenistão, por outro | Συμφωνία για τη σύναψη εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Τουρκμενιστάν, αφετέρου |
tax. | Acordo entre a Comunidade Europeia e a Confederação Suíça que prevê medidas equivalentes às previstas na Diretiva 2003/48/CE do Conselho relativa à tributação dos rendimentos da poupança sob a forma de juros | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις |
tax. | Acordo entre a Comunidade Europeia e a República de São Marino que prevê medidas equivalentes às estabelecidas pela Diretiva 2003/48/CE do Conselho relativa à tributação dos rendimentos da poupança sob a forma de juros | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Αγίου Μαρίνου που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις |
tax. | Acordo entre a Comunidade Europeia e o Principado de Andorra que prevê medidas equivalentes às estabelecidas pela Directiva 2003/48/CE do Conselho relativa à tributação dos rendimentos da poupança sob a forma de juros | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις |
gen. | Acordo entre a União Europeia e a Bósnia-Herzegovina sobre as actividades da Missão de Polícia da União Europeia MPUE na Bósnia-Herzegovina | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης Β-Ε όσον αφορά τις δραστηριότητες της αστυνομικής αποστολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΑΕΕ στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη |
gen. | Acordo Euro-Mediterrânico que cria uma Associação entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a República da Tunísia, por outro | Ευρωμεσογειακή συμφωνία που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου |
gen. | Acordo Euro-Mediterrânico que cria uma Associação entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e o Estado de Israel, por outro | Συμφωνία συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Κράτους του Ισραήλ, αφετέρου |
gen. | Acordo Europeu relativo às Marcas Rodoviárias | Ευρωπαϊκή Συμφωνία για τις διαγραμμίσεις των οδών |
agric. | Acordo internacional sobre o azeite e as azeitonas de mesa | Διεθνής Συμφωνία για το Ελαιόλαδο και τισ Επιτραπέζιες Ελιές |
gen. | Acordo Internacional sobre o Azeite e as Azeitonas de Mesa 1986 | Διεθνής Συμφωνία του 1986 για το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές |
gen. | Acordo internacional sobre o azeite e as azeitonas de mesa | Διεθνής συμφωνία για το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές |
gen. | Acordo referente às Encomendas Postais | Ειδική Συμφωνία "περί ταχυδρομικών δεμάτων" |
tech., law, UN | Acordo relativo à Adopção de Prescrições Técnicas Uniformes aplicáveis aos Veículos de Rodas, aos Equipamentos e às Peças susceptíveis de serem montados ou utilizados num Veículo de Rodas e às Condições de Reconhecimento Recíproco das Homologações emitidas em conformidade com essas Prescrições | Συμφωνία σχετικά με την υιοθέτηση ομοιόμορφων τεχνικών προδιαγραφών για τροχοφόρα οχήματα, εξοπλισμό και εξαρτήματα που δύνανται να τοποθετηθούν και/ή να χρησιμοποιηθούν σε τροχοφόρα οχήματα και τις συνθήκες για την αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων που χορηγούνται με βάση τις προδιαγραφές αυτές |
gen. | Acordo relativo às Assinaturas de Jornais e Periódicos | Ειδική Συμφωνία για τις συνδρομές σε εφημερίδες και περιοδικές εκδόσεις |
gen. | Acordo relativo às Cobranças Postais | Ειδική Συμφωνία για τις αξίες προς είσπραξη |
gen. | Acordo sobre as Estações Oceânicas do Atlântico Norte | Συμφωνία για τους ωκεάνιους σταθμούς στον βόρειο Ατλαντικό |
gen. | Acordo sobre as Medidas de Salvaguarda | Συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης |
agric. | acordo sobre as relações mútuas de pesca | συμφωνία σχετικά με τις αμοιβαίες αλιευτικές σχέσεις |
gen. | Adaptação da Mão de Obra às Mutações Industriais | Προσαρμογή του εργατικού δυναμικού στη βιομηχανική αλλαγή |
gen. | adaptação dos trabalhadores e trabalhadoras às mutações industriais | προσαρμογή των εργαζομένων στις μεταβολές της βιομηχανίας |
agric. | adiantamentos às culturas | προκαταβολές για τις εσοδείες |
gen. | admissão às provas escritas | γίνομαι δεκτός στις γραπτές εξετάσεις |
gen. | adotar as disposições adequadas | θεσπίζει τις κατάλληλες διατάξεις |
obs., transp. | Agência de Execução para a Inovação e as Redes | Εκτελεστικός Οργανισμός του Διευρωπαϊκού Δικτύου Μεταφορών |
obs., econ., busin. | Agência de Execução para as Pequenas e Médias Empresas | Εκτελεστικός Οργανισμός για την Ευφυή Ενέργεια |
obs., econ., busin. | Agência de Execução para as Pequenas e Médias Empresas | Εκτελεστικός Οργανισμός για την Ανταγωνιστικότητα και την Καινοτομία |
energ.ind., polit. | Agência Internacional para as Energias Renováveis | Διεθνής Οργανισμός ανανεώσιμων πηγών ενέργειας |
gen. | ajuda de emergência às populações vítimas do conflito | βοήθεια έκτακτης ανάγκης προς τους πληθυσμούς θύματα των συγκρούσεων |
med. | alergia às cenouras | αλλεργία στα καρότα |
med. | alergia às substâncias de contraste radiológico | αλεργία στις σκιαγραφικές ουσίες |
gen. | Aliança Global contra as Alterações Climáticas | συμμαχία όσον αφορά την αλλαγή του κλίματος του πλανήτη |
gen. | Alto Comissário para as minorias | 'Υπατος Αρμοστής για τις Εθνικές Μειονότητες |
tech., industr., construct. | aparelho de medição da resistência acelerada às intempéries | συσκευή μετρήσεως της αντοχής σε συνθήκες περιβάλλοντος |
tax. | apoio fiscal às pequenas empresas | φορολογική ελάφρυνση υπέρ των μικρών επιχειρήσεων |
med. | após as refeições | μετά το γεύμα |
med. | após as refeições | μετά τις σεξουαλικές επαφές |
gen. | as abstenções dos membros presentes ou representados | οι αποχές παρόντων ή αντιπροσωπευομένων μελών |
gen. | as alterações entrarão em vigor | οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ |
gen. | as atribuições que são conferidas pelo Tratado | οι εξουσίες που παρέχονται από τη συνθήκη |
gen. | as categorias de auxílios que ficam dispensadas de tal procedimento | οι κατηγορίες ενισχύσεων που εξαιρούνται από τη διαδικασία αυτή |
agric. | as cercas elétricas servem de cerca provisória às pastagens | οι ηλεκτρικοί φράκτες είναι προσωρινοί φράκτες βοσκοτόπων |
agric. | as charruas de discos são equipadas com discos côncavos montados em dois eixos oblíquos | τα δισκάροτρα είναι εξοπλισμένα με κοίλους δίσκους τοποθετημένους σε δύο πλάγιους άξονες |
agric. | as chocadeiras do tipo campânula para criação de pintainhos são suspensas perto do solo | οι μηχανές πάχυνσης νεοσσών τύπου κώδωνα,αιωρούνται σε μικρή απόσταση από το δάπεδο |
gen. | as condições estão preenchidas | οι προϋποθέσεις πληρούνται |
gen. | as contas de exploração e os balanços das Empresas Comuns | οι λογαριασμοί λειτουργίας και οι ισολογισμοί των κοινών επιχειρήσεων |
gen. | as decisões produzirão efeito mediante tal notificação | οι αποφάσεις αποκτούν ενέργεια με την κοινοποίησή τους |
gen. | as deliberações do Conselho relativas a... | οι αποφάσεις του Συμβουλίου σχετικά με... |
gen. | as deliberações do Conselho são tomadas por maioria dos seus membros | το Συμβούλιο αποφασίζει με την πλειοψηφία των μελών του |
gen. | as derrogações previstas no presente Tratado | οι παρεκκλίσεις που προβλέπονται από την παρούσα συνθήκη |
gen. | as desiguldades entre as diversas regiões | η ανισότης μεταξύ των διαφόρων περιοχών |
gen. | as disposições que tenham incidência direta no funcionamento do mercado comum | οι οδηγίες οι οποίες έχουν άμεση επίπτωση επί της λειτουργίας της κοινής αγοράς |
gen. | as disposições seguintes | οι ακόλουθες διατάξεις |
gen. | as doses máximas permitidas com uma margem de segurança suficiente | οι ανώτατες επιτρεπτές δόσεις που παρέχουν επαρκή ασφάλεια |
gen. | as forças vivas da Europa | οι ζωντανές δυνάμεις της Eυρώπης |
gen. | as funções cessam por demissão voluntária ou compulsiva | τα καθήκοντα λήγουν κατόπιν παραιτήσεως ή απαλλαγής από αυτά |
gen. | as funções que lhe são confiadas | τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί |
agric. | as grades de discos de um elemento são atreladas com ajuda de pequenos tirantes | οι περιστροφικές σβάρνες μ'ένα στοιχείο ζεύγνυνται πλευρικά με την βοήθεια μικρών πλευρικών μοχλών |
gen. | as informações respeitantes às empresas e respetivos elementos dos seus preços de custo | πληροφορίες σχετικές με επιχειρήσεις και που αφορούν τα κοστολογικά τους στοιχεία |
gen. | as instâncias nacionais | οι εθνικές αρχές |
agric., construct. | as janelas de vidro armado não necessitam da estrutura sendo suficientes as calhas laterais | τα παράθυρα με ενισχυμένο τζάμι δεν χρειάζονται πλαίσια παρά μόνον πλευρικές ράγες |
gen. | as medidas iniciais e transitórias | τα αρχικά και μεταβατικά μέτρα |
gen. | as medidas provisórias necessárias | τα αναγκαία προσωρινά μέτρα |
