Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Scottish Gaelic
Serbian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Ukrainian
Terms
for subject
Mechanic engineering
containing
stripping
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
abrasive
strip
εκτριβόμενη επένδυση
adjusting
strip
ρυθμιζόμενη άντυγα
adjusting
strip
ρυθμιστική ταινία
bark
stripping
lathe
τόρνος αποφλοίωσης
breaker
strip
αποστασιακό
capping
strip
διακοσμητικός πήχυς επικαλύψεως ενώσεων
capping
strip
διακοσμητική αρμοκαλύπτρα
chafing
strip
στεφάνη εκτριβής
chafing
strip
λωρίδα εκτριβής
channel
stripping
machine
μηχανή απογυμνώσεως καναλιού
cover
strip
δοκίδα επικάλυψης
cyclic pitch connecting
strip
συνδετική λωρίδα χειριστηρίου κυκλικού βήματος
cyclic pitch connecting
strip
πείρος βάσης χειριστηρίου κυκλικού βήματος
erosion
strip
αντιβρωτική ταινία
erosion
strip
αντιβρωτική λωρίδα
filler
strip
λωρίδα γεμίσματος
flat mounting receptacle
strip
επίπεδη λωρίδα υποδοχέα στήριξης
heater
strip
θερμαντική ταινία
heater
strip
θερμαντικό καλώδιο
identification
strip
λωρίδα αναγνώρισης
inset-
strip
borer
αποξέστης
αλεζουάρ
με εναλλασσόμενες λάμες
plate
strip
πινακίδα
rain-proof seal
strip
παρέμβλημα βροχοπροστασίας
rubbing
strip
στεφάνη εκτριβής
rubbing
strip
λωρίδα εκτριβής
strip
fin
ελικοειδές πτερύγιο
strip
fin
σπειροειδές πτερύγιο
strip
-line mixer
μίκτης επίπεδου ομοαξονικού καλωδίου
strip
terminals
λαιμοσειρές
to
strip
the thread off a screw
κλωτσώ κατά την περιστροφή
terminal
strip
κλεμοσειρά
terminal
strip
ακροδέκτης καλωδίων
tobacco leaf
stripping
machine
μηχανή αφαίρεσης των φύλλων καπνού
wiper blade backing
strip
ενισχυτική λωρίδα λάμας υαλοκαθαριστήρα
wire
strip
εύκαμπτο πλακέ καλώδιο
Get short URL