gen. | as misturas gás/ar são explosivas | τα μείγματα αερίου/αέρα είναι εκρηκτικά |
gen. | as misturas vapor/ar são explosivas | τα μείγματα ατμών/αέρα είναι εκρηκτικά |
gen. | as modalidades de execução do presente artigo | οι τρόποι εφαρμογής του παρόντος άρθρου |
gen. | as necessidades de abastecimento da Comunidade em... | οι ανάγκες εφοδιασμού της Kοινότητο σε... |
tech. | as normas comuns de qualidade | οι κοινοί κανόνες ποιότητος |
gen. | as normas constitucionais | οι συνταγματικοί κανόνες |
gen. | as opções feitas no domínio do desenvolvimento e do fortalecimento das Comunidades | οι επιλογές που έχουν αποφασισθεί στον τομέα της αναπτύξεως και της ενισχύσεως των Kοινοτήτων |
gen. | as outras categorias de auxílios determinadas por decisão do Conselho | άλλες κατηγορίες ενισχύσεων που καθορίζονται από το Συμβούλιο,το οποίο αποφασίζει... |
gen. | as petições são arquivadas | οι αναφορές αρχειοθετούνται |
gen. | as práticas administrativas | οι διοικητικές διαδικασίες |
gen. | as questões pendentes são consideradas caducas | τα εκκρεμούντα ζητήματα θεωρούνται άκυρα |
agric. | as rabiças dos sachadores são reguláveis em altura e largura | οι χειρολαβές των σκαλιστηριών βοτανίσματος ρυθμίζονται σε ύψος και σε πλάτος |
gen. | as recomendações para levar a cabo esta colaboração | οι συστάσεις για την πραγματοποίηση της συνεργασίας αυτής |
gen. | as regiões mais favorecidas | οι περισσότερο ευνοημένες περιφέρειες |
gen. | as regiões mais prósperas | οι πιο ευημερούσες περιφέρειες |
gen. | as regiões menos desenvolvidas | λιγότερο προηγμένες περιφέρειες |
gen. | as regras aplicáveis às empresas | κανόνες εφαρμοστέοι επί των επιχειρήσεων |
gen. | as rodas raiadas têm cintas metálicas ou pneumáticos maciços | οι τροχοί με ακτίνες είναι μεταλλικής ή ελαστικής περίστρωσης |
gen. | as secções especializadas não podem ser consultadas independentemente do Comité | δεν δύναται να ζητηθεί η γνώμη των ειδικευμένων τμημάτων ανεξαρτήτως της επιτροπής |
gen. | assegurar as relações externas | είναι υπεύθυνο για τις εξωτερικές σχέσεις |
gen. | assistência às minorias étnicas | ενίσχυση των εθνικών μειονοτήτων |
agric. | associação profissional para as sementes agrícolas | επαγγελματική έvωση για τoυς γεωργικoύς σπόρoυς πρoς σπoρά |
gen. | atividades relacionadas com as fronteiras | δραστηριότητες που οφείλονται στην ύπαρξη συνόρων |
gen. | ativos cobrindo as provisões técnicas | ασφαλιστική τοποθέτηση |
mater.sc. | auxílio à investigação orientada para as empresas | ενίσχυση για την έρευνα με κατεύθυνση τις επιχειρήσεις |
gen. | Ações exploratórias no domínio da telemática aplicada às áreas urbanas | Διερευνητικές δράσεις στην τηλεματική για αστικές περιοχές |
agric., construct. | benefícios de proteção contra as cheias | οφέλη εξ αντιπλημμυρικής προστασίας |
tech., industr., construct. | bobina cónica com as extremidades perpendiculares ao eixo do suporte | κωνική περιέλιξη με κάθετα άκρα |
tech., industr., construct. | bobina cónica com as extremidades perpendiculares à parede do suporte | κωνική περιέλιξη με κάθετες πλευρές |
agric. | camada com as radículas entrançadas | βλαστημένοι κόκκοι οι οποίοι δημιουργούν μπάνες |
agric. | camada em germinação com as radículas a começar a despontar | σπόροι οι οποίοι αρχίζουν να κεντρίζουν |
agric., construct. | canal que segue as curvas de nível | διώρυγα ακολουθούσα μια ισοϋψή καμπύλη |
gen. | Carta de Leipzig sobre as Cidades Europeias Sustentáveis | Χάρτης της Λειψίας για τις βιώσιμες ευρωπαϊκές πόλεις |
tech., industr., construct. | cartão impermeável às gorduras | χαρτόνι αδιαπέρατο σε λίπη |
tech., industr., construct. | cartão resistente às gorduras | χαρτόνι αδιαπέρατο σε λίπη |
agric., industr. | cedência de frutos retirados do mercado às indústrias de destilação | διάθεση φρούτων, αποσυρομένων από την αγορά, στις βιομηχανίες αποστάξεως |
agric. | centro europeu de apoio às atividades económicas rurais | ευρωπαϊκό κέντρο στήριξης των αγροτικών οικονομικών δραστηριοτήτων |
gen. | Classificação Industrial Internacional Tipo de Todas as Actividades Económicas | Διεθνής Ταξινόμηση Τύπου κατά βιομηχανία όλων των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας |
gen. | Classificação internacional tipo, por indústria, de todas as actividades económicas | Διεθνής Ταξινόμηση Τύπου κατά βιομηχανία όλων των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας |
gen. | cláusula relativa às doenças infecciosas | όρος σχετικός με λοιμώδεις παθήσεις |
gen. | cofinanciamento com as ONG | συγχρηματοδότηση από κοινού με τις ΜΚΟ |
agric. | colhedor para as operações simples | συλλεκτική μηχανή για όλες τις απλές επεμβάσεις |
agric. | colhedor para as operações simples | πλήρης συλλεκτική μηχανή |
gen. | combate às alterações climáticas | καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής |
gen. | combate às alterações climáticas | καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος |
agric. | combate às infestantes por meio do fogo | καταστροφή των ζιζανίων με φωτιά |
gen. | Comissão Independente para as Questões Internacionais de Desenvolvimento | Ανεξάρτητη Επιτροπή για Διεθνή θέματα Ανάπτυξης Επιτροπή Brandt |
gen. | comité competente para as questões europeias no âmbito do Parlamento dinamarquês | επιτροπή του δανικού κοινοβουλίου αρμόδια για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις |
gen. | Comité Consultivo da defesa contra as importações que são objeto de subvenções de países não-membros da CE | Συμβουλευτική επιτροπή για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρουζ χωρών μη μελών της ΕΚ |
gen. | Comité Consultivo de defesa contra as importações que são objeto de dumping de países não membros da CE | Συμβουλευτική επιτροπή για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της ΕΚ |
gen. | Comité Consultivo do regime comum aplicável às exportações | Συμβουλευτική επιτροπή περί θεσπίσεως κοινού καθεστώτος εξαγωγών |
gen. | Comité Consultivo do regime comum aplicável às importações | Συμβουλευτική επιτροπή για το κοινό καθεστώς εισαγωγών |
gen. | Comité Consultivo do regime comum aplicável às importações de certos países terceiros | Συμβουλευτική επιτροπή για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες |
gen. | Comité Consultivo para a medidas a tomar em caso de crise no mercado dos transportes rodoviários de mercadorias e para a aplicação da legislação relativa às condições de admissão de transportadores não residentes aos transportes nacionais rodoviários de mercadorias num Estado-Membro cabotagem | Συμβουλευτική επιτροπή για τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση κρίσεως στην αγορά των οδικών μεταφορών εμπορευμάτων και για την εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό ενδομεταφορές |
gen. | Comité Consultivo para as condições em que os transportadores não residentes podem efetuar serviços de transporte rodoviário de passageiros num Estado-Membro cabotagem | Συμβουλευτική επιτροπή για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές μεταφορές επιβατών σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό ενδομεταφορές |
gen. | Comité Consultivo para as medidas de proteção - Islândia | Συμβουλευτική ᄉπιτροπή για τα μέτρα διασφαλίσεως - Ισλανδία |
gen. | Comité Consultivo para as medidas de proteção - Noruega | Συμβουλευτική επιτροπή για τα μέτρα διασφαλίσεως - Νορβηγία |
gen. | Comité Consultivo para as medidas de proteção - Suíça | Συμβουλευτική επιτροπή για τα μέτρα διασφαλίσεως - Ελβετία |
gen. | Comité Consultivo para as medidas de proteção -Turquia | Συμβουλευτική επιτροπή για τα μέτρα διασφαλίσεως - Τουρκία |
gen. | Comité Consultivo para as medidas especiais de interesse comunitário em matéria de infraestruturas de transporte | Συμβουλευτική επιτροπή για τα ειδικά μέτρα κοινοτικού ενδιαφέροντος όσον αφορά τα έργα υποδομής στις μεταφορές |
gen. | Comité Consultivo para as medidas especiais de interesse comunitário no domínio do emprego | Συμβουλευτική επιτροπή για τα ειδικά μέτρα κοινοτικού ενδιαφέροντος στον τομέα της απασχόλησης |
gen. | Comité Consultivo para as medidas especiais de interesse comunitário relativas à estratégia energética | Συμβουλευτική επιτροπή για τα ειδικά μέτρα κοινοτικού ενδιαφέροντος στον τομέα της ενεργειακής στρατηγικής |
gen. | Comité das orientações para as redes transeuropeias de telecomunicações | Επιτροπή περί προσανατολισμών για τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα των τηλεπικοινωνιών |
gen. | Comité das questões horizontais relativas às trocas de produtos agrícolas transformados fora do anexo I | Επιτροπή των οριζόντιων θεμάτων που αφορούν το εμπόριο μεταποημένων γεωργικών προϊόντων εκτός παραρτήματος Ι |
agric. | Comité de aplicação para os vinhos aromatizados, as bebidas aromatizadas à base de vinho e os cocktails aromatizados de produtos vitivinícolas | Επιτροπή Εφαρμογής για τους Αρωματισμένους Οίνους, τα Αρωματισμένα Ποτά με βάση τον Οίνο και τα Αρωματισμένα Κοκτέιλς Αμπελοοινικών Προϊόντων |
gen. | Comité de avaliação e controlo dos riscos ambientais associados às substâncias existentes | Επιτροπή για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες |
gen. | Comité de Gestão para as Iniciativas Comunitárias | Διαχειριστική επιτροπή για τις κοινοτικές πρωτοβουλίες |
gen. | Comité de Regulamentação relativo às prescrições mínimas para a utilização pelos trabalhadores de equipamento de proteção individual | επιτροπή κανονιστικής ρύθμισης σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη χρήση εξοπλισμού ατομικής προστασίας από τους εργαζόμενους |
gen. | Comité do processo de consulta no que diz respeito às relações entre Estados-Membros e países terceiros no domínio dos transportes marítimos e às ações relativas a este domínio no âmbito das organizações internacionais, bem como o processo de autorização para acordos relativos aos transportes marítimos | Επιτροπή για τη διαδικασία διαβουλεύσεων για τις σχέσεις μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών σε ναυτιλιακά θέματα και για τις συναφείς προς τα θέματα αυτά ενέργειες σε διεθνείς οργανισμούς και, αφετέρου, διαδικασία εξουσιοδότησης για την σύναψη συμφωνιών που αφορούν θαλάσσιες μεταφορές |
gen. | Comité do regime comum aplicável as importações de produtos têxteis de determinados países terceiros, não abrangidas por acordos, protocolos ou outros convénios bilaterais | Επιτροπή για τους κοινούς κανόνες σχετικά με τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς |
gen. | Comité Ministerial Misto ACP-CE para as Questões Comerciais | Μικτή διυπουργική επιτροπή εμπορίου |
gen. | Comité Ministerial Misto ACP-UE para as Questões Comerciais | Μικτή διυπουργική επιτροπή εμπορίου |
gen. | Comité Ministerial Misto para as Questões Comerciais | Μικτή διυπουργική επιτροπή εμπορίου |
gen. | Comité para a adaptação ao progresso técnico da decisão que institui um procedimento comum de troca de informações relativas às águas doces superficiais | Επιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της αποφάσεως περί καθιερώσεως κοινής διαδικασίας ανταλλαγής πληροφοριών για την ποιότητα των γλυκών επιφανειακών υδάτων |
gen. | Comité para a adaptação da decisão que estabelece um conjunto de orientações respeitantes às redes transeuropeias no setor da energia | Επιτροπή για την εφαρμογή της απόφασης για καθορισμό συνόλου προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας |
gen. | Comité para a adaptação técnica da legislação relativa às prescrições mínimas de segurança e de saúde com vista a promover uma melhor assistência médica a bordo dos navios | Επιτροπή για την τεχνική προσαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για την προώθηση βελτιωμένης ιατρικής περίθαλψης στα πλοία |
energ.ind. | comité para a aplicação da legislação relativa às condições de acesso à rede para o comércio transfronteiriço de eletricidade | Επιτροπή για την εφαρμογή του κανονισμού σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας |
energ.ind. | comité para a aplicação do regulamento relativo às condições de acesso à rede para o comércio transfronteiriço de eletricidade | Επιτροπή για την εφαρμογή του κανονισμού σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας |
gen. | Comité para a harmonização das regulamentações nacionais relativas às instalações por cabo para transporte de pessoas | Επιτροπή για την εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τις εγκαταστάσεις με συρματόσχοιναγια τη μεταφορά προσώπων |
gen. | Comité para as Infraestruturas de Transporte | Επιτροπή για τα έργα υποδομής στον τομέα των μεταφορών |
gen. | Comité para as matérias reguladas pelo artigo 42°. da Decisão de Associação Ultramarina | Επιτροπή για τα θέματα που εμπίπτουν στο άρθρο 42 της απόφασης για τη Σύνδεση ΥΧΕ-ΕΚ |
gen. | Comité para as matérias reguladas pelo artigo 36°. da Decisão de Associação Ultramarina | Επιτροπή για τα θέματα που εμπίπτουν στο άρθρο 36 της απόφασης για τη Σύνδεση ΥΧΕ-ΕΚ |
gen. | Comité para as questões relativas às taxas e às regras de execução do regulamento relativo à patente comunitária | Επιτροπή για θέματα που αφορούν τα τέλη και τους εκτελεστικούς κανονισμούς του κανονισμού για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας |
gen. | Comité Permanente das normas e regulamentações técnicas, incluindo as regras relativas aos serviços da sociedade da informação | Μόνιμη επιτροπή στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών, περιλαμβανομένων των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών |
gen. | Comité Permanente para a aproximação das legislações dos Estados-Membros respeitantes às máquinas | Επιτροπή για τις μηχανές |
gen. | Comité Permanente para a aproximação das legislações dos Estados-Membros respeitantes às máquinas | Μόνιμη επιτροπή για την προσέγγιση της νομοθεσίας των κρατών μελών σχετικά με τις μηχανές |
min.prod., fish.farm. | Comité Permanente para as Actividades de Pesca de Países Terceiros na Zona de Regulamentação | Μόνιμη Επιτροπή της NAFO για την Αλιευτική Δραστηριότητα στη Ζώνη Διακανονισμού της NAFO των Χωρών που δεν είναι Μέλη της |
gen. | Comité relativo aos controlos da conformidade dos produtos importados de países terceiros com as regras aplicáveis em matéria de segurança dos produtos | Επιτροπή για του ελέγχους της πιστότητας των προϊόντων που εισάγονται από τρίτες χώρες προς τους κανόνες που ισχύουν για την ασφάλεια των προϊόντων |
gen. | Comité relativo à fixação de limites máximos de resíduos de pesticidas nas e sobre as frutas e os produtos hortícolas | Επιτροπή για τον καθορισμό της μέγιστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα οπωροκηπευτικά |
energ.ind., nucl.phys. | compromisso relativamente às salvaguardas | υποχρέωση ελέγχου διασφαλίσεων |
gen. | condição de remessa às autoridades nacionais | όροι παραπομπής στις εθνικές αρχές |
gen. | Conferência de Copenhaga sobre as Alterações Climáticas | 15η Διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών της Σύμβασης πλαισίου των ΗΕ για την αλλαγή του κλίματος |
gen. | conferência intergovernamental sobre as questões institucionais | διακυβερνητική διάσκεψη σχετικά με τα θεσμικά θέματα |
gen. | conferência mundial sobre as mulheres | Παγκόσμιο Συνέδριο των Ηνωμένων Εθνών για τις γυναίκες |
gen. | Conferência sobre as Medidas de Confiança e de Segurança e sobre o Desarmamento na Europa | Διάσκεψη της Στοκχόλμης |
gen. | Conferência sobre as Medidas de Confiança e de Segurança e sobre o Desarmamento na Europa | Διάσκεψη για τον αφοπλισμό στην Ευρώπη |
gen. | Conferência sobre as Medidas de Confiança e de Segurança e sobre o Desarmamento na Europa | Διάσκεψη για τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και ασφάλειας και για τον αφοπλισμό στην Eυρώπη |
gen. | Conferência sobre as Medidas de Confiança e de Segurança e sobre o Desarmamento na Europa | ΔΑΕ |
gen. | Conselheiro Especial do SG/AR para as Capacidades Africanas de Manutenção da Paz | Ειδικός Σύμβουλος του ΓΓ/ΥΕ για τις αφρικανικές δυνατότητες διατήρησης της ειρήνης. |
gen. | conselheiro para as sondagens e análises | σύμβουλος έρευνας και ανάλυσης |
gen. | Conselho Europeu para as Relações Externas | Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων |
gen. | Constituição da Organização Internacional para as Migrações | Καταστατική Πράξη του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης |
tech. | controlo de conformidade às normas técnicas | έλεγχος συμφωνίας με τις τεχνικές προδιαγραφές |
gen. | Convenção de Viena relativa às relações diplomáticas | Σύμβαση της Βιέννης περί διπλωματικών σχέσεων |
patents. | Convenção Europeia relativa às Formalidades Requeridas para os Pedidos de Patentes | Eυρωπαϊκή Σύμβαση "επί των απαιτουμένων διατυπώσεών δια τας αιτήσεις διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας" |
min.prod. | Convenção Internacional para a Unificação de certas Regras respeitantes às Imunidades dos Navios de Estado | Διεθνής σύμβαση "περί ενοποιήσεως κανόνων τινών αφορώντων τας ασυδοσίας των κρατικών πλοίων" |
gen. | Convenção relativa a certas instituições comuns às Comunidades Europeias | Σύμβαση για ορισμένα κοινά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
gen. | Convenção relativa à Adesão do Reino de Espanha e da República Portuguesa à Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Contratuais | Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία άνοιξε προς υπογραφή στη Ρώμη στις 19 Ιουνίου 1980 |
tax. | Convenção relativa à assistência mútua e à cooperação entre as administrações aduaneiras | σύμβαση περί αμοιβαίας συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των τελωνειακών υπηρεσιών |
gen. | Convenção relativa às Exposições Internacionais | Σύμβαση "περί των Διεθνών Εκθέσεων" |
gen. | Convenção relativa às Leis e Costumes da Guerra Terrestre 1907 | Σύμβαση "περί των νόμων και εθίμων εν τω κατά ξηράν πολέμω" 1907 |
gen. | Convenção relativa às Migrações em Condições Abusivas e à Promoção da Igualdade de Oportunidades e de Tratamento dos Trabalhadores Migrantes | Σύμβαση για τις μεταναστεύσεις υπό καταχρηστικούς όρους και για την προώθηση ίσων ευκαιριών και ίσης μεταχείρισης των διακινούμενων εργαζομένων |
gen. | Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Alimentares | Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής |
gen. | Convenção sobre a Lei Aplicável às Sucessões por Morte | Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στη διαδοχή αιτία θανάτου |
gen. | Convenção sobre a Proteção contra as Radiações, 1960 | Σύμβαση "περί προστασίας των εργαζομένων από τας ιοντιζούσας ακτινοβολίας" |
gen. | Convenção sobre a Redução dos Casos de Nacionalidade Múltipla e sobre as Obrigações Militares em caso de Nacionalidade Múltipla | Σύμβαση για τη μείωση των περιπτώσεων πολλαπλής ιθαγένειας και για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις στις περιπτώσεις της πολλαπλής ιθαγένειας |
gen. | Convenção sobre as Armas Biológicas e Toxínicas | Διεθνής Σύμβαση "περί απαγορεύσεως της αναπτύξεως, παραγωγής και αποθηκεύσεως βακτηριολογικών βιολογικών και τοξινικών όπλων και καταστροφής αυτών" |
gen. | Convenção sobre as armas biológicas e toxínicas | Σύμβαση για τα Βιολογικά και Τοξινικά ΄Οπλα |
gen. | Convenção sobre as Armas Desumanas | Σύμβαση για την απαγόρευση ή περιορισμό χρήσης ορισμένων συμβατικών όπλων που μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικώς επιβλαβή ή ως προκαλούντα αδιακρίτως αποτελέσματα |
gen. | Convenção sobre as Armas Desumanas | Σύμβαση για τα απάνθρωπα όπλα |
gen. | Convenção sobre as Armas Químicas | Σύμβαση για την απαγόρευση της ανάπτυξης, παραγωγής, αποθήκευσης και χρήσης χημικών όπλων και για την καταστροφή τους; Σύμβαση για τα χημικά όπλα |
gen. | Convenção sobre as cartas de oficial | Σύμβαση για τα πιστοποιητικά ικανότητας των αξιωματικών |
min.prod. | Convenção sobre as Obrigações dos Armadores em caso de Doença, Acidente ou Morte dos Marítimos | Σύμβαση "περί των υποχρεώσεων του εφοπλιστού εν περιπτώσει ασθενείας, ατυχήματος ή θανάτου των εργατών θαλάσσης" |
gen. | posteriormente medianteconvenções para as quais se exige a unanimidade dos Estados-membros | μεταγενέστερες συμφωνίες που απαιτούν την ομοφωνία των Kρατών μελών |
gen. | cooperação com as associações de solidariedade | συνεργασία με τις φιλανθρωπικές οργανώσεις |
gen. | cooperação entre as zonas fronteiriças | συνεργασία μεταξύ των παραμεθορίων περιοχών |
gen. | cooperação reforçada com as regiões | ενισχυμένη εταιρική σχέση με τις περιφέρειες |
gen. | corresponder às necessidades do seu desenvolvimento e às exigências da sua industrialização | ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αναπτύξεως και της εκβιομηχανίσεώς τους |
agric. | cortar às postas | κόβω σε φέτες |
tech. | cortina de proteção contra as radiações | προστατευτική οθόνη από ακτινοβολία |
tech. | cortina de proteção contra as radiações | προστασία ενάντια στην ακτινοβολία |
gen. | criminalidade relativa às redes de imigração clandestina | εγκλήματα στα oπoία εμπλέκovται κυκλώματα λαθρoμεταvάστευσης |
agric. | cuidados com as patas | περιποίηση ποδιών |
gen. | código de boas práticas administrativas para as instituições e organismos comunitários | κώδικας συμπεριφοράς χρηστής διοίκησης για τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και οργανισμούς |
gen. | Código de Conduta da ONU sobre as atividades no espaço exterior | κώδικας συμπεριφοράς σχετικά με τις δραστηριότητες για το διάστημα |
gen. | código de conduta para as sociedades transnacionais | κώδικας συμπεριφοράς για τις διεθνικές εταιρείες |
gen. | decidir sobre as contestações | αποφασίζει επί των διαφορών |
gen. | decisão que fixa as regras de exercício das competências de execução atribuídas à Comissão | Απόφαση του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή |
obs. | Declaração Comum sobre as Modalidades Práticas do Novo Processo de Codecisão | Κοινή δήλωση σχετικά με την εφαρμογή στην πράξη της νέας διαδικασίας συναπόφασης άρθ. 251 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας |
agric. | declaração relativa às florestas | διακήρυξη σχετικά με τα δάση |
tech., construct. | declive máximo admissível para as rampas | μεγίστη επιτρεπομένη κλίσις των επιπέδων προσπελάσεως |
gen. | Delegação para as Relações com os Estados do Golfo, incluindo o Iémen | Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τα Κράτη του Κόλπου, συμπεριλαμβανομένης της Υεμένης |
gen. | Delegação para as Relações com os Países da Ásia do Sul e a Associação para a Cooperação Regional da Ásia do Sul SAARC | Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τις χώρες της Νότιας Ασίας και την Ένωση για την Περιφερειακή Συνεργασία της Νότιας Ασίας SAARC |
gen. | Delegação para as Relações com os Países do Magrebe e a União do Magrebe Árabe incluindo a Líbia | Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τις χώρες του Μαγκρέμπ και την Ένωση του Αραβικού Μαγκρέμπ συμπεριλαμβανομένης της Λιβύης |
gen. | Delegação para as relações com os Países do Sudeste da Europa | Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης |
gen. | deliberar, as deliberações | συσκέπτομαι,οι συσκέψεις |
gen. | denominador para as operações | λογιστικό μέγεθος για τις πράξεις |
agric. | desbaste permitindo obter produtos comercializáveis cobrindo as despesas do mesmo | εμπορεύσιμος φωτοδότις υλοτομία |
agric. | desbaste às cegas | τυχαίο αραίωμα |
agric. | desbaste às cegas | μη στοχαστικό αραίωμα |
agric. | desbaste às cegas | αραίωμα στα τυφλά |
gen. | determinr as modalidades de aplicação do artigo... | καθορίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου... |
tax. | devedor do imposto sobre as importações | υπόχρεος του φόρου κατά την εισαγωγή |
gen. | direito de apresentar diretamente as suas observações | δικαίωμα να διαβιβάζει κατευθείαν τις παρατηρήσεις του |
energ.ind. | Diretiva 2009/28/CE do Parlamento Europeu e do Conselho, de 23.04.2009, relativa à promoção da utilização de energia proveniente de fontes renováveis que altera e subsequentemente revoga as Diretivas 2001/77/CE e 2003/30/CE | Οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009 , σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών 2001/77/ΕΚ και 2003/30/ΕΚ |
gen. | Direção das Relações com os Cidadãos e as Organizações de Interesse Europeu | Διεύθυνση για τις Σχέσεις με τους πολίτες και τα ΄Οργανα Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος |
gen. | dispa as roupas contaminadas | αφαιρέστε τα μολυσμένα ρούχα |
agric. | dispositivo para cortar as árvores em toros | διάταξη τεμαχισμού κορμών |
agric. | dispositivo para desgastar as garras | περικοπή των νυχιών των ορνίθων |
gen. | dispositivo que controla as sequências de acionamento das barras de comando | διάταξη ελέγχου αλληλουχίας των ράβδων |
agric. | distância entre as barras suportes de dentes | απόσταση μεταξύ των οδοντοφόρων δοκών |
agric. | distância entre as cepas | απόσταση μεταξύ των κλημάτων |
agric., construct. | distância entre as condutas | απόσταση μεταξύ των αγωγών |
agric., construct. | distância entre as condutas | απόσταση ανάμεσα στις γραμμές των εκτοξευτών |
med. | distância entre as duas abas do nariz | εύρος μύτης |
agric. | distância entre as linhas | απόσταση των γραμμών |
gen. | divulgar as informações que,por sua natureza,estejam abrangidas pelo segredo profissional | μεταδίδουν πληροφορίες που αποτελούν εκ φύσεως επαγγελματικά απόρρητα |
med. | doença associada às células T | πάθηση των κυττάρων Τ |
med. | doenças em relação com as condições atmosféricas | ατμοσφαίρωσις |
gen. | durante as fimigações/pulverizações usar um equipamento respiratório adequado | σε περίπτωση παραγωγής καπνού ή εκνεφώματος χρησιμοποιείτε κατάλληλη αναπνευστική συσκευή ο(οι)κατάλληλος(οι)όρος(οι)να υποδειχθεί(ούν)από τον κατασκευαστή |
gen. | durante as fimigações/pulverizações usar um equipamento respiratório adequado | Σ42 |
gen. | eliminar ou corrigir as disposições | καταργούν ή τροποποιούν τις διατάξεις |
gen. | em caso de incêndio:manter as garrafas frias por pulverização com água | σε περίπτωση πυρκαγιάς:διατηρήστε χαμηλή τη θερμοκρασία του κυλίνδρου ψεκάζοντας με νερό |
gen. | em conformidade com as orientações | σύμφωνα με τις κατευθύνσεις |
gen. | embalagem estanque às matérias gordas | δεύτερη συσκευασία αδιάβροχη στις λιπαρές ουσίες |
gen. | emitir as suas conclusões | εκδίδω πόρισμα |
mater.sc., industr., construct. | ensaio de envelhecimento às intempéries | δοκιμασία γηράνσεως σε συνθήκες περιβάλλοντος |
med. | enviesamento devido às saídas | μεροληψία λόγω αποχώρησης από τη μελέτη |
agric. | ervilhas secas e grão-de-bico,excluindo as forrageiras | ξηρά μπιζέλια και ρεβίθια εκτός κτηνοτροφικών μπιζελιών |
agric. | espaço entre as incisões | τμήμα φλοιού μεταξύ δύο εντομών |
agric. | estanquidade às intempéries | υδατοστεγανότητα σε περίπτωση κακοκαιρίας |
gen. | Estratégia da UE para as ALPC | Στρατηγική της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης συσσώρευσης και διακίνησης SALW και των πυρομαχικών τους |
gen. | estruturas de apoio às atividades económicas | διαρθρώσεις στήριξης των οικονομικών δραστηριοτήτων |
agric. | esvaziar as bilhas | μετάγγιση του γάλακτος |
agric. | esviscerar as aves | αφαιρώ τα εντόσθια πουλερικών |
med. | exantema por alergia às bactérias piogénicas | αλλεργικόν εξάνθημα εκ πυογόνων βακτηριδίων |
gen. | exercer as atribuições | ασκώ αρμοδιότητες |
agric. | extrair as vísceras das aves | αφαιρώ τα εντόσθια πουλερικών |
tech., industr., construct. | falta de paralelismo entre as flanges | έλλειψη παραλληλισμού των φλαντζών |
gen. | fenómeno de arcos sob as estruturas hidráulicas | σχηματισμός θόλων |
gen. | fornecer, a título oneroso ou gratuito, as matérias-primas | προμηθεύει επ'ανταλλάγματι ή δωρεάν τα αρχικά υλικά |
med. | força muscular do aperto com as mãos | δύναμη σύλληψης |
med. | força muscular do aperto com as mãos | δύναμη λαβής |
tax. | franquia fiscal para os viajantes relativa às importações | ατέλεια ταξιδιώτη κατά την εισαγωγή |
gen. | fundo de maneio necessário para as operações diárias | τα κεφάλαια κίνησης που χρειάζονται για τις καθημερινές εργασίες |
gen. | Gabinete Europeu para as Línguas Menos Divulgadas | Ευρωπαϊκό Γραφείο για τις λιγότερο διαδεδομένες γλώσσες |
gen. | Gabinete para as Instituições Democráticas e os Direitos do Homem | Υπηρεσία για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα |
med. | gestão da exposição às radiações | διαχείριση της έκθεσης στις ακτινοβολίες |
gen. | grupo de trabalho interinstitucional para as agências de regulação | Διοργανική ομάδα εργασίας για τους ρυθμιστικούς οργανισμούς |
energ.ind., industr. | grupo de trabalho relativo às baterias | ομάδα εργασίας "Batterien" |
gen. | Grupo de Trabalho "Violência contra as Mulheres" | Ομάδα Εργασίας "Βία κατά των Γυναικών" |
busin., labor.org., account. | Grupo Intergovernamental de Peritos para as Normas Internacionais de Contabilidade e Relatórios de Sociedades | Διακυβερνητική Ομάδα εμπειρογνωμόνων των ΗΕ για τους διεθνείς κανόνες λογιστικής και κατάρτισης εκθέσεων |
gen. | Grupo Misto Permanente sobre as Bananas | Μόνιμη μικτή ομάδα για τις μπανάνες |
gen. | Grupo para as Questões de Schengen | Ομάδα "Θέματα Σένγκεν" |
energ.ind. | Grupo Permanente para as Questões Urgentes | Μόνιμη Ομάδα για Θέματα Εκτάκτου Ανάγκης |
gen. | Grupo UE-OTAN sobre as Capacidades | Ομάδα ικανοτήτων ΕΕ/ΝΑΤΟ |
agric. | gupo técnico Estados Unidos da América - Comunidade Europeia sobre as exigências relativas a matadouros e inspeção de carne | μεικτή τεχνική ομάδα ΗΠΑ-ΕΚ για τις προδιαγραφές για τα σφαγεία και τη επιθεώρηση των κρεάτων |
med. | habituação às drogas | εθισμός σε φάρμακα |
mater.sc., chem. | impermeável às gorduras | αδιαπέρατος στα λίπη |
mater.sc., chem. | impermeável às gorduras | ανθεκτικός στα λίπη |
mater.sc., chem. | impermeável às gorduras | αδιαπέραστο από λίπος |
tax., environ., energ.ind. | imposto sobre as emissões de dióxido de carbono e sobre a energia | φόρος διοξειδίου του άνθρακα/ενέργειας |
tax., environ., energ.ind. | imposto sobre as emissões de dióxido de carbono e sobre a energia | φόρος CO2/ενέργειας |
tax. | imposto sobre as entradas de capital | φόρος επί της συγκεντρώσεως κεφαλαίων |
tax. | imposto sobre as entradas de capital | δικαίωμα εισφοράς |
gen. | imposto sobre as sociedades | φόρος επί των εταιριών |
gen. | imposto sobre as sociedades | φορολογία επί των επιχειρήσεων |
gen. | imposto sobre as sociedades | φορολογία εισοδήματος των εταιριών |
tax. | imposto sobre as transações | φόρος επαγγελματικών και μισθωτών δραστηριοτήτων |
tax. | imposto sobre as transações | φόρος επιχειρήσεων |
tax. | imposto sobre as transmissões patrimoniais e atos jurídicos documentados | φόρος μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων και δικαιοπραξιών |
mater.sc. | indicar circunstanciadamente as razões da recusa | δικαιολογώ λεπτομερώς την άρνηση |
energ.ind. | Iniciativa Comunitária relativa às Redes de Distribução e Transporte de Energia | Κοινοτική πρωτοβουλία που αφορά τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ενέργειας |
gen. | Iniciativa Comunitária relativa às Regiões Fortemente Dependentes do Sector Têxtil e Vestuário | Κοινοτική πρωτοβουλία που αφορά τις περιφέρειες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον τομέα των κλωστοϋφαντουργικών και των ειδών ένδυσης |
energ.ind. | Iniciativa Europeia relativa às Redes de Distribuição e Transporte de Energia | Κοινοτική πρωτοβουλία που αφορά τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ενέργειας |
gen. | Iniciativa Mediterrânica sobre as Alterações Climáticas | Μεσογειακή πρωτοβουλία για την κλιματική αλλαγή |
gen. | Iniciativa sobre as Capacidades de Defesa | Πρωτοβουλία αμυντικών δυνατοτήτων |
agric., R&D. | Instituto Internacional de Investigação sobre as Culturas das Zonas Tropicais Semiáridas | Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για τις Καλλιέργειες στις Τροπικές Ημιάγονες Ζώνες |
energ.ind. | Instrumento da UE para a Segurança e as Infraestruturas Energéticas | κοινοτικό μέσον ενεργειακής ασφάλειας και υποδομής |
agric. | intervalo entre as impulsões | διάστημα μεταξύ ωθήσεων |
agric. | intervalo entre as linhas | απόσταση των γραμμών |
agric. | introdução de organismos prejudiciais às plantas e produtos vegetais | εισαγωγή οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα |
gen. | irritante para as vias respiratórias | Ρ37 |
gen. | irritante para as vias respiratórias | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα |
gen. | irritante para as vias respiratórias e pele | Ρ37/38 |
gen. | irritante para as vias respiratórias e pele | ερεθίζει το αναπνευστικό σύστημα και το δέρμα |
gen. | lave repetidamente as roupas contaminadas com muita águaperigo de incêndio | ξεπλύνετε τα μολυσμένα ρούχα με άφθονο νερόκίνδυνος πυρκαγιάς |
gen. | lave repetidamente com muita água,não dispa as roupas | ξεπλύνετε με άφθονο νερό,ΜΗΝ αφαιρείτε τα ρούχα |
agric. | lavoura seguindo as curvas de nível | άροση κατά τας ισοϋψείς |
tax. | legislação do imposto sobre as sociedades | φορολογικό καθεστώς κεφαλαιουχικών εταιρειών |
tax. | lei do imposto sobre as sociedades | φορολογικό καθεστώς κεφαλαιουχικών εταιρειών |
agric. | ligação entre as duas plataformas do trenó duplo | μοχλός συνενώσεως ελκύθρων |
gen. | Livro Verde sobre as Garantias dos Bens de Consumo e os Serviços Pós-venda | Πράσινο βιβλίο της Επιτροπής για τις εγγυήσεις των καταναλωτικών αγαθών και την εξυπηρέτηση του πελάτη μετά την πώληση |
gen. | logotipo com as 12 estrelas | λογότυπος με δώδεκα άστρα |
gen. | luta contra as alterações climáticas | καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος |
gen. | luta contra as alterações climáticas | καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής |
agric. | luta contra as ervas daninhas | καταπολέμηση των ζιζανίων |
gen. | mapa de utilização das dotações relativamente às rubricas orçamentais | κατάσταση της ανάλωσης των πιστώσεων |
gen. | mapa indicando as fontes | χάρτης απεικονίσεως πηγών |
tech., industr., construct. | maquinaria para estampar as ourelas | εξοπλισμός για τύπωμα ούγιας |
tax. | matéria coletável comum consolidada do imposto sobre as sociedades | κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών |
med. | medo às infeções | φόβος λοίμωξης |
agric. | migração para as cidades | εγκατάλειψη της υπαίθρου |
gen. | Ministro para as Reformas Eleitorais e Institucionais | Υπουργός Μεταρρυθμίσεων του Εκλογικού Συστήματος και των Θεσμών |
gen. | missão de assistência às sanções | αποστολή βοήθειας για τις κυρώσεις |
agric. | monda entre as linhas | ζιζανιοκτονία ανάμεσα στις γραμμές |
gen. | máquina de aparar as pontas do feijão-verde | μηχανή για το κόψιμο των άκρων των νωπών φασολιών |
tech., industr., construct. | máquina de cortar as ourelas | μηχάνημα κοπής ούγιας |
agric. | máquina de descascar as sementes de cacau depois de torradas | μηχανή για την αποφλοίωση των φύτρωνσπόρωντων καβουρντισμένων σπόρων κακάου |
tech., industr., construct. | máquina de engomar as ourelas | μηχάνημα κολλαρίσματος ούγιας |
agric. | máquina de extrair os germes às sementes de cacau depois de torradas | μηχανή για την αφαίρεση των φύτρωνσπόρωντων καβουρντισμένων σπόρων κακάου |
agric. | máquina de lavar as garrafas | πλυντήριο φιαλών |
agric. | máquina de lavar as garrafas rotativa | περιστροφικό πλυντήριο φιαλών |
agric. | máquina de lavar as gavetas | μηχανή καθαρισμού συρταριών |
agric. | máquina de tirar as pevides | μηχανή αφαίρεσης των κουκουτσιών των φρούτων |
agric. | máquina para arrancamento de árvores com as respetivas raízes | μηχανή για την εκρίζωση δένδρων |
agric. | máquina para cortar as cascas de laranja | μηχανή τεμαχισμού φλοιών πορτοκαλιού |
agric. | máquina para marcar as latas | μηχανή στίξης κουτιών |
agric. | máquina para marcar as latas | μηχανή για μαρκάρισμα κουτιών |
agric. | método de conservação adaptado às tecnologias locais | συντήρηση προσαρμοσμένη στην τοπική τεχνολογία |
agric., construct. | método de irrigação por bacias que seguem as curvas de nível | μέθοδος αρδεύσεως διά λεκανών κατά τας ισοϋψείς |
agric., construct. | método de sulcos que seguem as curvas de nível | μέθοδος αρδεύσεως δι΄αυλάκων κατά τας ισοϋψείς |
agric., construct. | método de sulcos que seguem as curvas de nível | περιμετρική άρδευση |
agric., construct. | método de sulcos que seguem as curvas de nível | άρδευση σύμφωνα με τας ισοϋψείς |
agric. | navio obrigado por contrato a desembarcar as suas capturas | σκάφος που έχει συμβατική υποχρέωση να εκφορτώνει τα αλιεύματα του |
agric., mech.eng. | no silo,as peanhas de ventilação de perfil achatado são dispostas em círculo | οι αγωγοί εξαερισμού πεπλατυσμένης διατομής τοποθετούνται περιμετρικά στον σιρό |
agric. | norma relativa às perdas | πρότυπο απωλειών |
gen. | notificar as incompatibilidades | το ασυμβίβαστο γνωστοποιείται |
gen. | não respirar as poeiras | Σ22 |
gen. | não respirar as poeiras | μην αναπνέετε τη σκόνη |
gen. | o capital da Agência e as modalidades de subscrição | το κεφάλαιο του Oργανισμού και ο τρόπος για την κάλυψη του |
gen. | o Conselho e a Comissão organizarão as modalidades da sua colaboração | το Συμβούλιο και η Eπιτροπή ρυθμίζουν τους τρόπους συνεργασίας τους |
gen. | o Conselho pode determinar que as disposições do presente capítulo são extensivas a... | το Συμβούλιο δύναται να επεκτείνει το ευεργέτημα των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου σε... |
agric. | o emprego de máquinas ou alfaias para fenação diminuem as necessidades de mão de obra | η χρήση χορτοκοπτικών μηχανών ή εργαλείων μειώνει τις ανάγκες σε εργατικά χέρια |
gen. | Observatório para as ADM | Κέντρο Παρακολούθησης κατά της διάδοσης των ΟΜΚ |
gen. | Observatório para as ADM | Κέντρο Παρακολούθησης ΟΜΚ |
gen. | oferecer as garantias de moralidade | παρέχω εχέγγυα ήθους |
gen. | Oisin I: Programa Comum de Intercâmbio, Formação e Cooperação entre as Autoridades Competentes para a Aplicação da Lei | Oisin II: Πρόγραμμα για τα κίνητρα, τις ανταλλαγές, την εκπαίδευση και τη συνεργασία για τις αρχές επιβολής του νόμου |
gen. | Oisin I: Programa Comum de Intercâmbio, Formação e Cooperação entre as Autoridades Competentes para a Aplicação da Lei | Oisin I: Κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές, εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου' |
gen. | Oisin II: Programa de Incentivo, Intercâmbio, Formação e Cooperação destinado às Autoridades Competentes para a Aplicação da Lei | Oisin II: Πρόγραμμα για τα κίνητρα, τις ανταλλαγές, την εκπαίδευση και τη συνεργασία για τις αρχές επιβολής του νόμου |
gen. | Oisin II: Programa de Incentivo, Intercâmbio, Formação e Cooperação destinado às Autoridades Competentes para a Aplicação da Lei | Oisin I: Κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές, εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου' |
gen. | operação militar da União Europeia de apoio às operações de ajuda humanitária em resposta à situação de crise na Líbia | στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποστήριξη επιχειρήσεων ανθρωπιστικής βοήθειας προς ανταπόκριση στην κατάσταση κρίσης που επικρατεί στη Λιβύη |
agric. | operação que consiste em escolher e indicar as árvores,no decurso do corte duma floresta,destinadas a atingir grandes dimensões | εκλογή και σημείωσις των διατηρηθησομένων δένδρων κατά την υλοτομία |
med. | operação às cataratas | επέμβασις καταρράκτη |
gen. | os dados e as implicações | τα αφορώντα ένα ζήτημα' τα καθέκαστα ενός ζητήματος |
gen. | os Estados-membros comunicarão à Comissão as suas listas | τα Kράτη μέλη κοινοποιούν στην Eπιτροπή τους πίνακές τους |
gen. | os filtros de fibra de vidro utilizados para as recolhas são calcinados a 250πC. | τα φίλτρα από υαλοβάμβακα που χρησιμοποιούνται για δειγματοληψία αποτεφρώνονται στους 250οC |
gen. | os plenipotenciários abaixo assinados apuseram as suas assinaturas no final do presente Tratado | οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι υπέγραψαν την παρούσα συνθήκη |
gen. | os regulamentos do Conselho e da Comissão referir-se-ão às propostas que... | οι κανονισμοί του Συμβουλίου και της Eπιτροπής πρέπει να αναφέρονται στις προτάσεις που... |
tax. | pagamento adiantado de imposto sobre as sociedades | παρακρατούμενος φόρος εταιρείας |
agric. | pagamento compensatório para as sementes oleaginosas | αντισταθμιστική πληρωμή για τους ελαιούχους σπόρους |
gen. | pagamentos definitivos referentes às despesas efetuadas | οριστικές πληρωμές που αφορούν πραγματοποιηθείσες δαπάνες |
tech., industr., construct. | papel impermeável às gorduras | χαρτί αδιαπέρατο σε λίπη |
tech., industr., construct. | papel impermeável ás gorduras | λαδόχαρτο |
tech., industr., construct. | papel impermeável ás gorduras | χαρτί αδιάβροχο σε λιπαρές ουσίες |
tech., industr., construct. | papel impermeável ás gorduras | ημιθειόχαρτο |
tech., industr., construct. | papel impermeável ás gorduras | θειωμένο χαρτί |
tech., industr., construct. | papel resistente às gorduras | χαρτί αδιαπέρατο σε λίπη |
agric., chem. | para desinfetar os solos incluindo as larvas subterrâneas, utiliza-se o sulfureto de carbono | ο διθειούχος άνθρακας χρησιμοποιείται για να απαλλάσσει τα εδάφη από έντομα και υπεδάφιες προνύμφες |
agric., construct. | passagem para peixes com duas filas de chicanas escalonadas umas em relação às outras | ιχθυοδίοδος μετά δύο σειρών πτερυγοπαρεμβολέων εναλλάξ τοποθετημένων |
mater.sc., chem. | permeabilidade às gorduras | διαπερατότητα στα λίπη |
agric. | pinça para marcar as orelhas | πένσα για σημάδεμα των αυτιών |
gen. | Plano de Acção Europeu sobre as Capacidades | Ευρωπαϊκό Σχέδιο Δράσης για τις Δυνατότητες |
gen. | Plano de acção para o intercâmbio, entre as administrações dos Estados-membros, de funcionários nacionais envolvidos na aplicação da legislação comunitária necessária à realização do mercado único | Πρόγραμμα δράσης σχετικά με την ανταλλαγή εθνικών υπαλλήλων μεταξύ των διοικήσεων των κρατών μελών, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας που απαιτείται για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς |
gen. | plano de ação para o intercâmbio, entre as administrações dos Estados-membros, de funcionários nacionais envolvidos na aplicação da legislação comunitária necessária à realização do mercado único | πρόγραμμα δράσης σχετικά με την ανταλλαγή εθνικών υπαλλήλων μεταξύ των διοικήσεων των κρατών μελών, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας που απαιτείται για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς |
energ.ind. | Plano Estratégico Europeu para as Tecnologias Energéticas | ευρωπαϊκό στρατηγικό σχέδιο ενεργειακών τεχνολογιών |
med. | ponto que codifica em relação às enzimas | θέσεις που παρέχουν την πληροφορία για την παραγωγή των ενζύμων |
gen. | preencher as condições de aptidão física requeridas para o exercício das funções | έχω την απαιτούμενη σωματική ικανότητα για την άσκηση των καθηκόντων μου |
gen. | preencher as condições de entrada ou de estadia | πληρώ τις προϋποθέσεις εισόδου ή διαμονής |
gen. | preparar as deliberações | η προπαρασκευή των συσκέψεων |
agric., polit. | preço de referência para as sementes oleaginosas | σταθερή επιδότηση για την καλλιέργεια ηλιανθόσπορου |
gen. | Primeiro Protocolo relativo à Interpretação pelo Tribunal de Justiça das Comunidades Europeias da Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Contratuais | Πρώτο Πρωτόκολλο για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της Σύμβασης για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις συμβατικές ενοχές |
gen. | princípio de paralelismo que garante o mesmo ritmo de evolução para as remunerações | αρχή παράλληλης εξέλιξης των αμοιβών |
gen. | proceder a uma tentativa de conciliação entre as partes | κάνω απόπειρα συμφιλίωσης των διαδίκων μερών |
chem., met. | produtos aptos a fazer desaparecer as manchas coloridas-bronzing | προϊόντα αποχρωματισμού κηλίδων μπρούντζινου χρώματος |
gen. | programa "As Cidades Saudáveis" | Πρόγραμμα "Υγιείς Πόλεις" |
gen. | Programa Comunitário Experimental Destinado a apoiar e facilitar o Acesso às Grandes Instalações Científicas de Interesse Europeu | Κοινοτικό διερευνητικό πρόγραμμα με σκοπό την υποστήριξη των μεγάλων επιστημονικών εγκαταστάσεων ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και τη διευκόλυνση της πρόσβασης σ'αυτές |
energ.ind. | Programa das CE de cooperação internacional no domínio de energia entre as CE e países terceiros | Διεθνές Πρόγραμμα Συνεργασίας της ΕΚ στον τομέα της Ενέργειας μεταξύ της ΕΚ και των τρίτων χωρών |
energ.ind. | Programa das CE de cooperação internacional no domínio de energia entre as CE e países terceiros | Διεθνές πρόγραμμα συνεργασίας της ΕΚ στον τομέα της ενέργειας μεταξύ της ΕΚ και τρίτων χωρών |
gen. | Programa de Apoio à Cooperação entre as Autarquias Locais da Europa e as dos Países Terceiros Mediterrânicos PTM | Πρόγραμμα στήριξης της συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της Ευρώπης και των ίδιων οργανισμών των Τρίτων Μεσογειακών Χωρών ΤΜΧ |
gen. | Programa de apoio à cooperação entre as coletividades locais da Europa e as dos países terceiros mediterrânicos | Πρόγραμμα στήριξης της συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της Ευρώπης και των ίδιων οργανισμών των Τρίτων Μεσογειακών Χωρών |
gen. | Programa de apoio à cooperação entre as coletividades locais da Europa e as dos países terceiros mediterrânicos PTM | Πρόγραμμα στήριξης της συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της Ευρώπης και των ίδιων οργανισμών των Τρίτων Μεσογειακών ΧωρώνΤΜΧ |
energ.ind. | Programa de apoio à cooperação para o desenvolvimento das PME dos países terceiros mediterrânicos, em associação com as PME e os organismos profissionais da Europa | Πρόγραμμα στήριξης της συνεργασίας για την ανάπτυξη των ΜΜΕ των Τρίτων Μεσο- γειακών Χωρών σε συνεργασία με τις ΜΜΕ και τις επαγγελματικές οργανώσεις της Ευρώπης |
tech., R&D. | Programa de Apoio às Actividades de Avaliação no domínio da Investigação | Πρόγραμμα ενίσχυσης για την ευρωπαϊκή αξιολόγηση της έρευνας |
gen. | Programa de apoio às ações de cooperação para o desenvolvimento entre universidades e estabelecimentos de ensino superior da Europa e dos países terceiros mediterrânicos PTM | Πρόγραμμα στήριξης των δράσεων συνεργασίας για την ανάπτυξη μεταξύ των πανεπιστημίων και των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Ευρώπης και αυτών των Τρίτων Μεσογειακών ΧωρώνΤΜΧ |
gen. | programa de familiarização com as administrações nacionais | πρόγραμμα εξοικείωσης με τις εθνικές διοικήσεις |
gen. | programa específico de investigação, desenvolvimento tecnológico e demonstração no domínio da cooperação com os países terceiros e as organizações internacionais | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς |
gen. | Programa específico de investigação, desenvolvimento tecnológico e demonstração no domínio da cooperação com os países terceiros e as organizações internacionais | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, περιλαμβανομένης της επίδειξης, στον τομέα της συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς |
gen. | Programa específico de investigação,desenvolvimento tecnológico e demonstração no domínio da cooperação com os países terceiros e as organizaçõe s internacionais | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης,συμπεριλαμβανομένης της επίδειξης,στον τομέα της συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς |
gen. | Programa indicativo relativo às medidas financeiras e técnicas de apoio à reforma das estruturas económicas e sociais no âmbito da parceria euro-mediterrânica | Ενδεικτικό πρόγραμμα σχετικά με τα συνοδευτικά χρηματοδοτικά και τεχνικά μέτρα για τη μεταρρύθμιση των οικονομικών και κοινωνικών δομών στο πλαίσιο της ευρωμεσογειακής εταιρικής σχέσης |
gen. | Programa plurianual de atividades no setor nuclear relativas à segurança de transporte dos materiais radiativos bem como às salvaguardas e à cooperação industrial, de forma a promover determinados aspetos ligados à segurança das instalações nucleares nos países que participam atualmente no programa Tacis | Πολυετές πρόγραμμα δράσεων στον πυρηνικό τομέα σχετικά με την ασφαλή μεταφορά ραδιενεργών υλικών, τους ελέγχους των διασφαλίσεων και τη βιομηχανική συνεργασία ώστε να προωθηθούν ορισμένα ζητήματα ασφάλειας των πυρηνικών εγκαταστάσεων στις χώρες που συμμετέχουν προς το παρόν στο πρόγραμμα Tacis |
agric. | programa que incentiva os produtores a cessar as suas atividades | πρόγραμμα συνταξιοδότησης των παραγωγών |
gen. | Programa-quadro para as ações prioritárias no domínio da informação estatística | Πρόγραμμα-πλαίσιο για τις δράσεις προτεραιότητας στον τομέα της στατιστικής πληροφόρησης |
gen. | projecto de orientações para as conclusões do Conselho Europeu | σχέδιο προσανατολισμών για τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου |
gen. | prosseguir as atribuições | ασκώ αρμοδιότητες |
gen. | protegido contra todas as falsas manobras | αλάθητο,αλάνθαστο |
gen. | Protocolo Adicional à Convenção sobre a Redução dos Casos de Nacionalidade Múltipla e sobre as Obrigações Militares em casos de Nacionalidade Múltipla | Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τη μείωση των περιπτώσεων πολλαπλής ιθαγένειας και για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις στις περιπτώσεις της πολλαπλής ιθαγένειας |
gen. | Protocolo Adicional à Convenção-Quadro Europeia para a Cooperação Transfronteira entre as Comunidades ou Autoridades Territoriais | Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση-πλαίσιο για τη διασυνοριακή συνεργασία των τοπικών αυτοδιοικήσεων και αρχών |
gen. | Protocolo de Emenda à Convenção sobre a Redução dos Casos de Nacionalidade Múltipla e sobre as Obrigações Militares em Casos de Nacionalidade Múltipla | Πρωτόκολλο για την τροποποίηση της Σύμβασης για τη μείωση των περιπτώσεων πολλαπλής ιθαγένειας και για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις στις περιπτώσεις της πολλαπλής ιθαγένειας |
gen. | Protocolo n.º 3 à Convenção-Quadro Europeia para a Cooperação Transfronteira entre as Comunidades ou Autoridades Territoriais relativo aos Agrupamentos Eurorregionais de Cooperação AEC | Πρωτόκολλο αριθ. 3 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση πλαίσιο για τη διασυνοριακή συνεργασία των τοπικών ενώσεων και αρχών σχετικά με τους ομίλους διαπεριφερειακής συνεργασίας |
gen. | Protocolo que adapta os Aspectos Institucionais do Acordo Europeu que cria uma Associação entre as Comunidades Europeias e os seus Estados-Membros, por um lado, e a Roménia, por outro, a fim de ter em conta a Adesão da República da Áustria, da República da Finlândia e do Reino da Suécia à União Europeia | Πρωτόκολλο για την προσαρμογή των θεσμικών πτυχών της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφ' ενός και της Ρουμανίας αφ' ετέρου προκειμένου να ληφθεί υπόψιν η προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση |
gen. | Protocolo relativo às Áreas Especialmente Protegidas do Mediterrâneo | Πρωτόκολλο περί των ειδικά προστατευομένων περιοχών της Μεσογείου" |
gen. | Protocolo sobre a Lei Aplicável às Obrigações Alimentares | Πρωτόκολλο στο εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής |
gen. | Quarto Plano de Ação para melhorar a Transferência da Informação entre as Línguas Europeias | Τέταρτο σχέδιο δράσης για τη βελτίωση της διαβίβασης πληροφοριών μεταξύ των ευρωπαϊκών γλωσσών |
agric. | recipiente metálico para receber as amostras | δειγματολήπτης |
gen. | recursos informáticos para as bibliotecas | μέσα πληροφορικής για τις βιβλιοθήκες |
agric. | rede de centros de informação sobre as iniciativas em matéria de desenvolvimento rural e sobre os mercados agrícolas | δίκτυο κέντρων πληροφόρησης για τις πρωτοβουλίες σε θέματα αγροτικής ανάπτυξης και για τις γεωργικές αγορές |
agric. | regime comunitário de ajudas às medidas florestais na agricultura | κοινοτικό καθεστώς ενισχύσεως για τα δασικά μέτρα στον τομέα της γεωργίας |
gen. | regime da matéria que as constitui | καθεστώς της συστατικής ύλης |
tax. | regime especial aplicável aos bens em segunda mão, aos objectos de arte e de colecção e às antiguidades | ειδικό καθεστώς που εφαρμόζεται στα μεταχειρισμένα αγαθά και στα αντικείμενα καλλιτεχνικής, συλλεκτικής ή αρχαιολογικής αξίας |
gen. | regime provisório de previdência comum às instituições das comunidades | κοινό προσωρινό καθεστώς προνοίας των οργάνων των Κοινοτήτων |
agric. | rego seguindo as curvas de nível | Όργωμα κατά τις ισοϋψείς καμπύλες |
gen. | Regulamentação referente às Despesas e Subsídios dos Deputados ao Parlamento Europeu | Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου |
gen. | regulamentação relativa às remunerações | νομοθεσία σχετική με τις αποδοχές |
gen. | Regulamentação sobre as condições de emprego dos agentes locais | κανόνες για τον καθορισμό των όρων εργασίας των τοπικών υπαλλήλων |
agric. | RegulamentoCEENo.1906/90 do Conselho que estabelece normas de comercialização para as aves de capoeira | ΚανονισμόςΕΟΚαριθ.1906/90 του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένους κανόνες εμπορίας για το κρέας πουλερικών |
gen. | regulamento que estabelece as regras e os princípios gerais relativos aos mecanismos de controlo pelos Estados-Membros do exercício das competências de execução pela Comissão | Κανονισμός για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή |
gen. | regulamento sobre as doenças profissionais | νομοθεσία των επαγγελματικών νόσων |
gen. | relatórios sobre as tendências da criminalidade | αvαφoρές για τις τάσεις εγκληματικότητας |
gen. | Representante Especial da União Europeia para desempenhar as funções de Coordenador do Pacto de Estabilidade para a Europa do Sudeste | Ειδικός Εντεταλμένος της Ευρωπαϊκής Ενωσης που ενεργεί ως Συντονιστής του Συμφώνου Σταθερότητας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη |
mater.sc., chem. | resistente às gorduras | αδιαπέραστο από λίπος |
mater.sc., chem. | resistente às gorduras | αδιαπέρατος στα λίπη |
mater.sc., chem. | resistente às gorduras | ανθεκτικός στα λίπη |
mater.sc., met. | resistente às intempéries | ανθεκτικός στην κακοκαιρία |
med. | resistência às intempéries | απρόσβλητο από καιρικές μεταβολές |
med. | resistência às intempéries | προστασία σε διάβρωση |
mater.sc. | resistência às mudanças de temperatura | αντοχή στις μεταβολές της θερμοκρασίας |
gen. | resolução sobre as garantias mínimas | ψήφισμα για τις ελάχιστες εγγυήσεις |
med. | resposta do tumor às radiações | απόκριση του όγκου στην ακτινοβολία |
gen. | ressalvadas as exceções previstas neste Tratado | με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπει η συνθήκη αυτή |
gen. | reunião de peritos sobre as minorias nacionais | σύνοδος των εμπειρογνωμόνων για τις εθνικές μειονότητες |
energ.ind., mech.eng. | revestir as superfícies internas com aço inoxidável | επικαλύπτω εσωτερικές επιφάνειες με ανοξείδωτο χάλυβα |
tech., met. | réplica de extração para libertar as partículas de carboneto da matriz | αποτύπωση εξαγωγής για απελευθέρωση των σωματιδίων καρβιδίου από το φόντο |
gen. | se as medidas acima previstas se revelarem ineficazes | αν τα μέτρα που προβλέπονται ανωτέρω αποδειχθούν μη αποτελεσματικά |
gen. | Secretário de Estado para as Administrações Territoriais | Αναπληρωτής Υπουργός Περιφερειακών Διοικήσεων |
gen. | Secretário de Estado para as Relações com as Comunidades Europeias | Αναπληρωτής Υπουργός για τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες |
gen. | Secretário de Estado para as Relações com o Parlamento | Υφυπουργός Κοινοβουλευτικών Υποθέσεων |
gen. | Secretário do Tesouro para as Finanças | "Financial Secretary" Αναπληρωτής Υπουργός Δημόσιου Θησαυρού |
gen. | Segundo Protocolo de Emenda à Convenção sobre a Redução dos Casos de Nacionalidade Múltipla e sobre as Obrigações Militares em casos de Nacionalidade Múltipla | Δεύτερο πρωτόκολλο για την τροποποίηση της Σύμβασης για τη μείωση των περιπτώσεων πολλαπλής ιθαγένειας και για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις στις περιπτώσεις της πολλαπλής ιθαγένειας |
gen. | Segundo Protocolo que Atribui ao Tribunal de Justiça das Comunidades Europeias determinadas Competências em matéria de Interpretação da Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Contratuais | Δεύτερο Πρωτόκολλο για την ανάθεση ορισμένων αρμοδιοτήτων στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά την ερμηνεία της Σύμβασης για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία είναι ανοικτή προς υπογραφή στή Ρώμη από τις 19 Ιουνίου 1980 |
gen. | Senador, Autoridade para as Escolas, a Juventude e a Formação Profissional, Cidade Hanseática Livre de Hamburgo | Γερουσιαστής, Αρμόδια για την Σχολική Εκπαίδευση, τη Νεολαία και την Επαγγελματική Κατάρτιση, Ελεύθερη Χανσεατική Πόλη του Αμβούργου |
agric. | serviço de apoio às explorações agrícolas | υπηρεσία στήριξης που παρέχεται στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις |
gen. | serviços às empresas | παροχή υπηρεσιών σε επιχειρήσεις |
gen. | Sistema de Afectação dos Intérpretes às Reuniões | σύστημα κατανομής των διερμηνέων στις συνεδριάσεις |
chem., met. | suscetibilidade às sujidades | συγκράτηση ακαθαρσιών |
gen. | só podem ser lançados direitos de compensação às importações desde que... | δεν είναι δυνατόν να θεσπισθούν εξισωτικές εισφορές κατά την εισαγωγή παρά μόνο... |
agric. | tabaco com as folhas alinhadas | ταμπάκος συσκευασμένος σε δεσμίδες |
med. | task force "as vacinas contra as doenças virais" | ειδική ομάδα "τα εμβόλια κατά των ιογενών ασθενειών" |
gen. | taxa de crescimento "sem as contribuições comunitárias" | ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης "εκτός κοινοτικών συνδρομών" |
agric. | taxa relacionada com as operações de corte | τέλος για εργασίες τεμαχισμού |
tax. | taxa relativa às operações aduaneiras | τέλος επί των τελωνειακών πράξεων |
tax., environ. | taxa sobre as emissões de carbono | φόρος στις ανθρακούχες εκπομπές |
agric. | tesoura-serrote que se maneja com ambas as mãos | ψαλίδα δέντρων |
agric. | tirar as cascas aos crustáceos | αφαιρώ τα κελύφη καρκινοειδών |
med. | todas as manhãs | κάθε πρωί |
agric. | tosquiadora de animais que se aciona com ambas as mãos | κουρευτική μηχανή που χρησιμοποιείται με τα δύο χέρια |
gen. | transferências efetuadas às taxas de câmbio oficial | μεταφορές στις επίσημες τιμές συναλλάγματος |
gen. | transição para as notas e moedas | μετάβαση από πλευράς χρηματικού |
gen. | transição para as notas e moedas | μετάβαση στο νέο νόμισμα |
gen. | Tratado de Amesterdão que altera o Tratado da União Europeia, os Tratados que instituem as Comunidades Europeias e alguns Actos relativos a esses Tratados | Συνθήκη του Άμστερνταμ που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Συνθήκες ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ορισμένες συναφείς πράξεις |
gen. | Tratado de Amesterdão que altera o Tratado da União Europeia, os Tratados que instituem as Comunidades Europeias e alguns Actos relativos a esses Tratados | Συνθήκη του Άμστερνταμ |
gen. | Tratado de Nice que altera o Tratado da União Europeia, os Tratados que instituem as Comunidades Europeias e alguns Actos relativos a esses Tratados | Συνθήκη της Νίκαιας που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Συνθήκες περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ορισμένες συναφείς Πράξεις |
gen. | Tratado de Paz entre as Potências Aliadas e Associadas e a Alemanha | Συνθήκη "περί ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων και συνησπισμένων Δυνάμεων και της Γερμανίας" ; Συνθήκη των Βερσαλλιών |
gen. | Tratado que altera algumas Disposições Financeiras dos Tratados que instituem as Comunidades Europeias e do Tratado que institui um Conselho Único e uma Comissão Única das Comunidades Europeias | Συνθήκη περί τροποποιήσεως ορισμένων δημοσιονομικών διατάξεων των συνθηκών περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της συνθήκης περί ιδρύσεως ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
gen. | Tratado que altera os Tratados que instituem as Comunidades Europeias no que respeita à Gronelândia | Συνθήκη για την τροποποίηση των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά τη Γροιλανδία |
tax. | tributação de acordo com as regras do Estado de residência | φορολογία βάσει των κανόνων του κράτους εγκατάστασης |
gen. | uma regulamentação fixará as modalidades de confronto entre as ofertas e os pedidos | οι τρόποι για την αντιπαράθεση προσφορών και ζητήσεων καθορίζονται με κανονισμό |
obs., polit. | Unidade das Políticas Energéticas, incluindo os aspetos internacionais e as questões atómicas | Μονάδα ενεργειακών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών πτυχών και των θεμάτων ατομικής ενέργειας |
gen. | usar simultaneamente todas as barras de comando | ομαδικός χειρισμός όλων των ράβδων ρυθμίσεως |
med. | vestuário de proteção contra as agressões químicas | ενδυμασία προστασίας από τις χημικές προσβολές |
agric. | viradores com forquilhas automotrizes para as explorações agrícolas das regiões montanhosas | ξηραντικές μηχανές χόρτου με αυτοκινούμενες διχάλες για αγροκτήματα ορεινών περιοχών |